«Οι Ένοπλες Δυνάμεις ήταν, είναι και θα είναι στην υπηρεσία της κοινωνίας», ανέφερε, μεταξύ άλλων, ο υπουργός Εθνικής Άμυνας, Νίκος Δένδιας, σε συνέντευξη που παραχώρησε στην εφημερίδα «Real News». Όσον αφορά την ενεργοποίηση των Ενόπλων Δυνάμεων μετά την εκδήλωση της κακοκαιρίας στη Θεσσαλία, ο κ. Δένδιας σημείωσε ότι «υπάρχει ένα συγκεκριμένο θεσμικό πλαίσιο, βάσει του οποίου διατίθεται προσωπικό, όπου κρίνει απαραίτητο το Εθνικό Συντονιστικό Κέντρο Διαχείρισης Κρίσεων. Είναι ευνόητο ότι ο στρατός δεν βγαίνει αυτοβούλως εκτός στρατοπέδων».
Ξεκαθάρισε, δε, πως «οι Ένοπλες Δυνάμεις τέθηκαν σε ετοιμότητα και ήταν διαθέσιμες προς συνδρομή από το βράδυ της Τετάρτης, ήδη, στη βάση και των μετεωρολογικών προβλέψεων, ενώ σε τοπικό επίπεδο, όπως στον Βόλο, είχαν ήδη ενεργοποιηθεί από την Τρίτη και επιχειρούσαν όπου οι συνθήκες το επέτρεπαν». «Παρά τους προφανείς κινδύνους», πρόσθεσε, «κατάφεραν να διασώσουν 2.300 ανθρώπινες ζωές, αλλά και να βοηθήσουν με κάθε τρόπο δεκάδες χιλιάδες πολίτες, υπό εξαιρετικά δυσχερείς συνθήκες. Επαναλαμβάνω ότι ουδεμία καθυστέρηση υπήρξε.
Δεν πρέπει να συγχέουμε τους κανόνες ασφαλείας των εναέριων μέσων σε περιοχές με έντονη κεραυνική δραστηριότητα και μηδενική ορατότητα, με την κινητοποίηση των Ενόπλων Δυνάμεων, οι οποίες, όταν κλήθηκαν, επιτέλεσαν την αποστολή τους με αυταπάρνηση και πλήρη συναίσθηση του καθήκοντος. Συνεπώς, τους οφείλουμε ευγνωμοσύνη όπως προανέφερα, και αναγνώριση του έργου τους». Για το ενδεχόμενο διεύρυνσης των αρμοδιοτήτων των Ενόπλων Δυνάμεων σε φυσικές καταστροφές, τόνισε ότι «η βέλτιστη χρήση των πόρων του κράτους είναι πάντα το ζητούμενο».
«Εάν κριθούν, πάντως, απαραίτητες οι αλλαγές στο θεσμικό πλαίσιο, λόγω της αυξημένης συχνότητας ακραίων καιρικών φαινομένων και της κλιματικής κρίσης, οι Ένοπλες Δυνάμεις θα είναι και πάλι διαθέσιμες, στο πλαίσιο της αποστολής τους, να συντρέξουν όπου χρειάζεται τον ελληνικό λαό, του οποίου είναι το ένστολο τμήμα. Ηταν, είναι και θα είναι στην υπηρεσία της κοινωνίας», συμπλήρωσε.
Για τα ελικόπτερα Super Puma, ο υπουργός Εθνικής Άμυνας είπε ότι η διαθεσιμότητά τους «είναι ένα ζήτημα, το οποίο ξεπερνά κατά πολύ τον χρονικό ορίζοντα της σημερινής κυβέρνησης. Από το 2017 βρισκόταν σε εξέλιξη διαγωνισμός για την «Εν συνεχεία υποστήριξη» των ελικοπτέρων, αλλά λόγω των επαναλαμβανόμενων δικαστικών προσφυγών από τους συμμετέχοντες ολοκληρώθηκε τον Ιανουάριο του 2023».
«Στη συνέχεια υπήρξε νέα εμπλοκή με το Ελεγκτικό Συνέδριο. Αυτήν τη στιγμή είναι τέσσερα τα Super Puma που βρίσκονται στη διάθεση της Πολεμικής Αεροπορίας. Παράλληλα, με στόχο την περαιτέρω ενίσχυση του Τομέα Έρευνας και Διάσωσης, έχουν γίνει ενέργειες από την Πολεμική Αεροπορία για την προμήθεια νέου τύπου ελικοπτέρου. Η διαδικασία της επιλογής του τύπου του βρίσκεται στο τελικό στάδιο», επεσήμανε.
«Πάντως», υπογράμμισε, «δεν νίπτω τας χείρας μου. Το θέμα αυτό συναρτάται επίσης με την κατάσταση στην ΕΑΒ και θα αντιμετωπιστεί σε συνεργασία με το υπουργείο Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών. Άλλωστε, υφίσταται ζήτημα για όλα τα εναέρια μέσα των Ενόπλων Δυνάμεων, πλην των μαχητικών αεροσκαφών. Θα κάνω ό,τι χρειάζεται και θα ενημερώσω την εθνική αντιπροσωπεία, εάν απαιτηθεί. Οι Ένοπλες Δυνάμεις πρέπει να εισέλθουν στον 21ο αιώνα».
Για τα ελληνοτουρκικά ανέφερε πως «είναι προφανές ότι το περιβάλλον των τελευταίων μηνών είναι διαφορετικό από το σκηνικό έντασης των προηγούμενων ετών. Οι καταστροφικοί σεισμοί στην Τουρκία, οπότε και βρέθηκα στη γειτονική χώρα, αποτέλεσαν μία αφορμή για να μπορούμε έκτοτε να συνομιλούμε χωρίς να υπάρχουν προκλήσεις επί του πεδίου».
Όσον αφορά τη συνάντηση του πρωθυπουργού, Κυριάκου Μητσοτάκη, με τον Τούρκο Πρόεδρο, Ρετζέ Ταγίπ Ερντογάν, στο περιθώριο της Γενικής Συνέλευσης του ΟΗΕ στη Νέα Υόρκη, ο κ. Δένδιας σημείωσε ότι «είναι μία ακόμη δυνητική ευκαιρία σε αυτήν την κατεύθυνση, μετά τη συνάντηση στο περιθώριο της Συνόδου Κορυφής του ΝΑΤΟ στο Βίλνιους, για να εμπεδωθεί περαιτέρω το συγκεκριμένο κλίμα».
Εξάλλου, όπως είπε, «αυτό ήταν και το πνεύμα της πρώτης συνάντησης που είχα στη Λιθουανία με τον ομόλογό μου, Γιασάρ Γκιουλέρ. Όμως, δεν έχουμε ψευδαισθήσεις. Κατά διαστήματα, Τούρκοι αξιωματούχοι χρησιμοποιούν μία ρητορική που ανατρέχει στην προ σεισμών περίοδο, ενώ στην ατζέντα της γειτονικής χώρας εξακολουθούν να διατηρούνται αξιώσεις που δεν συνάδουν με τις αρχές του Διεθνούς Δικαίου και του Διεθνούς Δικαίου της Θάλασσας».
«Και βεβαίως δεν νοείται διάλογος «άνευ όρων», εκτός δηλαδή πλαισίου», τόνισε ο υπουργός Εξωτερικών και συνέχισε: «Ο διάλογος των κρατών δεν συνιστά ούτε φιλοσοφική αναζήτηση ούτε παζάρι. Για να ανοίξουμε μια πραγματικά νέα σελίδα στις σχέσεις μας, προς όφελος των κοινωνιών μας, θα πρέπει και η Τουρκία να αποδεχθεί τους κανόνες του Διεθνούς Δικαίου και του Διεθνούς Δικαίου της Θάλασσας και τους κανόνες ειρηνικής συνύπαρξης και καλής γειτονίας, όπως ορίζει ο Καταστατικός Χάρτης του ΟΗΕ. Ελπίζω βαθύτατα ότι αυτή θα είναι η επιλογή του Προέδρου Ερντογάν, που θα αποτελεί και την ιστορική υστεροφημία του».
Για το ενδεχόμενο κοινής επίσκεψής του με τον κ. Γκιουλέρ τους επόμενους μήνες στις σεισμόπληκτες περιοχές της Τουρκίας, είπε πως «η ημερομηνία δεν έχει προσδιοριστεί επακριβώς» ενώ αναφορικά με τα Μέτρα Οικοδόμησης Εμπιστοσύνης (ΜΟΕ) ξεκαθάρισε ότι «η ακριβής ημερομηνία θα προσδιοριστεί το αμέσως επόμενο διάστημα». «Δεν πρέπει, όμως, να συγχέουμε τα μέτρα αυτά με τις διερευνητικές επαφές μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας. Τα ΜΟΕ δεν αφορούν την επίλυση της ελληνοτουρκικής διαφοράς», διευκρίνισε.
Για το πρόγραμμα των F-35 επεσήμανε ότι «η διαδικασία της έκδοσης της LOA βρίσκεται στο τελικό στάδιο, βάσει των προβλεπόμενων εσωτερικών διαδικασιών της κυβέρνησης των ΗΠΑ. Εκτιμάμε ότι σύντομα θα αποσταλεί η επιστολή αποδοχής. Είμαστε, επίσης, σε συζητήσεις με το υπουργείο Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών για το θέμα αυτό». Όσον αφορά την αμυντική συνεργασία με Ισραήλ και Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα, ο κ. Δένδιας υπογράμμισε ότι «η ενίσχυση της συνεργασίας με άλλες χώρες, όπως με το Ισραήλ και τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα, και η ανταλλαγή τεχνογνωσίας σε νέες τεχνολογίες και τεχνητή νοημοσύνη περιλαμβάνονται στις κύριες προτεραιότητές μας, όπως και η σύνδεση της έρευνας με τις στρατιωτικές σχολές».
«Στόχος μας είναι, επίσης, η περαιτέρω εμπλοκή της ελληνικής αμυντικής βιομηχανίας στην κάλυψη των αναγκών των Ενόπλων Δυνάμεων και σε συνεργατικά προγράμματα παραγωγής αμυντικού υλικού μέσω ΕΕ και ΝΑΤΟ, στα οποία ήδη συμμετέχουν ελληνικές εταιρείες. Είναι προφανές ότι υπάρχει τεράστια ανεκμετάλλευτη δυνατότητα μεγέθυνσης της αμυντικής βιομηχανίας», κατέληξε ο υπουργός Εξωτερικών.