Τη... μητέρα των μαχών ετοιμάζονται να δώσουν τη Δευτέρα οι υπουργοί Ενέργειας της Ευρωπαϊκής Ένωσης, οι οποίοι μετά από μήνες συζητήσεων και τις εντατικές ζυμώσεις των τελευταίων εβδομάδων καλούνται να λήξουν το σίριαλ της θέσπισης του πλαφόν στις τιμές του φυσικού αερίου. Ήδη οι ηγέτες της ΕΕ... σφύριξαν τη λήξη και ζήτησαν να καταλήξουν άμεσα οι υπουργοί στο τελικό ανώτατο όριο, ενώ οι δύο αντίπαλες ομάδες κρατών – μελών ετοιμάζονται για τον καθοριστικό γύρο.
Ειδικότερα, στη Σύνοδο των ηγετών της ΕΕ εντός της εβδομάδας που πέρασε αποφασίστηκε πως έχει έρθει η ώρα να δοθεί τέλος στους μήνες της πολιτικής διαμάχης αναφορικά με τον τρόπο περιορισμού της αύξησης των τιμών. Ωστόσο, το μεγάλο πρόβλημα παραμένει ανοιχτό και αφορά, φυσικά, το πού θα τεθεί το ανώτατο όριο των τιμών του φυσικού αερίου. Ζήτημα που έχει προκαλέσει ήδη από την περασμένη άνοιξη ρήγμα εντός της ΕΕ.
Από το όριο των 275 ευρώ που είχε αρχικά προταθεί την Κομισιόν, ήδη, μετά από διαπραγματεύσεις, η συζήτηση είχε φθάσει στα 200 ευρώ μετά από σχετική παρέμβαση της Τσεχίας. Μία ομάδα χωρών, ανάμεσά τους το Βέλγιο, η Πολωνία, η Ιταλία, η Ελλάδα υποστηρίζουν ότι το όριο είναι απαραίτητο για να προστατευτούν οι οικονομίες τους από την άνοδο των τιμών της ενέργειας. Στην «απέναντι πλευρά», η Γερμανία, η Ολλανδία και η Αυστρία, θεωρούν πως μία τέτοια απόφαση μπορεί να μειώσει την προσφορά LNG στην Ευρώπη. Μέχρι πρόσφατα, η αριθμητική των ισορροπιών εντός της Ε.Ε. έδειχνε ότι οι χώρες που υποστηρίζουν το πλαφόν, ανάμεσά τους και η Ελλάδα, είχαν την πλειοψηφία, με βάση το σύστημα της σταθμισμένης ψήφου.
Ωστόσο, παρά την πρόοδο που είχε σημειωθεί, τα κράτη – μέλη της ΕΕ δεν κατάφεραν να καταλήξουν σε συμφωνία λόγω της πίεσης που άσκησε η Γερμανία για να καθυστερήσει η απόφαση μέχρι την επόμενη υπουργική συνεδρίαση. Όμως, φαίνεται ότι και η Γαλλία έχει μετακινηθεί στην πλευρά της ομάδας της Γερμανίας, κάτι που θα μπορούσε να αλλάξει τις ισορροπίες και να επιτρέψει την έγκριση αποφάσεων εις βάρος των χωρών που υποστηρίζουν το πλαφόν, κάτι που φάνηκε να υπαινίσσεται ο Γερμανός Οικονομίας της Γερμανίας Ρόμπερτ Χάμπεκ.
Σε δηλώσεις του σύμφωνα με το Reuters, τόνισε ότι κατά τη διάρκεια της συνόδου υπήρξε πρόοδος στα τεχνικά ζητήματα που συνδέονται με το πλαφόν και άφησε ανοιχτό το ενδεχόμενο να επιτευχθεί μια λύση όχι με ομοφωνία αλλά με πλειοψηφία. «Επιτύχαμε μια συμφωνία κατά 90-95% για το πλαφόν στην τιμή του αερίου όμως τα μεγάλα και συμβολικά ζητήματα δεν έχουν ακόμη επιλυθεί», είπε ο Χάμπεκ, σημειώνοντας ότι οι χώρες χρειάζονται περισσότερο χρόνο.
Με την πίεση να συνεχίζει από τις χώρες – όπως η Ελλάδα – που θέλουν το όριο να τεθεί κάτω από τα 220 ευρώ ανά μεγαβατώρα, διπλωματικές πηγές που επικαλείται το Bloomberg σημειώνουν πως η Γερμανία φαίνεται διατεθειμένη να φτάσει μέχρι και τα 180 ευρώ. Ωστόσο, ο Γερμανός καγκελάριος Όλαφ Σολτς έδωσε άλλο σήμα, δηλώνοντας πως το ζητούμενο είναι το ανώτατο όριο τιμών φυσικού αερίου να οριστεί τόσο ψηλά ώστε να μη χρειαστεί να εφαρμοστεί.
Ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης, που είχε προτείνει από την περασμένη άνοιξη την υιοθέτηση του πλαφόν, υπογράμμισε ότι «είναι λυπηρό το γεγονός ότι χρειαστήκαμε τόσους μήνες για να καταλήξουμε σε μία αυτονόητη απόφαση, να περιορίσουμε το ύψος των τιμών του φυσικού αερίου έτσι ώστε να αποτρέπουμε την εργαλειοποίησή του από τη Ρωσία. Όμως αυτήν τη φορά, είμαι αισιόδοξος ότι στις 19 Δεκεμβρίου θα έχουμε μία απόφαση η οποία θα είναι εναρμονισμένη με τις ελληνικές επιδιώξεις».
Υπέρ των... «πλαφονομάχων» φαίνεται ότι λειτουργεί τόσο η θέση της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, όσο και εκείνη του διαχειριστή των χρηματιστηρίων ICE. Πιο αναλυτικά, τον κώδωνα του κινδύνου έκρουσε η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα πρόσφατα με γνωμοδότηση υπογεγραμμένη από την πρόεδρο Κριστίν Λαγκάρντ που προειδοποιεί πως η θέσπιση του ανώτατου ορίου για το φυσικό αέριο μπορεί να θέσει σε κίνδυνο τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα στην Ευρωζώνη. Ο σχεδιασμός του μηχανισμού μπορεί να αυξήσει τη μεταβλητότητα και τα συναρτώμενα με αυτή margin calls, να μειώσει την ικανότητα των αντισυμβαλλομένων στις αγορές να διαχειρίζονται τους κινδύνους και να δώσει κίνητρα για τις μεταφορές συναλλαγών εκτός των χρηματιστηρίων, εκεί όπου δεν υπάρχει κεντρική εκκαθάριση.
Από την πλευρά του το Intercontinental Exchange (ICE), ο αμερικανικός οργανισμός που ελέγχει την αγορά φυσικού αερίου στην Ολλανδία, απείλησε ότι θα αποσύρει την αγορά εμπορίας φυσικού αερίου από την Ολλανδία, εάν η ΕΕ καταλήξει τελικά στη θέσπιση του πλαφόν. Με ειδική έκθεση προς τα κράτη – μέλη, το ICE τόνιζε ότι η ταχεία επιβολή πλαφόν δεν θα επέτρεπε στους πελάτες να προσαρμοστούν ή στον διαχειριστή της αγοράς να ελέγξει την ανθεκτικότητα του συστήματος και να τσεκάρει τα συστήματα διαχείρισης κινδύνου. Στο πλαίσιο αυτό, οι έμποροι θα έπρεπε να επανυπολογίσουν το κόστος και τους κινδύνους πιέζοντας και πάλι τις τιμές προς τα πάνω. «Είναι ευθύνη του ICE ως διαχειριστή της αγοράς να εξετάσει όλες τις επιλογές εάν συμφωνηθεί αυτός ο μηχανισμός, μέχρι και εάν μια αποτελεσματική αγορά στην Ολλανδία εξακολουθεί να είναι βιώσιμη», αναφερόταν στην επιστολή.