Με «ανεβασμένες» ταχύτητες εξετάζονται από την κυβέρνηση και την πολιτική ηγεσία του υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας όλες οι επιλογές για την εξασφάλιση της ενεργειακής επάρκειας της χώρας σε περίπτωση απότομης διακοπής των ροών φυσικού αερίου από τη Ρωσία αλλά και, εν γένει, για την ενεργειακή απεξάρτηση από τη Μόσχα. Στο «τραπέζι», λοιπόν, τίθενται όλα τα πιθανά σενάρια για την ενίσχυση των υποδομών για την εισροή μεγαλύτερων αποθεμάτων υγροποιημένου φυσικού αερίου, για την αποθήκευση φυσικού αερίου και, τέλος, για την επαναλειτουργία των λιγνιτικών μονάδων με στόχο την θωράκιση του συστήματος.
Κρίσιμος παράγοντας στους ανασχεδιασμούς της ενεργειακής πολιτικής της χώρας αλλά και της Ευρωπαικής Ένωσης αποτελεί το υγροποιημένο φυσικό αέριο. Για να αντισταθμιστούν οι απώλειες του 1/3 εισαγωγών φυσικού αερίου από τη Ρωσία, η ΕΕ στοχεύει σημαντικά στην ενίσχυση των ροών LNG αλλά και στις σχετικές υποδομές για την αποθήκευσή του. Στο πλαίσιο αυτό, δεν ήταν τυχαία και η επίσκεψη της Επιτρόπου Ενέργειας της ΕΕ, Κάντρι Σίμσον, χτες στις εγκαταστάσεις του ΔΕΣΦΑ στη Ρεβυθούσα όπου αναφέρθηκε στη σημασία του ρόλου που μπορεί να παίξει η Ελλάδα ως κόμβος υγροποιημένου φυσικού αερίου για την ευρύτερη περιοχή.
Οι εγκαταστάσεις τη Ρεβυθούσας σήμερα διαθέτουν ικανότητα αποθήκευσης 225.000 κ.μ. LNG από τα 2,5 δισ. κυβικών μέτρων LNG που χρειάζεται ετησίως η χώρα. Σύμφωνα με τις αποφάσεις που ελήφθησαν στην έκτακτη συνεδρίαση της Επιτροπής Διαχείρισης Κρίσεων του ΥΠΕΝ, ο ΔΕΣΦΑ εξετάζει μία πρώτη ανάλυση κόστους - οφέλους για την προσθήκη μίας επιπλέον πλωτής δεξαμενής Υγροποιημένου Φυσικού Αερίου (ΥΦΑ) στις εγκαταστάσεις της Ρεβυθούσας που θα διπλασιάσει σχεδόν την αποθηκευτική δυνατότητα των εγκαταστάσεων και θα αυξήσουν την ευελιξία της αλυσίδας εφοδιασμού με ΥΦΑ. Δηλαδή, θα υπάρχει η δυνατότητα υποδοχής πλοίων σε περιόδους που οι σταθερές δεξαμενές είναι γεμάτες.
Στα σενάρια που εξετάζει τώρα το ΥΠΕΝ, σύμφωνα με πληροφορίες, είναι μία πλωτή δεξαμενή που μπορεί να προσφέρει άμεσα την ευελιξία δύο πλοίων, τα οποία θα μπορούν να ξεφορτώνουν εναλλάξ χωρίς τη δέσμευση δημιουργίας πιο μόνιμων υποδομών που ενδεχομένως να μη χρειαστούν όταν ομαλοποιηθούν και πάλι οι συνθήκες στην ενέργεια. Ωστόσο, εξετάζεται και η περίπτωση μίας μόνιμης πλωτής δεξαμενής, που ωστόσο θα χρειαστεί μεγαλύτερο χρόνο για την εγκατάσταση και σύνδεσή της με το δίκτυο ενώ αφού υπάρξουν οι σχετικές μελέτες θα εκτιμηθεί το κόστος και θα υπάρξει και σχετικός διαγωνισμός. Ήδη, ωστόσο, Βουλγαρία και Ρουμανία έχουν κλειδώσει αποθηκευτικό χώρο για εισαγωγή φορτίων από τη Ρεβυθούσα.
Επιπρόσθετα, μέσα στον προηγούμενο μήνα τη δημιουργία ενός δεύτερου τερματικού σταθμού LNG στην Αλεξανδρούπολη με ιδιωτικά κεφάλαια ανακοίνωσε ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης. Σε ό,τι αφορά στον πρώτο προς υλοποίηση πλωτό Τερματικό Σταθμό Υγροποιημένου Φυσικού Αερίου (LNG), έχει ήδη ληφθεί η Τελική Επενδυτική Απόφαση (FID) όπως ανακοίνωσε η Gastrade που αναπτύσσει το έργο. Η Πλωτή Μονάδα Αποθήκευσης και Αεριοποίησης (FSRU), χωρητικότητας 153.500 κ.μ. LNG, θα συνδεθεί με το Εθνικό Σύστημα Μεταφοράς Φυσικού Αερίου της Ελλάδας με αγωγό μήκους 28 χλμ., μέσω του οποίου το αεριοποιημένο LNG θα προωθείται στις αγορές της Ελλάδας, της Βουλγαρίας αλλά και της ευρύτερης περιφέρειας, από τη Ρουμανία, τη Σερβία και τη Β. Μακεδονία, μέχρι τη Μολδαβία και την Ουκρανία. Ο τερματικός σταθμός αναμένεται να λειτουργήσει στα τέλη του 2023, με τη συμβολαιοποιημένη δυναμικότητα αεριοποίησης να φθάνει ήδη μέχρι και το 50% της τεχνικής δυναμικότητάς των 5,5 δισ. κ.μ. ανά έτος.
Παράλληλα, η Gastrade, ανακοίνωσε και την κατάθεση στη ΡΑΕ της αίτησης για την αδειοδότηση του «ΑΣΦΑ Θράκης», δεύτερου πλωτού σταθμού αποθήκευσης και αεριοποίησης LNG, στο Θρακικό Πέλαγος. Το έργο υπολογίζεται να έχει ολοκληρωθεί έως το 2025 και να διαθέτει ικανότητα αποθήκευσης 170.000 κ.μ. και παράδοσης έως και 22,7 εκ. κ.μ. φυσικού αερίου ημερησίως ή 5,5 δισ. κ.μ. ετησίως.
Επίσης, ο όμιλος Motor Oil προχωράει στην ανάπτυξη του έργου «Διώρυγα Gas», νοτιοδυτικά του διυλιστηρίου της στους Αγ. Θεοδώρους. Πρόκειται για ένα έργο που εντάσσεται στο 10ετές πλάνο ανάπτυξης του ΔΕΣΦΑ (2021-2030) με χωρητικότητα αποθήκευσης ως 210.000 κυβικά. Το έργο αναμένει στο τέλος του έτους την επενδυτική απόφαση και μπορεί να έχει ολοκληρωθεί έως το τέλος της επόμενης χρονιάς.
Επανεξετάζονται τα κόστη για την Αποθήκη της Ν. Καβάλας
Σε κομβικό ζήτημα αναδεικνύεται η δυνατότητα αποθήκευσης φυσικού αερίου σε όλη την Ευρώπη, με την Κομισιόν να έχει ήδη προτείνει το μέτρο της υποχρεωτικής διατήρησης γεμάτων των αποθηκών φυσικού αερίου στο 90% στην αρχή της χειμερινής περιόδου. Τα κράτη, όπως η Ελλάδα, που δε διαθέτουν εγκαταστάσεις αποθήκευσης θα πρέπει να φροντίσουν να διασφαλίσουν την αποθήκευση του 15% της ετήσιας κατανάλωσης φυσικού αερίου της χώρας σε άλλο κράτος – μέλος της ΕΕ, με τον ΔΕΣΦΑ να βρίσκεται σε συζητήσεις με τον Ιταλό Διαχειριστή για μία τέτοια πιθανότητα.
Στο πλαίσιο αυτό, αποκτά νέα βαρύτητα η Αποθήκη της Ν. Καβάλας που συζητείται εδώ και πολλά χρόνια και για την οποία έχει δοθεί νέα παράταση στη διαβούλευση από τη ΡΑΕ επί α) της εισήγησης του ΔΕΣΦΑ για το Πρόγραμμα Ανάπτυξης του ΕΣΦΑ 2022-2031 και β) του Πλαισίου Κανονισμού Τιμολόγησης για την Υπόγεια Αποθήκη της Νότιας Καβάλας. Η διαβούλευση κανονικά ολοκληρωνόταν στις 28 Μαρτίου 2022, ωστόσο ακόμα δεν είναι σαφές ότι τα ζητήματα του κόστους θα ξεπεραστούν και θα οδηγηθούμε σε ένα γόνιμο διαγωνισμό του ΤΑΙΠΕΔ.
Μάλιστα, σύμφωνα με πηγές που γνωρίζουν καλά το ζήτημα, η ΡΑΕ βρίσκεται σε διαδικασία επανεξέτασης του κόστους κατασκευής της αλλά και του ποσοστού κοινωνικοποίησης, του «λογαριασμού» δηλαδή που θα κληθούν να πληρώσουν οι καταναλωτές, Όπως σημειώνουν οι πηγές αυτές, με δεδομένα τα αυξημένα κόστη του φυσικού αερίου σήμερα, το γέμισμα μόνο της αποθήκης μπορεί να ξεπεράσει σε κόστος τα 500 εκατ. ευρώ ανεβάζοντας το συνολικό κόστος κατασκευής της Αποθήκης πάνω από ένα δισ. ευρώ, ποσό απαγορευτικό για τους επενδυτές. Έτσι, θα εξετάζονται όλα τα σενάρια και η κατασκευή ή όχι της Αποθήκης θα κριθεί τελικά τόσο από το αν θα υπάρξει υποχρεωτικότητα του 15% της ετήσιας κατανάλωσης ΦΑ και από τα τελικά κόστη που θα κρίνουν αν θα εκδηλωθεί ενδιαφέρον από επενδυτές στον διαγωνισμό.
Υπενθυμίζεται ότι η ΡΑΕ έχει θέσει σε δημόσια διαβούλευση την πρόταση για την ανάπτυξη του δικτύου φυσικού αερίου που προτείνει ο ΔΕΣΦΑ ώστε να συνδεθεί το κεντρικό σύστημα με την υπόγεια αποθήκη αερίου της Ν. Καβάλας, διατηρώντας επιφυλάξεις όσον αφορά στη σχέση κόστους/οφέλους, καθώς εκτιμά ότι το τελικό κόστος θα είναι πολύ υψηλότερο από αυτό που έχει υπολογίσει ο Διαχειριστής, με δεδομένο ότι θα απαιτηθεί από την ΕΕ, το νέο δίκτυο φυσικού αερίου να μπορεί να υποστηρίξει την μεταφορά υδρογόνου.
Όπως σημειώνει η ΡΑΕ, «το κόστος των 422 εκ. ευρώ αφορά την κατασκευή αγωγού ο οποίος δεν μπορεί να χρησιμοποιηθεί για τη μεταφορά υδρογόνου. Καθώς η ΡΑΕ, σύμφωνα με τις ευρωπαϊκές κατευθύνσεις, θα απαιτεί στο εξής όλοι οι νέοι αγωγοί που κατασκευάζονται να είναι «hydrogen-ready», το κόστος της επαύξησης θα είναι τελικά μεγαλύτερο των 422 εκ. ευρώ. Επίσης, η εκτίμηση αυτή κρίνεται συντηρητική, καθώς δεν λαμβάνει υπόψη τις αυξημένες τιμές χάλυβα και λοιπών πρώτων υλών».
Παράλληλα, την ίδια παράταση πήρε και η διαβούλευση για τον κανονισμό τιμολόγησης της αποθήκης, με τη ΡΑΕ να σημειώνει, ανάμεσα σε άλλα, ότι δεν έχει περιληφθεί το κόστος για το απαραίτητο για τη λειτουργία της ΥΑΦΑ cushion gas (το μη αντλήσιμο φυσικό αέριο που είναι αναγκαίο να υπάρχει πάντα στην αποθήκη ώστε να μπορεί να εκείνη να λειτουργήσει) και το οποίο η ΡΑΕ υπολογίζει σε 47 - 60 εκ. ευρώ, χαρακτηρίζοντας η ίδια συντηρητική την εκτίμηση της, καθώς βασίζεται στις ασυνήθιστα χαμηλές τιμές φυσικού αερίου του 2020.
Αυτό είναι και ένα από τα σημεία που προβληματίζουν ιδιαίτερα πλευρές της αγοράς που επισημαίνουν ότι αυτός ο υπολογισμός απέχει πολύ από την πραγματικότητα υποστηρίζοντας πως με τις σημερινές τιμές του φυσικού αερίου ο τελικός επενδυτής θα πρέπει να καταβάλει τελικά ένα ποσό τουλάχιστον πέντε φορές μεγαλύτερο.
Ενεργειακή επάρκεια και τιμές κρίνουν το μέλλον του λιγνίτη
Εγκαινιάζοντας το μεγαλύτερο φωτοβολταϊκό έργο στη χώρα στην Κοζάνη, ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης πριν από δύο μέρες σηματοδότησε την επιστροφή στην ασφάλεια του λιγνίτη για τα επόμενα δύο χρόνια με αύξηση της εξόρυξης κατά 50%, ώστε να μειωθεί βραχυπρόθεσμα η εξάρτηση από το φυσικό αέριο. Υπογράμμισε ωστόσο ότι αυτό δεν ανατρέπει στο ελάχιστο τον σχεδιασμό για την πράσινη μετάβαση, ούτε αλλάζει τα πραγματικά δεδομένα για τον λιγνίτη.
Προκειμένου να υπάρξει αύξησης της παραγωγής ενέργειας, η νέα μονάδα της ΔΕΗ στην Πτολεμαΐδα 5 θα λειτουργήσει ως λιγνιτική μέχρι το 2028, ενώ αν χρειάζεται θα μείνουν ανοικτές για μεγαλύτερο διάστημα και οι παλιότερες λιγνιτικές μονάδες του Αγίου Δημητρίου 5 και της Μελίτης. Το χρονικό διάστημα αυτής της παράτασης «θα αξιολογηθεί ανάλογα με τις ανάγκες της στιγμής», ξεκαθάρισε ο πρωθυπουργός. Παράλληλα, εξήγησε ότι ο λιγνίτης «υπό κανονικές συνθήκες» είναι πολύ ακριβότερος από το φυσικό αέριο και από τις ΑΠΕ λόγω των πολύ υψηλών δικαιωμάτων εκπομπών ρύπων. «Έπρεπε να συμβεί ένας πόλεμος αυτού του μεγέθους που οδήγησε το φυσικό αέριο σχεδόν σε δεκαπλάσια τιμή για να γίνει προσωρινά -το τονίζω- προσωρινά πιο φθηνή η παραγωγή ενέργειας από λιγνίτη», είπε χαρακτηριστικά ο πρωθυπουργός.
Όπως εξηγούν πηγές που γνωρίζουν καλά το ζήτημα, στο σχέδιο που έχει συντάξει η κυβέρνηση, οι ημερομηνίες αυτές για τη συνέχιση χρήσης του λιγνίτη και την παραμονή μονάδων στο σύστημα δεν «κλειδωμένες» αλλά θα αξιολογούνται ανάλογα με τις ανάγκες που θα προκύπτουν. Όπως σημειώνουν, με πρώτο κριτήριο την ανάγκη και εξασφάλιση της ενεργειακής επάρκειας της χώρας, η αγορά τελικά θα κρίνει την δυναμική επιστροφή και παραμονή του λιγνίτη. Με άλλα λόγια, η πορεία των τιμών του φυσικού αερίου και των τιμών δικαιωμάτων εκπομπών ρύπων θα κρίνουν τελικά ποιο από τα δύο καύσιμα – λιγνίτης ή φυσικό αέριο, θα είναι πιο ανταγωνιστικό ώστε να εντάσσεται στο μείγμα. Όπως εξηγούν, δεν είναι ούτε δεδομένο ούτε και απαραίτητο οι λιγνιτικές μονάδες να δουλεύουν στο φουλ συνεχώς, αλλά αντιθέτως, σκοπός είναι να καλύπτουν με φθηνότερο και ασφαλέστερο τρόπο, για την ώρα, τα κενά ενεργειακών αναγκών.