Αντιμέτωπος με ένα δομικό για τη λειτουργία του πρόβλημα βρίσκεται σήμερα ο κλάδος των κατασκευών. Με την οικοδομή σε ανοδική πορεία αλλά και μικρά και μεγάλα έργα υποδομών και κατασκευών να αυξάνονται γεωμετρικά, οι εταιρείες του κλάδου αναζητούν εργατικό δυναμικό… με τα κιάλια.
Οι ελλείψεις σε εξειδικευμένο εργατικό δυναμικό αλλά και σε μηχανικούς έχουν καταγραφεί και επισημανθεί από τους ανθρώπους της αγοράς που βλέπουν το επόμενο διάστημα το πρόβλημα να επιδεινώνεται όσο αυξάνονται τα έργα στις υποδομές, την ενέργεια και την ανέγερση νέων κατοικιών και ξενοδοχείων, ενώ, παράλληλα, ήδη η σημερινή συνθήκη αυξάνει τους χρόνους παράδοσης των έργων και επιβαρύνει το κόστος υλοποίησής τους.
Έρευνα του ΙΟΒΕ που είχε δημοσιευθεί μέσα στο 2022 ζωγράφιζε με μελανά χρώματα την εικόνα που υπάρχει σήμερα στο ζήτημα της απασχόλησης στον κλάδο των κατασκευών. Όπως σημείωνε χρειάζονταν επιπλέον τουλάχιστον 160.000 εργαζόμενοι σε κατασκευαστικούς και τεχνικούς τομείς σε όλα τα επίπεδα ειδίκευσης.
Μέσα σε περίπου μία δεκαετία το προσωπικό στον ευρύτερο κλάδο των κατασκευών μειώθηκε πάνω από 50%. Είναι ενδεικτικό ότι το συνολικό εργατικό δυναμικό στις κατασκευές ανερχόταν το 2008 σε 595.000. Έντεκα χρόνια μετά, το 2019 είχε πέσει στους 274.000 εργαζόμενους. Παράλληλα, ανησυχητικό για την πορεία και των επόμενων ετών ήταν το εύρημα πως οι νέοι έως 24 ετών αποτελούσαν μόλις το 2,1% του εργατικού δυναμικού του κλάδου το 2019, κατρακυλώντας από το 9,5% το 2008.
Αύξηση χρόνου και κόστους στα έργα
Η σταδιακή απαξίωση μεγάλου τμήματος ανθρώπινου κεφαλαίου των ελληνικών κατασκευαστικών επιχειρήσεων αποτελεί μία από τις μεγαλύτερες σημερινές προκλήσεις στον κλάδο δημιουργώντας βάσιμες αμφιβολίες για το εάν θα μπορέσει η χώρα να απορροφήσει όλα τα κονδύλια που θα διατεθούν για την υλοποίηση σημαντικών έργων, σημειώνει η πρόεδρος της Πανελλήνιας Ένωσης Συνδέσμων Εργοληπτών Δημοσίων Έργων – ΠΕΣΕΔΕ, Μαρία Τσιομπάνου, μιλώντας στο Business Daily.
Ο εταιρείες βρίσκονται πλέον αντιμέτωπες με υψηλότερο κόστος κατασκευής, επιβαρυμένο ήδη από τις ανατιμήσεις στα υλικά και χρονικές καθυστερήσεις εκτέλεσης που, κατά συνέπεια, φέρνουν και την αναπόφευκτη επιβολή ρητρών και, τελικά, με τη μείωση κερδών τους.
«Χρειαζόμαστε περίπου 50% επιπλέον χρόνο για να παραδώσουμε τα έργα καθώς δεν υπάρχει αρκετό προσωπικό για να δουλέψει στο πεδίο», αναφέρει η κ. Τσιομπάνου. Εξηγεί ότι πολλοί ήταν εκείνοι που εργάζονταν στις κατασκευές και μέσα στα χρόνια της κρίσης, στο πλαίσιο της αποεπένδυσης του κλάδου, επέλεξαν ή αναγκάστηκαν να αλλάξουν επάγγελμα ή ακόμη και χώρα. Έτσι, σήμερα, αφενός δεν υπάρχει αρκετό δυναμικό προκειμένου να δουλέψει στα έργα που τρέχουν, αφετέρου οι εναπομείναντες εργάζονται συχνά σε διαφορετικά έργα ταυτόχρονα αυξάνοντας τον απαιτούμενο χρόνο ολοκλήρωσης του έργου.
Παράλληλα, όπως σημειώνει, η θεαματικά αυξημένη ζήτηση συγκριτικά με την περιορισμένη προσφορά έχει ανεβάσει και το κόστος εργασίας κατά τουλάχιστον 20%. «Το πρόβλημα ήταν γνωστό και τα προηγούμενα χρόνια, αλλά όσο αυξάνονται τα έργα τόσο και εκείνο εντείνεται και αναμένουμε ότι θα επιδεινωθεί το επόμενο διάστημα» αναφέρει.
Έχασε 200.000 εργάτες η οικοδομή στα χρόνια της κρίσης
Από τους περίπου 400.000 εργαζομένους σε 160 κλάδους σχετικούς με την οικοδομική δραστηριότητα πριν την οικονομική κρίση, έχει χαθεί πλέον τουλάχιστον το 50%, τονίζει στο BD ο Πρόεδρος της Ένωσης Κατασκευαστών Κτιρίων, κ. Δημήτρης Καψιμάλης.
Μετά την είσοδο στη μεγάλη οικονομική κρίση και την καταβαράθρωση της οικοδομικής δραστηριότητας, πολλοί Έλληνες αλλά και μετανάστες από άλλες χώρες που εργάζονταν στην Ελλάδα στο κομμάτι της οικοδομής, έφυγαν για το εξωτερικό αναζητώντας νέες ευκαιρίες απασχόλησης, ενώ κάποιοι στράφηκαν σε άλλα επαγγέλματα στην Ελλάδα. Με τη σταθεροποίηση της οικονομίας και την αναστολή του ΦΠΑ, η οικοδομή άρχισε να ξαναβλέπει κινητικότητα και, τότε, ήταν που άρχισε να γίνεται αισθητό το κενό που δημιουργήθηκε μέσα στην κρίση.
Όπως λέει ο κ. Καψιμάλης, το πρόβλημα δεν είναι μόνο στην έλλειψη αρκετών χεριών, αλλά και στην έλλειψη ανθρώπων που γνωρίζουν τη δουλειά. Σε αυτές τις συνθήκες που δημιουργούνται στην αγορά, από τους 18-20 μήνες που θα χρειαζόταν, κατά μέσο όρο, η παράδοση μίας νέας πολυκατοικίας, πλέον ο χρόνος αυτός ανεβαίνει τουλάχιστον στους 26.
Ωστόσο, όπως λέει, το ζήτημα αυτό της έλλειψης προσωπικού πρόκειται να γίνει ακόμα πιο σύνθετο το επόμενο διάστημα. Ειδικά στην περιοχή της Αττικής, η υλοποίηση του μεγάλου έργου ανάπλασης του Ελληνικού, όπου θα πραγματοποιηθεί η ανέγερση πολλών νέων κτηρίων, πρόκειται να εντείνει δραματικά το πρόβλημα της έλλειψης εργατοτεχνικού προσωπικού τα επόμενα χρόνια.
Παράλληλα, όπως σημειώνει, όταν λήξει ο πόλεμος και η Ουκρανία αρχίσει να ξανακτίζεται μεγάλες κατασκευαστικές εταιρείες από την Ευρώπη θα αναζητήσουν πολλά εργατικά χέρια, προσφέροντας καλύτερες απολαβές. Έτσι, με το περισσότερο εξειδικευμένο και μη προσωπικό να συγκεντρώνεται εκεί, το πρόβλημα που εντοπίζεται σήμερα στην Ελλάδα να επεκταθεί και σε άλλες χώρες της γηραιάς ηπείρου.
Η αντιστροφή της έλλειψης ανθρώπινου δυναμικού αποτελεί ένα δύσκολο στοίχημα καθώς, όπως εξηγεί, κανείς δεν μπορεί να προβλέψει ποια θα είναι η πορεία της αγοράς μέσα στα επόμενα χρόνια και αν θα συνεχίσουν να χτίζονται νέα κτήρια με τον ίδιο ρυθμό. «Δεν μπορούμε να προβλέψουμε αν η ζήτηση για νέα κτίρια που παρουσιάστηκε εντός της διετίας 2021- 2023 πρόκειται να συνεχιστεί φέτος και το 2024», τονίζει, καθώς δεν έχει φανεί σε ποιο μέγεθος θα επηρεάσει την αγορά και τους ενδιαφερόμενους αγοραστές η αύξηση του πληθωρισμού και του κόστους ζωής. Τέλος, σημειώνει πως σημαντικό ρόλο θα παίξουν και οι συνθήκες που θα δημιουργηθούν, ειδικά στη διαμόρφωση των τιμών, όταν βγουν στην αγορά τα ακίνητα που έχουν περάσει σε τράπεζες και servicers.