Στην επίσκεψη του Γερμανού υπ. Οικονομικών από τους Φιλελευθέρους Κρίστιαν Λίντνερ στην Αθήνα αναφέρεται ρεπορτάζ στην Süddeutsche Zeitung του Μονάχου, όπως αναφέρει η Deutsche Welle, με τίτλο «Η Ελλάδα δεν είναι πια η εξαίρεση της ευρωζώνης» και σημειώνει: «Ο τελευταίος Γερμανός υπ. Οικονομικών που ταξίδεψε στην Αθήνα ήταν ο Βόλφγκανγκ Σόιμπλε από τους Χριστιανοδημοκράτες (…) O νέος υπ. Οικονομικών ονομάζεται Κρίστιαν Λίντνερ. Ήταν ο πρώτος μετά τον Σόιμπλε που προσγειώθηκε την Τρίτη στην Αθήνα. Η συγκυρία, σωστή: οι υπ. Οικονομικών της ευρωζώνης συναντώνται την Πέμπτη στο Λουξεμβούργο, με ένα εκ των θεμάτων της ημερήσιας διάταξης να είναι ο τερματισμός της αυστηρής δημοσιονομικής εποπτείας της Ελλάδας αυτό το καλοκαίρι. Θα κλείσει έτσι ένα 'δύσκολο' κεφάλαιο δήλωσε ο Έλληνας υπ. Οικονομικών Χρήστος Σταϊκούρας μετά τη συνάντηση με τον Λίντνερ. 'Δεν είμαστε πια η εξαίρεση της ευρωζώνης'. O Λίντνερ έκανε λόγο για ένα 'θετικό μήνυμα για την εξομάλυνση των ελληνικών δημόσιων οικονομικών' και για μια 'ξεχωριστή και σημαντική εβδομάδα' για την Ελλάδα».
Το δημοσίευμα υπενθυμίζει ότι «κατά την οικονομική κρίση οι ελληνογερμανικές σχέσεις επλήγησαν, επειδή η Γερμανία επέμενε σε μια αυστηρή πολιτική λιτότητας ως αντάλλαγμα για τη δανειακή βοήθεια». Μάλιστα το ρεπορτάζ αναφέρεται και στην περίοδο που υπ. Οικονομικών διετέλεσε ο Γιάνης Βαρουφάκης, πορτραίτο του οποίου μπορεί κανείς να δει ακόμη στο ελληνικό υπ. Οικονομικών. Ο Βαρουφάκης «είχε εκφράσει έντονα την αντίθεσή του προς τις γερμανικές θέσεις την περίοδο της δημοσιονομικής κρίσης». Όμως «έκτοτε η κατάσταση σε πολιτικό επίπεδο έχει εκτονωθεί σημαντικά» παρατηρεί η SZ. «Η Ελλάδα έχει καταβάλει σημαντικές προσπάθειες για να μπει σε τροχιά βιώσιμης ανάπτυξης και να εφαρμόσει φιλόδοξες μεταρρυθμίσεις» σημειώνει.
Το δημοσίευμα μεταξύ άλλων σημειώνει: «Όντως τα πράγματα πηγαίνουν καλύτερα στην Ελλάδα (…) Παρόλ‘ αυτά ο Λίντνερ βλέπει 'μεγάλες προκλήσεις που δεν έχουν αλλάξει'. Υπάρχουν ακόμη 'πολλά να γίνουν', ακόμη κι αν το συνολικό επίπεδο του χρέους δεν προκαλεί ανησυχία, τουλάχιστον βραχυπρόθεσμα».
Ο Ερντογάν «κάνει τους γείτονες εχθρούς»
Στα ελληνοτουρκικά και συγκεκριμένα στις πρόσφατες δηλώσεις του Ταγίπ Ερντογάν, ο οποίος βάλλει ευθέως κατά της Ελλάδας βάζοντας στο στόχαστρο την κυριαρχία στην περιοχή του ανατολικού Αιγαίου εστιάζει η Zeit Online: «Η Ελλάδα έχει θορυβηθεί. Οι δηλώσεις Ερντογάν είναι η πιο πρόσφατη πρόκληση σε μια σύγκρουση, που κλιμακώνεται εδώ και εβδομάδες. Απειλεί να αποσταθεροποιήσει τη νοτιοανατολική πτέρυγα του ΝΑΤΟ -παρόλο που η αμυντική συμμαχία προσπαθεί να συσπειρωθεί απέναντι στον πόλεμο στην Ουκρανία. Κι ενώ η Τουρκία θεωρείται από πολλές δυτικές χώρες δύσκολος σύμμαχος, οι περισσότεροι Έλληνες βλέπουν τους γείτονες ως εχθρούς».
Σε άλλο σημείο η ανάλυση παρατηρεί: «Ο ανταγωνισμός μεταξύ των δύο γειτονικών χωρών μετρά δεκαετίες και έφτασε στην κλιμάκωση πολλές φορές, με πιο πρόσφατη το καλοκαίρι του 2020 (…) Tώρα η Ελλάδα εξοπλίζεται εν αναμονή έντονου καλοκαιριού. Εξαιτίας της ορατής τουρκικής απειλής, εδώ και δύο χρόνια εξοπλίζεται μαζικά, με δισεκατομμύρια ευρώ να ρέουν στο ναυτικό και την αεροπορία». Kλείνοντας γίνεται αναφορά και στη στάση της νυν γερμανικής κυβέρνησης σημειώνοντας: «Σε αντίθεση με την προκάτοχό του, Άγκελα Μέρκελ, ο Όλαφ Σολτς βρήκε πρόσφατα ξεκάθαρα λόγια για τη διαμάχη στην ανατολική Μεσόγειο προειδοποιώντας την Τουρκία να επιδείξει αυτοσυγκράτηση».
Άλλη μια ανάλυση για την όξυνση της ρητορικής Ερντογάν, τα τουρκικά αιτήματα περί αποστρατιωτικοποίησής ελληνικών νησιών και τους ελληνικούς φόβους, στην ιστοσελίδα tagesschau.de του πρώτου καναλιού της γερμανικής δημόσιας τηλεόρασης. Μετά από παρουσίαση των τουρκικών απειλών και των ελληνικών θέσεων το δημοσίευμα παρατηρεί: «Πάνω από όλα η λεκτική κλιμάκωση (της Τουρκίας) δημιουργεί στους Έλληνες άβολα συναισθήματα. Οι περισσότεροι ελπίζουν ότι η πολεμική ρητορική του Τούρκου προέδρου είναι απλώς μέρος της προεκλογικής εκστρατείας του. Τον επόμενο χρόνο διεξάγονται προεδρικές εκλογές και ο Ερντογάν έχει ανακοινώσει ήδη την υποψηφιότητά του. Ωστόσο η κατάσταση της οικονομίας είναι κακή, με τον πληθωρισμό να ξεπερνά το 70% σύμφωνα με επίσημα στοιχεία.Γιατί λοιπόν να μην πυροδοτήσει μια σύγκρουση που σιγοκαίει εδώ και δεκαετίες προκειμένου να αποσπάσει την προσοχή; Κανείς δεν θέλει πραγματικά να προβλέψει πόσο μακριά μπορεί να φτάσει ο Ερντογάν».