Μπορεί η κ. Όλγα Κεφαλογιάννη να μην έχει κλείσει ακόμα μια εβδομάδα ως υπουργός Τουρισμού της χώρας, όμως οι νέες προκλήσεις που αντιμετωπίζει ο τομέας αυξάνονται μέρα με την ημέρα. Ακρίβεια, πίεση στα οικονομικά των Ευρωπαίων και υποδομές που δεν αντέχουν τις στρατιές των τουριστών που επισκέπτονται τη χώρα συνθέτουν μία εικόνα στον τουρισμό που συνεχίζει να κινείται ανοδικά, αλλά την ίδια στιγμή παρουσιάζει αδυναμίες που ο προκάτοχός της κ. Κεφαλογιάννη, ο Βασίλης Κικίλιας, δεν αντιμετώπισε.
Ναι μεν ο κ. Κικίλιας «πάλεψε» με την πανδημία αλλά η ανάκαμψη του τουρισμού στηρίχθηκε σε μεγάλο βαθμό στο revenge travel, που τώρα χάνει την δυναμική του και αφήνει τον ελληνικό τουρισμό εκτεθειμένο στον διεθνή ανταγωνισμό, ενώ ήδη έχει καταγραφεί ένα κύμα ανατιμήσεων που έχουμε πολλά χρόνια να δούμε.
Υπενθυμίζεται ότι ο όρος revenge travel καθιερώθηκε μετά τη λήξη της πανδημίας και αναφέρεται στον μεγάλο αριθμό των ατόμων που θέλουν να αναπληρώσουν τα ταξίδια και τις εμπειρίες που χάθηκαν λόγω της πανδημίας.
Η νέα κυβέρνηση του Κυριάκου Μητσοτάκη καλείται τώρα να χειριστεί τα δομικά προβλήματα του κλάδου. Ήδη αυξάνονται οι φωνές που ζητούν μόνιμες φορολογικές ελαφρύνσεις σε συγκεκριμένους τομείς του τουρισμού, όπως είναι η μείωση του ΦΠΑ των tour operator, ενώ οι διακοπές καθίστανται απαγορευτικές για πολλούς Έλληνες πολίτες παρά την ανάκαμψη της οικονομίας.
Η νέα υπουργός θα κληθεί άμεσα να προχωρήσει στις απαραίτητες μεταρρυθμίσεις και να μην περιοριστεί στις συνηθισμένες δημόσιες σχέσεις και εμφανίσεις που απαιτεί ο ρόλος. Αν και ξέρει τον τομέα πολύ καλά η κ. Κεφαλογιάννη, από την προηγούμενη της θητεία ως υπουργός Τουρισμού (2012-2015) έχουν αλλάξει πολύ τα πράγματα.
Εκείνη την εποχή η χώρα δεχόταν περίπου 17 εκατ. τουρίστες το χρόνο, υπήρχε αποπληθωρισμός, ενώ οι Γερμανοί και οι Βρετανοί ευημερούσαν, κάνοντας πλούσιες καλοκαιρινές διακοπές. Τώρα, η Ελλάδα δέχεται περίπου 30 εκατ. επισκέπτες ετησίως, είναι ο δεύτερος πιο ακριβός τουριστικός προορισμός για τους Βρετανούς στην Ευρώπη (σύμφωνα με το BBC), η αύξηση των τιμών στα αεροπορικά εισιτήρια για ευρωπαϊκές πτήσεις κινείται ανεξέλεγκτα και ο ένας στους τέσσερις Γερμανούς θα στερηθεί τις διακοπές του φέτος λόγω οικονομικών δυσχερειών.
Εμφανίζονται σύννεφα στο τουρισμό, εκεί που μέχρι πρότινος περιμέναμε όλοι μπλε ουρανούς. Σύμφωνα με στοιχεία τα οποία επεξεργάστηκε το INSETE Intelligence, 5,3 εκατομμύρια διεθνείς αεροπορικές αφίξεις καταγράφηκαν την περίοδο Ιανουαρίου- Μαΐου στα κυριότερα αεροδρόμια της χώρας.
Η αύξηση σε σύγκριση με το αντίστοιχο πεντάμηνο του 2022 φτάνει το 29,3%, ωστόσο, η εικόνα στα αεροδρόμια είναι μεικτή, με βασικούς τουριστικούς προορισμούς, όπως η Μύκονος, η Σαντορίνη και η Καλαμάτα να καταγράφουν μείωση στο πεντάμηνο, αλλά και τον Μάιο, από -8% έως -15%. Η πρόβλεψη του κ. Κικίλια για έσοδα φέτος που θα ξεπερνούν τα επίπεδο του 2019 ίσως επαληθευτεί, λόγω πληθωρισμού, αν και δεν είναι λίγοι οι επιχειρηματίες του κλάδου που ισχυρίζονται ότι θα είναι ικανοποιημένοι αν τα έσοδα τους μείνουν στα περσινά επίπεδα.
Στην Μεσσηνία, λίγο έξω από την Καλαμάτα, κοντά στην Κορώνη, κάνουν λόγο για απογοητευτική αρχή της σεζόν. «Κανονικά τέτοια εποχή έχουμε περισσότερη δουλειά και περισσότερους επισκέπτες στην περιοχή», τονίζει επιχειρηματίας με εστιατόρια στην περιοχή στο Businessdaily.gr. «Είναι αισθητή η μείωση στον αριθμό τον τουριστών από την Γερμανία και αυτό είναι ιδιαίτερα ανησυχητικό για εμάς. Τώρα περιμένουμε για ένα δυνατό Ιούλιο και Αύγουστο ώστε να καλύψουμε τα έξοδα του Ιουνίου», καταλήγει ο ίδιος.
Είναι σημαντικό να τονιστεί ότι δεν είναι εξωγενή όλα τα προβλήματα του κλάδου. Επίσης, όπως η Ελλάδα, έτσι και οι ανταγωνίστριες χώρες της Μεσογείου αντιμετωπίζουν τις ίδιες συνθήκες. Και η βιωσιμότητα; Στις πρώτες της δηλώσεις ως νέα υπουργός Τουρισμού στην τελετή παράδοσης-παραλαβής του υπουργείου, η κα Κεφαλογιάννη επεσήμανε πως βασικός στόχος των πολιτικών που θα εφαρμοστούν είναι να καταστήσουν τον ελληνικό τουρισμό «ισχυρό, ανταγωνιστικό και βιώσιμο».
Εντούτοις, το κομμάτι της βιωσιμότητας παραμένει χαμηλά στις προτεραιότητες της πολιτικής ηγεσίας του υπουργείου που στοχεύει σε εντυπωσιακούς ρυθμούς ανάπτυξης που ξεπερνούν την προηγούμενη χρονιά. Ειδικοί κρούουν το κώδωνα του κινδύνου τονίζοντας ότι τα μέρη με υψηλό τουρισμό που δεν έχουν σχέδια βιωσιμότητας θα χάσουν την ελκυστικότητά τους ως προορισμοί. Στη Σαντορίνη και την Μύκονο αυτό έχει ήδη αρχίσει να συμβαίνει.