Διαψεύδονται οι ελπίδες του «μπλοκ» του ευρωπαϊκού Νότου για μια συντονισμένη απάντηση της Ευρώπης στην ενεργειακή κρίση που οξύνεται μετά τη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία, καθώς όλα δείχνουν ότι στη Σύνοδο Κορυφής στις 24 και 25 Μαρτίου δεν θα προκριθούν δραστικά μέτρα, όπως η επιβολή πλαφόν στις τιμές του φυσικού αερίου, που έχει προταθεί από τον Κ. Μητσοτάκη, ή η έκδοση ευρωομολόγου για χρηματοδότηση κοινών πρωτοβουλιών στην ενέργεια, λόγω σθεναρών αντιστάσεων από τη Γερμανία και άλλες χώρες του Βορρά.
Η ελληνική κυβέρνηση παρακολουθεί με ανησυχία τις εξελίξεις στο ευρωπαϊκό πεδίο, καθώς χωρίς ευρωπαϊκή υποστήριξη το κόστος για τις παρεμβάσεις υπέρ των καταναλωτών θα παραμείνει υψηλό και χωρίς να υπάρχει προοπτική χρηματοδότησής ενός μέρους από την Ευρώπη. Το πρόβλημα έχει έντονη δημοσιονομική διάσταση, καθώς η Κομισιόν έχει προειδοποιήσει την κυβέρνηση για τον κίνδυνο να εξαντληθούν οι πόροι του ειδικού λογαριασμού για τις Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας και να επιβαρυνθεί με πρόσθετα ελλείμματα ο κρατικός προϋπολογισμός.
Την ώρα των δύσκολων αποφάσεων, η Ευρώπη παραμένει αμήχανη και διχασμένη απέναντι στη διαχείριση του ενεργειακού ζητήματος μετά την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία. Νέες αντιπαραθέσεις έχουν ξεσπάσει ανάμεσα σε Βορρά και Νότο, ενώ η γαλλική προεδρία διατηρεί ακόμα στάση αναμονής για τι θέση που θα πάρει. Στη Σύνοδο Κορυφής της 24ης - 25ης Μαρτίου, οι ηγέτες της Ευρωπαϊκής Ένωσης φαίνεται ότι θα προσέλθουν διχασμένοι ως προς τις επιλογές έκτακτης ανάγκης για τον περιορισμό της ραγδαίας αύξησης των τιμών της ηλεκτρικής ενέργειας και του φυσικού αερίου.
Σύμφωνα με προσχέδιο των ανακοινώσεων της Συνόδου που αποκάλυψε το Bloomberg, δεν πρέπει να περιμένουμε πολλά περισσότερα από μία κοινή γραμμή για την ανάγκη εξασφάλισης υψηλών ποσοστών αποθήκευσης φυσικού αερίου πριν από τον επόμενο χειμώνα, στην κατεύθυνση που έχει ήδη προτείνει η Κομισιόν. Δηλαδή, να τεθεί στόχος κάλυψης των αποθηκευτικών χώρων τουλάχιστον κατά 90%, ώστε να μη βρεθεί και πάλι η Ευρώπη εκτεθειμένη στις διακυμάνσεις των τιμών στην αγορά.
Η Κομισιόν ετοιμάζει μία αναλυτική εργαλειοθήκη με λύσεις έκτακτης ανάγκης για την υποστήριξης νοικοκυριών και επιχειρήσεων, ώστε να εγκριθεί από τη Σύνοδο. Σύμφωνα με το Βloomberg, ανάμεσα στις λύσεις είναι η δημιουργία ενός μηχανισμού που θα αγοράζει ηλεκτρική ενέργεια και θα την πουλά σε ευάλωτους καταναλωτές φθηνότερα από τις τιμές της αγοράς, χωρίς να ξεκαθαρίζεται το ποιος θα καλύψει τη διαφορά του κόστους.
Άλλο σενάριο θέλει τη μείωση της φορολογίας στην ενέργεια, και τον καθορισμό ανώτατου ορίου τιμής στη χονδρική του ηλεκτρικού ρεύματος. Μέτρο με το οποίο διαφωνούν ήδη Ολλανδία, η Δανία, η Γερμανία, η Εσθονία και η Φινλανδία. Επιπρόσθετα, η Κομισιόν έχει ήδη επιτρέψει, ως προσωρινό μέτρο με διάρκεια έως και τον Ιούνιο, τη φορολόγηση των υπερκερδών των ηλεκτροπαραγωγών αλλά και των εταιρειών του ενεργειακού κλάδου που δεν εξαρτώνται από τις τιμές του φυσικού αερίου και ως εκ τούτου δεν έχουν δει αυξήσεις στο κόστος της παραγωγής που να δικαιολογούν και την αυξημένη τιμή πώλησης.
Η γραμμή των χωρών του Νότου
Κοινή γραμμή ακολουθούν οι τέσσερις χώρες του Νότου της ΕΕ, Ελλάδα, Ιταλία, Ισπανία και Ιταλία, που προκρίνουν τη λύση του πλαφόν στις τιμές εισαγωγής του φυσικού αερίου που είχε προτείνει και ο Κ. Μητσοτάκης στην επιστολή των 7 σημείων προς την Κομισιόν αλλά και το τέλος της σύνδεσης στη διαμόρφωση της τιμής χονδρικής του ηλεκτρικού.
Όπως σημειώνει η Handelsblatt, η κίνηση αυτή από τον Νότο αλλά και η άρνηση που βρίσκει από τον Βορρά, υπενθυμίζει με τον πλέον εμφατικό τρόπο τις διαφορές στην αντιμετώπιση αυτών των ζητημάτων που υπήρχε εντός της ΕΕ και πριν από την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία. Αναλυτές, ωστόσο, σημειώνουν ότι, παρόλο που οι τιμές δικαιολογούν την επιβολή πλαφόν, μία τέτοια κίνηση θα μπορούσε να οδηγήσει σε νομικές αντιπαραθέσεις που θα μπορούσαν να βάλουν «φωτιά» στο νέο οικοδόμημα της ενεργειακής ασφάλειας που επιχειρεί να χτίσει η ΕΕ, σημειώνοντας πως μόνο ως έσχατη λύσει και μέτρο πίεσης θα μπορούσε να ιδωθεί.
Ερωτηματικό αποτελεί η στάση της Γαλλίας που ακόμα δεν έχει πάρει θέση για το συγκεκριμένο θέμα, ενώ στο πλαίσιο των ζυμώσεων που γίνονται πριν από τη μεγάλη συνάντηση της 24ης Μαρτίου, χθες ο Εμανουέλ Μακρόν συναντήθηκε με τον πρωθυπουργό της Ισπανίας, Πέδρο Σάντσεθ ώστε να συζητήσουν «αποτελεσματικές λύσεις» για να αντιμετωπιστεί η αύξηση του κόστους της ενέργειας.
«Ναι» στο ευρωομόλογο από Γαλλία, «όχι» από Γερμανία
Υπέρ της έκδοσης ενός ευρωομολόγου για να αντιμετωπιστεί από την Ευρώπη με κοινό δανεισμό το κόστος των μέτρων για την ενέργεια και την άμυνα έχει ταχθεί η Γαλλία, ενώ η Γερμανία και άλλες χώρες του Βορρά αντιτίθενται σε οποιαδήποτε κίνηση προς μια δημοσιονομική ένωση με κοινό δανεισμό και δαπάνες, σημειώνοντας πώς το Ταμείο Ανάκαμψης (Next Generation EU) παραμένει ως επί το πλείστον αχρησιμοποίητο, με μόλις 74 δισ ευρώ (από τα 800) να έχουν εκταμιευθεί μέχρι στιγμής.
Από την άλλη πλευρά, οι υπέρμαχοι της πρότασης υποστηρίζουν ότι τα κοινά ομόλογα θα ήταν ένα ισχυρό μήνυμα ευρωπαϊκής συνοχής, θα βελτίωναν τη θέση του ευρώ και θα επέκτειναν την ευρωπαϊκή δεξαμενή ομολόγων με κορυφαία αξιολόγηση, επιτρέποντάς τους να ανταγωνιστούν τα αμερικανικά.
Η μείωση της εξάρτησης από το ρωσικό φυσικό αέριο, όπως σχεδιάζει η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, θα μπορούσε να προσθέσει πάνω από 130 δισ. ευρώ φέτος στον ήδη καυτό ενεργειακό λογαριασμό της Ένωσης, αναφέρει το Reuters, που τονίζει ότι τα πιο χρεωμένα κράτη της ΕΕ θα είναι απρόθυμα να επωμιστούν αυτά τα κόστη μόνα τους και θα υποστηρίξουν ότι όπως συνέβη και στην περίπτωση της υγειονομικής κρίσης, ο πόλεμος είναι ένα εξωγενές σοκ που επηρεάζει όλα τα κράτη της ΕΕ, καθιστώντας μια κοινή απάντηση πιο αποτελεσματική από μια σειρά ασυντόνιστων εθνικών προσπαθειών.
Δεν «περπατάει» το εμπάργκο πετρελαίου
Σε ό,τι αφορά την άμεση διακοπή των προμηθειών πετρελαίου από τη Ρωσία, ένα μέτρο που θα είχε άμεση και σοβαρή οικονομική επίδραση στη Ρωσία, η χθεσινή συνεδρίαση των Ευρωπαίων υπουργών Εξωτερικών επιβεβαίωσε ότι υπάρχουν πολύ ισχυρές αντιδράσεις από τη Γερμανία, την Ουγγαρία που απειλεί ευθέως με βέτο και άλλες ευρωπαϊκές χώρες.
Η συζήτηση για το εμπάργκο πετρελαίου μπορεί να προκάλεσε μεγάλη άνοδο των διεθνών τιμών χθες, έως και κατά 7%, όμως η Ευρώπη φαίνεται βαθιά διχασμένη και το μέτρο δεν αναμένεται να προχωρήσει άμεσα, εκτός εάν, όπως αναφέρουν αναλυτές, κλιμακωθεί ο πόλεμος και η ανθρωπιστική κρίση σε τέτοιο βαθμό, που θα προκαλούσε πολύ ισχυρή πολιτική πίεση στις κυβερνήσεις.
Εκπροσωπώντας εκείνους που θέλουν η ΕΕ να προχωρήσει σε μεγαλύτερες κυρώσεις, ο υπουργός Εξωτερικών της Λιθουανίας έγραψε στο Twitter μετά τη χθεσινή συνάντηση των υπουργών Εξωτερικών «γιατί η Ευρώπη πρέπει να δώσει στον Πούτιν περισσότερο χρόνο για να κερδίσει κι άλλα χρήματα από το πετρέλαιο και το φυσικό αέριο;» σημειώνοντας πως είναι η ώρα η Ευρώπη να «τραβήξει την πρίζα».
Διπλωματικές πηγές δήλωναν στο Reuters ότι υπήρχε η ελπίδα μέχρι τον Ιούνιο η ΕΕ να είχε βρει αρκετές εναλλακτικές πηγές ενέργειας προκειμένου να εξετάσει σοβαρά ένα εμπάργκο πετρελαίου. Ωστόσο, δεν έχει συμφωνηθεί χρονικός ορίζοντας για κάτι τέτοιο και εντός της ΕΕ υπάρχουν πολλές διαφωνίες: ήδη, Γερμανία η Ουγγαρία και η Ολλανδία έχουν πάρει σαφή θέση κατά, υποστηρίζοντας πως η ΕΕ εξαρτάται από το ρωσικό πετρέλαιο και δεν μπορούν να διακοπούν οι εισαγωγές άμεσα.
Υπέρ του εμπάργκο έχουν τεθεί οι χώρες της Βαλτικής και η Πολωνία που αισθάνονται εντονότερα τη ρωσική απειλή και υποστηρίζουν ότι με έσοδα 600 εκατ. δολ. σε καθημερινή βάση από την ενέργεια και μόνο, η Ρωσία δε θα «νιώσει» ισχυρή πίεση από τις έως σήμερα κυρώσεις. Από την πλευρά της Γαλλίας, ο υπουργός Οικονομίας και Οικονομικών, Μπρουνό Λεμέρ άφησε ανοιχτό το ενδεχόμενο να υπάρξει και γαλλική υποστήριξη σε κυρώσεις που θα αφορούν τις ρωσικές εξαγωγές πετρελαίου στην Ευρώπη.