ΓΔ: 1397.63 0.94% Τζίρος: 86.84 εκ. € Τελ. ενημέρωση: 17:25:03 DATA
Φωτο: Shutterstock

«Καμπανάκι κινδύνου» για δημόσιο και ιδιωτικό χρέος λόγω των επιτοκίων

Χρέος 430 δισ. δολαρίων καλούνται να αποπληρώσουν οι επιχειρήσεις τα επόμενα έτη, με το κόστος αναχρηματοδότησης να έχει εκτοξευθεί λόγω των αυξήσεων επιτοκίων.

Αν και οι αναλυτές εκτιμούν ότι οι συνεχείς αυξήσεις επιτοκίων έχουν σχεδόν ολοκληρωθεί, με πρόβλεψη ότι μπορεί να υπάρξει μία ακόμη από ΕΚΤ και Fed τον επόμενο μήνα, η είδηση δεν είναι ιδιαίτερα ανακουφιστική για τους δανειζόμενους. 

Όλα δείχνουν ότι τα επιτόκια θα παραμείνουν σε υψηλό επίπεδο για μεγαλύτερο του αναμενόμενου διάστημα, γεγονός που δημιουργεί μία σειρά κινδύνων για κυβερνήσεις, επιχειρήσεις αλλά και καταναλωτές που έχουν υπεραδανειστεί το προηγούμενο διάστημα και πλέον καλούνται να αποπληρώσουν πολύ πιο ακριβά το χρέος τους. 

Το φαινόμενο είναι παγκόσμιο αλλά οι επιπτώσεις του είναι πιο «βαριές» στην Ευρώπη, με δεδομένο και το γεγονός ότι για οκτώ έτη το βασικό επιτόκιο της ΕΚΤ βρίσκονταν στο 0%. 

Σύμφωνα με ανάλυση του Bloomberg μέχρι το τέλος αυτής της δεκαετίας, οι δανειολήπτες σε όλη την ήπειρο αντιμετωπίζουν την αποπληρωμή ενός βουνού χρέους που πουλήθηκε όταν το κόστος χρηματοδότησης ήταν πολλές φορές χαμηλότερο. Πολλοί δανειολήπτες καθυστέρησαν την αναχρηματοδότηση με την ελπίδα ότι τα επιτόκια θα έπεφταν και πάλι. Αλλά με τις οικονομίες να έχουν σε μεγάλο βαθμό καλύτερες επιδόσεις από τις αναμενόμενες, αυτό φαίνεται όλο και πιο απίθανο.

Οι επενδυτές προβλέπουν ότι τα επόμενα χρόνια θα σημαδευτούν από αθετήσεις πληρωμών και περικοπές δαπανών, καθώς μεγαλύτερο μέρος του εισοδήματος των επιχειρήσεων, των νοικοκυριών και των κρατών θα πηγαίνει στη χρηματοδότηση του χρέους. 

Για τις εταιρείες, πολλές από τις οποίες δανείστηκαν σε μεγάλο βαθμό κατά τη διάρκεια της πανδημίας, η μεγάλη πρόκληση της αναχρηματοδότησης αρχίζει το 2025 και κορυφώνεται το 2026. Οι εταιρείες υψηλής απόδοσης στην Ευρώπη έχουν πάνω από 430 δισ. δολάρια χρέους που λήγουν στο δεύτερο μισό της δεκαετίας, σύμφωνα με στοιχεία που συγκέντρωσε το Bloomberg.

Σίγουρα, οι αθετήσεις πληρωμών μεταξύ των πιο επικίνδυνων εταιρειών δεν αναμένεται να πλησιάσουν το ποσοστό του 13,4% που παρατηρήθηκε κατά τη διάρκεια της παγκόσμιας χρηματοπιστωτικής κρίσης. Η Moody's Investors Service προβλέπει ότι το παγκόσμιο ποσοστό αθέτησης πληρωμών για τις εταιρείες με διαβάθμιση junk θα ξεπεράσει τον ιστορικό μέσο όρο μέχρι το τέλος του τρέχοντος έτους, προτού κορυφωθεί στο 4,7% τον Μάρτιο του 2024. Για την Ευρώπη, προβλέπεται ότι θα κορυφωθεί γύρω στο 3,8% στα μέσα του επόμενου έτους.

Για τις περισσότερες επιχειρήσεις, τα υψηλότερα επιτόκια είναι πιο πιθανό να οδηγήσουν σε μείωση των κεφαλαιουχικών δαπανών, η οποία με τη σειρά της θα επιβαρύνει την οικονομική ανάπτυξη. Οι εταιρείες στην Ευρώπη, τη Μέση Ανατολή και την Αφρική αγόρασαν ομόλογα με τον ταχύτερο ρυθμό από το 2009 τους πρώτους πέντε μήνες του έτους για να περιορίσουν τη μόχλευση και να μειώσουν τις πληρωμές τόκων. Άλλες επεδίωξαν να επιμηκύνουν τη διάρκεια του υφιστάμενου χρέους τους. 

Το πρόβλημα για τους καταναλωτές θα γίνει αισθητό κυρίως μέσω της αύξησης του κόστους των στεγαστικών δανείων και σε πολλές χώρες η αύξηση των επιτοκίων δεν έχει ακόμη μεταφερθεί στις μηνιαίες πληρωμές. Το πραγματικό επιτόκιο των εκκρεμών στεγαστικών δανείων στο Ηνωμένο Βασίλειο ήταν κάτω από 3% στα τέλη Ιουνίου, σύμφωνα με την Τράπεζα της Αγγλίας, σε σύγκριση με περίπου 6,7% για το μέσο νέο διετές σταθερό προϊόν, σύμφωνα με στοιχεία της Moneyfacts.

Ένα άλλο πιθανό σημείο πίεσης για την ήπειρο είναι το γεγονός ότι οι οικονομίες της περιφέρειας, όπως η Ιταλία και η Πορτογαλία, έχουν υψηλότερο ποσοστό εκκρεμών στεγαστικών δανείων κυμαινόμενου επιτοκίου. 

Το άγχος των επιτοκίων έχει ήδη αρχίσει να επιβαρύνει τα κρατικά οικονομικά. Σε παγκόσμιο επίπεδο, τα κράτη που αξιολογούνται από τη Fitch Ratings αντιμετωπίζουν περίπου 2,3 τρισεκατομμύρια δολάρια σε τόκους το 2023, γεγονός που αντιπροσωπεύει αύξηση σχεδόν 50% για τις ανεπτυγμένες αγορές από το 2020. Για χώρες όπως το Ηνωμένο Βασίλειο, όπου το ένα τέταρτο του δημόσιου χρέους συνδέεται με τον πληθωρισμό, το βάρος είναι ακόμη υψηλότερο. 

Η πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας Κριστίν Λαγκάρντ απέφυγε να δώσει σαφές μήνυμα προθέσεων για τη νομισματική πολιτική σε συνέντευξή της στο Bloomberg, ενώ ο πρόεδρος της Ομοσπονδιακής Τράπεζας των ΗΠΑ Τζερόμ Πάουελ έχει διαμηνύσει ότι το κόστος δανεισμού των ΗΠΑ θα παραμείνει υψηλό και θα μπορούσε ακόμη και να αυξηθεί περαιτέρω.

Google news logo Ακολουθήστε το Business Daily στο Google news

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

ECB, European Central Bank, EKT, Evropaiki Kentriki Trapeza
ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ

Αισιοδοξία από την ΕΚΤ για τον πληθωρισμό, άφησε αμετάβλητα τα επιτόκια

Μειώνει τις εκτιμήσεις της για τον πληθωρισμό η τράπεζα, ο οποίος εκτιμάται ότι θα φθάσει φέτος στο 2,3% από 2,7% προηγούμενη πρόβλεψη και θα πέσει από τον στόχο του 2% το 2026. «Ασθενής» ανάπτυξη 0,6% για το 2024 στην ευρωζώνη.