Το συνεχώς διογκούμενο κύμα ανατιμήσεων, χωρίς να διαφαίνεται «φως στο βάθος του τούνελ», υποχρεώνει το οικονομικό επιτελείο της κυβέρνησης να προχωρήσει σε νέα επί τα χείρω αναθεώρηση των προβλέψεων για την ταχύτητα του πληθωρισμού το τρέχον έτος ανεβάζοντας τον πήχη στη περιοχή του 9%, έναντι 5,6% που ήταν η πρόβλεψη στο Πρόγραμμα Σταθερότητας και μόλις 0,8% που ήταν η αρχική.
Ωστόσο, στο προσχέδιο του νέου προϋπολογισμού που θα κατατεθεί στη Βουλή τη προσεχή Δευτέρα προβλέπεται σημαντική αποκλιμάκωση των πληθωριστικών πιέσεων το 2023 στο 3%, με την παραδοχή ότι το κύμα ανατιμήσεων θα «πιάσει οροφή» φέτος και θα αρχίσει να ξεφουσκώνει από το επόμενο έτος.
Όμως το ζητούμενο για το αν θα επιβεβαιωθούν οι προβλέψεις παραμένει, καθώς η μέχρι σήμερα εμπειρία δείχνει ότι η τροχιά του πληθωρισμού διέψευσε ακόμα και τις πλέον απαισιόδοξες εκτιμήσεις σε διεθνές επίπεδο με τους κεντρικούς τραπεζίτες, τους οίκους και τους αναλυτές να πέφτουν έξω στις προβλέψεις για την ένταση και τη διάρκεια των πληθωριστικών εκρήξεων.
Οι αναθεωρημένες εκτιμήσεις του οικονομικού επιτελείου διαφοροποιούνται σημαντικά σε σχέση με εκείνες της Κομισιόν, σύμφωνα με τις οποίες ο πληθωρισμός θα τρέξει το 2022 με ρυθμό 8,1% και ο ρυθμός αύξησης θα εξασθενήσει στο 5,5% το 2023. Σημειώνεται ότι η Τράπεζα της Ελλάδας εκτιμά ότι ο μέσος δείκτης θα διαμορφωθεί φέτος στο 7,6% το 2022, ενώ το ΙΟΒΕ κάνει λόγο για ρυθμό 9% - 9,6%.
Μέσα σε αυτό το σκηνικό με ιδιαίτερο ενδιαφέρον αναμένονται αύριο οι προκαταρκτικές προβλέψεις της Eurostat για την πορεία του εναρμονισμένου δείκτη τιμών καταναλωτή οι τιμές στην ευρωζώνη τον Σεπτέμβριο, με τους αναλυτές να αναμένουν νέα άνοδο του πληθωρισμού στο 9,7% από 9,1% τον Αύγουστο και 8,9% τον Ιούλιο με το πλέον ανησυχητικό στοιχεία την ενίσχυση του δομικού πληθωρισμού, πράγμα που αποτυπώνει τη διάχυση της ακρίβειας στην οικονομία.
Επισημαίνεται ότι ο πληθωρισμός με βάση το δείκτη τιμών της ΕΛΣΤΑΤ διαμορφώθηκε στο 11,4% τον Αύγουστο και δεδομένου ότι ο δείκτης της Eurostat είναι πάντα χαμηλότερος από τον εθνικό δείκτη ο πληθωρισμός τον Σεπτέμβριο θα είναι σημαντικά υψηλότερος.
Στις δηλώσεις του στη Naftemporiki T.V. ο υπουργός Οικονομικών Χρ. Σταϊκούρας αναγνώρισε το πρόβλημα τους αυξημένου ενεργειακού κόστους, αλλά συνέστησε ψυχραιμία στους φορείς της αγοράς που προβλέπουν λουκέτα και απολύσεις λόγω της ενεργειακής κρίσης, υποστηρίζοντας «ότι αντίστοιχες εκτιμήσεις διατυπώθηκαν και την περίοδο της υγειονομικής κρίσης αλλά δεν επιβεβαιώθηκαν».
Πάντως τα στοιχεία δείχνουν ότι οι τιμές βασικών ειδών συνεχίζουν να αυξάνονται με υψηλές ταχύτητες, επιφέροντας ισχυρά πλήγματα στα εισοδήματα των νοικοκυριών αλλά και στις επιχειρήσεις και αναγκάζοντας την πλειοψηφία των καταναλωτών να προχωρούν σε μείωση των δαπανών τους. Είναι ενδεικτικό ότι σύμφωνα με πρόσφατη έρευνα του Επαγγελματικού Επιμελητηρίου Αθηνών, πάνω από 8 στους 10 Έλληνες δηλώνουν ότι μειώνουν την κατανάλωση ενέργειας και τις αγορές καταναλωτικών προϊόντων, το 66,4% τις μετακινήσεις με αυτοκίνητο και το 66% τις μέρες των διακοπών.
Τον κώδωνα του κινδύνου για τον πληθωρισμό έχει κρούσει ο διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος Γ. Στουρνάρας, σημειώνοντας ότι το υψηλό ενεργειακό και διατροφικό κόστος διαχέεται στις συνιστώσες του πυρήνα του πληθωρισμού και επισημαίνοντας ότι οι αυξήσεις των τιμών, ιδίως στα αγαθά με ανελαστική ζήτηση, έχουν διανεμητικές επιδράσεις, πλήττοντας περισσότερο τα νοικοκυριά με χαμηλότερα εισοδήματα, με αποτέλεσμα αυτά να μειώνουν τόσο τις αποταμιεύσεις τους για να καλύψουν τις βασικές τους ανάγκες όσο και την καταναλωτική τους δαπάνη.
Στο μεταξύ οι πληθωριστικές πιέσεις που οδηγούν σε αύξηση των επιτοκίων και οι αναταράξεις στην αγορά ομολόγων προβληματίζουν έντονα το οικονομικό επιτελείο, αλλά δεν αποτελούν εστία κινδύνου για το δημόσιο χρέος. Σύμφωνα με τον υπουργό Οικονομικών το ταμειακό «μαξιλάρι» των 38 δισ. ευρώ βοηθά στην ομαλή εξυπηρέτηση του δημόσιου χρέους χωρίς να «πιέζεται» το Δημόσιο να βγει φέτος, ίσως και το χρόνου στις αγορές, εάν συνεχιστεί το πρόβλημα.
Όπως τονίζουν αρμόδιες πηγές, αν υπάρξουν κινήσεις με εκδόσεις ομολόγων θα γίνουν με γνώμονα το μειωμένο ρίσκο και το χαμηλότερο δυνατό κόστος και με βάση τη στρατηγική που προβλέπει ενεργή επικοινωνία με τις αγορές ακόμα και σε περιόδους αναταραχών. Σημειώνεται ότι από τις αρχές του έτους έχουν αντληθεί από τις διεθνείς αγορές 7 δισ. ευρώ από τα συνολικά 12 δισ. ευρώ του προβλέπει το φετινό πρόγραμμα δανεισμού, ενώ πρόσθετα ποσά έχουν αντληθεί με απευθείας τοποθετήσεις ομολόγων στις ελληνικές τράπεζες.