Η Ευρώπη φαίνεται να κερδίζει τη «μάχη» με τη Ρωσία για το φυσικό αέριο, διατηρώντας την ενεργειακή της ασφάλεια ακόμα και εντός των χειμερινών μηνών, όπου η ζήτηση της ενέργειας παραδοσιακά αυξάνεται σημαντικά. Αυτό διαπιστώνει πρόσφατη ανάλυση της Moody’s που σημειώνει ότι συγκριτικά με δύο μήνες πριν, έχει μειωθεί η ανησυχία για την ανάγκη ακραίων μέτρων όπως η διακοπή της βιομηχανικής παραγωγής ή η χρήση δελτίων ενέργειας λόγω «τρύπας» στην ενεργειακή επάρκεια της γηραιάς ηπείρου ενώ, παράλληλα, μια νότα αισιοδοξίας έχει παρεισφρήσει στο επιχειρηματικό κλίμα. Η έκθεση εκτιμά ότι αν δεν υπάρξει παρατεταμένη περίοδος πολύ χαμηλών θερμοκρασιών η Ευρώπη θα μπορέσει να περάσει αλώβητη τον χειμώνα αυτόν.
Οι φόβοι γύρω από μια εκτεταμένη κρίση φυσικού αερίου στην Ευρώπη αυξήθηκαν κατακόρυφα το δεύτερο εξάμηνο του 2022, εντούτοις, η ανάλυση τονίζει ότι η ρωσική στρατηγική για το φυσικό αέριο δεν απέδωσε, τελικά, καρπούς. Η Ευρώπη κατάφερε να αντιμετωπίσει τις τακτικές πίεσης της Μόσχας και έχει αντικαταστήσει με επιτυχία τις χαμένες ρωσικές εισαγωγές φυσικού αερίου με εισαγωγές LNG. Παρόλο που η ευρωπαϊκή τιμή του φυσικού αερίου αυξήθηκε αμέσως μετά το κλείσιμο του Nord Stream 1 το περασμένο καλοκαίρι, ωστόσο η αγορά προσαρμόστηκε στη νέα ισορροπία και οι τιμές άρχισαν να υποχωρούν.
Όπως σημειώνει η ανάλυση, η Ευρώπη κατάφερε να «γυρίσει το παιχνίδι» αυξάνοντας σημαντικά τα ποσοστά αποθήκευσης φυσικού αερίου και αυξάνοντας τις εισαγωγές υγροποιημένου φυσικού αερίου κυρίως από τις ΗΠΑ. Έτσι πριν ξεκινήσει η χειμερινή σεζόν η Ευρώπη είχε γεμάτες κατά 95% τις αποθήκες της γεγονός που συντέλεσε ουσιαστικά στη διατήρηση σταθερών τιμών φυσικού αερίου τις τελευταίες εβδομάδες.
Εντούτοις, η ανάλυση της Moody’s σημειώνει πως η ΕΕ παραμένει αντιμέτωπη με την πρόκληση της να εξισορροπήσει τη ζήτηση και την προσφορά για να καταφέρει να βγει από το χειμώνα χωρίς να ξεμείνει από φυσικό αέριο. Σε ό,τι αφορά στη ζήτηση, εξοικονόμησης ενέργειας σε συνδυασμό με μια αναμενόμενη μείωση της κατανάλωσης λόγω των υψηλότερων τιμών έχουν συμβάλει στη συγκράτηση της ζήτησης, ιδίως από τον Μάιο, όταν η μηνιαία κατανάλωση για πρώτη φορά ξεπέρασε το ελάχιστο που παρατηρήθηκε κατά την περίοδο 2017- 2021.
Ωστόσο, οι χειμερινοί μήνες αναμένεται να έχουν αντίκτυπο. Εάν υπάρξει ένα μεγάλο διάστημα χαμηλών θερμοκρασιών που θα οδηγήσει σε υψηλότερη ζήτηση και λιγότερη δυνατότητα εξοικονόμησης ενέργειας, η διασφάλιση της συνέχειας της εφοδιασμού κατά τη διάρκεια του χειμώνα και την άνοιξη του 2023 θα είναι ζωτικής σημασίας. Σημειώνει, ωστόσο, ότι η Ευρώπη έχει πιάσει καλές ταχύτητες στη δημιουργία νέων τερματικών σταθμών για την εισαγωγή LNG που αναμένεται να τεθούν σε λειτουργία το πρώτο εξάμηνο του 2023.
Η εκτίμηση της Moody’s είναι ότι, εκτός της περίπτωσης να δούμε παρακάτω ένα παρατεταμένο βαρύ χειμώνα, η Ευρώπη θα καταφέρει να περάσει το χειμώνα αυτό χωρίς προβλήματα. Το κύμα ψύχους στις αρχές του Δεκεμβρίου οδήγησε σε ημερήσια κατανάλωση του αποθηκευμένου φυσικού αερίου κατά 0,5% κατά μέσο όρο από τις 4 έως τις 14 Δεκεμβρίου. Ένα ακραίο σενάριο, όπου τέτοιες μειώσεις θα εμφανίζονται κάθε ημέρα για τους επόμενους τέσσερις μήνες θα εξαντλούσε τα αποθέματα φυσικού αερίου κατά 65% και θα άφηνε την Ευρώπη αντιμέτωπη με μία μεγάλη «τρύπα» στην ενεργειακή της επάρκεια.
«Αυτό είναι ένα ακραίο σενάριο, αλλά οι υπολογισμοί μας δείχνουν ότι η Ευρώπη θα βγάλει το χειμώνα και ότι η απαίτηση αναπλήρωσης κατά το 2023, αν και σημαντική, δε θα είναι επαχθής. Ωστόσο, η απουσία ρωσικού φυσικού αερίου και η σημαντική απαίτηση αναπλήρωσης το επόμενο έτος συνεπάγεται ότι η αγορά θα παραμείνει σφιχτή» αναφέρει η ανάλυση.
Ποιοι οι κίνδυνοι που παραμένουν
Η Moody’s χαρακτηρίζει εξαιρετικά απίθανο το σενάριο οι ροές ρωσικού αερίου προς την Ευρώπη να επανέλθουν σύντομα υπογραμμίζοντας τη σημασία της πρωτοβουλίας RePower EU για την απεξάρτηση από το ρωσικό φυσικό αέριο έως το 2027 που πήρε η ΕΕ τον Μάιο του 2022. Αν και η Ρωσία πρόλαβε την κίνηση της ΕΕ μειώνοντας σημαντικά τις προμήθειες κατά τη διάρκεια του 2022, το RePower EU θα παραμείνει σε ισχύ, με τις χώρες της ευρωζώνης να συνεχίσουν να εστιάζουν στην αύξηση των ΑΠΕ. Ωστόσο, πρόκειται για ένα μακροχρόνιο σχέδιο καθώς οι σχετικές υποδομές δεν μπορούν να δημιουργηθούν από τη μία μέρα στην άλλη.
Παράλληλα, εξακολουθεί να υπάρχει το ενδεχόμενο νέας κρίσης το 2023 παρά την πρόοδο που έχει σημειωθεί στην αποθήκευση φυσικού αερίου. Η ΕΕ μπορεί να έχει αρχίσει να συνηθίζει την προοπτική ελάχιστων ή καθόλου ρωσικών εισαγωγών, ωστόσο, δεν έχει έτοιμες αντικαταστάσεις, γεγονός που θέτει σε κίνδυνο την ενεργειακή ασφάλεια. Στο πλαίσιο αυτό είναι κρίσιμο να καταφέρει να διατηρήσει εξίσου καλά αποτελέσματα στο κομμάτι της αποθήκευσης και το επόμενο διάστημα και να επεκταθεί πέραν των χειμερινών μηνών.
Ένας άλλος κίνδυνος περιστρέφεται γύρω από τον διαμοιρασμό της ενέργειας. Τα αποθέματα φυσικού αερίου είναι άνισα κατανεμημένα σε όλη την ΕΕ. Ενώ οι χώρες θα πρέπει να μοιράζονται τα αποθέματα, οι εθνικές ανάγκες μπορεί να υπερισχύουν προτεραιότητες της ΕΕ σε καταστάσεις έκτακτης ανάγκης. Σε ένα τέτοιο σενάριο, μεμονωμένες χώρες μπορεί να αντιμετωπίσουν ελλείψεις παρά τα επαρκή συνολικά αποθέματα.
Οι προοπτικές για τον πληθωρισμό αποτελούν βασικό κίνδυνο, καθώς περαιτέρω αυξήσεις στις τιμές του φυσικού αερίου θα μπορούσαν να οδηγήσουν τον πληθωρισμό σε νέα υψηλά βραχυπρόθεσμά. Οι απότομες, βραχυπρόθεσμες αυξήσεις του πληθωρισμού θα έπλητταν τους καταναλωτές και τις επιχειρήσεις και θα επιδείνωναν την κρίση του κόστους ζωής σε ολόκληρη την ΕΕ.
Υπάρχει, τέλος, ο κίνδυνος σημαντικής πτώσης της παραγωγής. Η έλλειψη φυσικού αερίου για μία παρατεταμένη περίοδο θα είχε ως αποτέλεσμα τη διακοπές στην βιομηχανική παραγωγή επηρεάζοντας σημαντικά χώρες της ΕΕ όπως η Γερμανία, όπου η χρήση φυσικού αερίου είναι υψηλή όχι μόνο για τη θέρμανση αλλά και για την παραγωγή. Οι βιομηχανικές ελλείψεις θα έπλητταν την ανάπτυξη, περιορίζοντας την παραγωγή και σε άλλους τομείς και θα προκαλούσαν περαιτέρω διαταραχές στις εφοδιαστικές αλυσίδες.