Ως βέβαιη χαρακτήρισε την αύξηση επιτοκίων από την ΕΚΤ τον Ιούλιο, ο αντιπρόεδρός της, Λουίς ντε Γκίντος, προσθέτοντας ότι η απόφαση για τη συνεδρίαση Σεπτεμβρίου θα εξαρτηθεί από τα οικονομικά στοιχεία που θα καταφθάσουν στο μεσοδιάστημα.
Μιλώντας στην τηλεόραση του Bloomberg σημείωσε ότι οι υποκείμενες πληθωριστικές πιέσεις μπορεί να αποδειχθούν πιο επίμονες από ό,τι αναμένεται σήμερα, καθώς η έντονη καλοκαιρινή τουριστική περίοδος είναι πιθανό να οδηγήσει το κόστος των υπηρεσιών σε υψηλότερα επίπεδα.
«Νομίζω ότι ο Ιούλιος είναι τετελεσμένο γεγονός. Για τον Σεπτέμβριο, νομίζω ότι το όλο ζήτημα είναι ανοιχτό», τόνισε. Όσον αφορά την οικονομική ανάπτυξη, ο ντε Γκίντος δήλωσε ότι η επιβράδυνση που παρατηρείται στην Ευρώπη τον τελευταίο καιρό είναι πιθανό να συνεχιστεί το δεύτερο εξάμηνο του 2023. «Νομίζω ότι ορισμένοι από αυτούς τους καθοδικούς κινδύνους έχουν αρχίσει να υλοποιούνται και γίνονται πολύ πιο ορατοί. Τα στοιχεία που λαμβάνουμε σχετικά με την ανάπτυξη δεν είναι πολύ καλά», υπογράμμισε.
Η συζήτηση μεταξύ των αξιωματούχων της ΕΚΤ σχετικά με το πότε θα πρέπει να σταματήσουν την πρωτοφανή σειρά αυξήσεων των επιτοκίων τους εντείνεται. Ορισμένοι έχουν δηλώσει ότι μια καλή στιγμή για να γίνει ένας απολογισμός θα μπορούσε να είναι μετά την προγραμματισμένη κίνηση του Ιουλίου, αν και άλλοι - με το βλέμμα στον επίμονο δομικό πληθωρισμό - υποστηρίζουν ότι μπορεί να χρειαστεί περισσότερη σύσφιξη το φθινόπωρο.
Λέιν: Απαραίτητη μία νέα αύξηση επιτοκίων από την ΕΚΤ τον Ιούλιο
Βέβαιη θεωρεί μία νέα αύξηση επιτοκίων, το πιθανότερο κατά 0,25%, τον Ιούλιο ο Φίλιπ Λέιν, επικεφαλής οικονομολόγος της ΕΚΤ, ενώ προειδοποιεί τις αγορές ότι δεν θα πρέπει να περιμένουν μειώσεις επιτοκίων κατά τα επόμενα δύο έτη.
Μιλώντας στο CNBC ο κ. Λέιν υποστήριξε ότι η οικονομία της ευρωζώνης βρίσκεται σε μια «φάση προσαρμογής», καθώς τα υψηλότερα επιτόκια διαχέονται και οι μισθοί προσπαθούν να καλύψουν τις αυξήσεις των τιμών. «Εκεί που νομίζω ότι η αγορά θα πρέπει να θέσει στον εαυτό της ερωτήματα είναι σχετικά με τον χρόνο ή την ταχύτητα αντιστροφής της περιοριστικής πολιτικής», δήλωσε και σημείωσε ακόμη ότι «δεν θα επιστρέψουμε προς το 2% για μερικά χρόνια. Θα σημειώσουμε καλή πρόοδο ακόμη και φέτος, ιδίως στο τέλος του έτους, αλλά δεν πρόκειται να καταρρεύσει στο 2% μέσα σε λίγους μήνες».
Παράλληλα σημείωσε ότι οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής θα πρέπει να παραμείνουν στην πορεία και να διατηρήσουν τις νομισματικές συνθήκες περιοριστικές για κάποιο χρονικό διάστημα. «Θα έχουμε μια διαρκή περίοδο όπου τα επιτόκια θα πρέπει να παραμείνουν περιοριστικά για να διασφαλίσουμε ότι δεν θα έχουμε κάποιο νέο σοκ που θα μας απομακρύνει από το 2% και αυτή η διάρκεια της περιοριστικότητας είναι πολύ σημαντική», τόνισε, προσθέτοντας ότι «όταν κοιτάζω τον ορίζοντα για τα επόμενα δύο χρόνια, δεν βλέπω ταχείες μειώσεις των επιτοκίων, οπότε δεν νομίζω ότι είναι σκόπιμο να έχουμε τις ταχείες μειώσεις των επιτοκίων ως προσδοκία».
Τα σχόλιά του απηχούσαν εκείνα της προέδρου της ΕΚΤ Κριστίν Λαγκάρντ, η οποία σε κεντρική ομιλία της την Τρίτη δήλωσε ότι η κεντρική τράπεζα έχει σημειώσει «σημαντική πρόοδο», αλλά «δεν μπορεί να κηρύξει ακόμη τη νίκη».
Η ΕΚΤ έχει αυξήσει τα επιτόκια κατά 400 μονάδες βάσης από τον Ιούλιο του 2022. Οι αγορές έχουν τιμολογήσει άλλη μια αύξηση κατά 25 μονάδες βάσης τον επόμενο μήνα και σκέφτονται μια περαιτέρω αύξηση τον Σεπτέμβριο, αλλά ορισμένοι οικονομολόγοι έχουν υποθέσει ότι η ΕΚΤ μπορεί να χρειαστεί να αντιστρέψει τη νομισματική σύσφιξη, καθώς τα υψηλότερα επιτόκια ωθούν την οικονομία της ευρωζώνης σε αντίστροφη πορεία.