Πλήρως καλύφθηκαν το 2021 οι συνέπειες της πανδημίας στο διαθέσιμο εισόδημα των νοικοκυριών, που εκτινάχθηκε 5,2 δισ. ευρώ υψηλότερα, λαμβάνοντας ισχυρή ώθηση και από τα κρατικά μέτρα στήριξης επιχειρήσεων και νοικοκυριών. Όμως, τα ελληνικά νοικοκυριά έχουν μπροστά τους μια μεγάλη απειλή, καθώς ο πληθωρισμός έχει αρχίσει να «διαβρώνει» με γρήγορους ρυθμούς τα εισοδήματα.
Όπως αναφέρουν οι αναλυτές της Eurobank, στο 9μηνο Ιανουαρίου-Σεπτεμβρίου 2021, το διαθέσιμο εισόδημα των νοικοκυριών στην Ελλάδα διαμορφώθηκε στα €94,9 δισεκ. σε τρέχουσες τιμές (βλέπε Σχήμα 1Α), ενισχυμένο κατά €5,2 δισεκ. ή 5,8% σε σύγκριση με την αντίστοιχη περίοδο το 2020 και κατά €3,5 δισεκ. ή 3,9% σε σχέση με το αντίστοιχο 9μηνο το 2019.
Συνεπώς, σε όρους διαθέσιμου εισοδήματος των νοικοκυριών, οι απώλειες της πανδημίας σε αθροιστικό επίπεδο υπερκαλύφθηκαν. Την τρέχουσα περίοδο, ο βασικός παράγοντας που επιδρά αρνητικά στο διαθέσιμο εισόδημα των νοικοκυριών στην Ελλάδα, όπως και στις περισσότερες χώρες της Ευρωζώνης, είναι οι πληθωριστικές πιέσεις. Όπως παρουσιάζεται στο Σχήμα 1Β, η απότομη άνοδος του πληθωρισμού αναμένεται να επιβραδύνει τον ρυθμό ανόδου του πραγματικού διαθέσιμου εισοδήματος των νοικοκυριών. Αυτό εκτιμάται να αποτυπωθεί αρχικά στα στοιχεία του 4ου τριμήνου 2021 και να εξομαλυνθεί στη συνέχεια προς το τέλος του 1ου εξαμήνου 2022.
Ποια ήταν η συνεισφορά, στο προαναφερθέν αποτέλεσμα, των συνιστωσών που διαμορφώνουν το διαθέσιμο εισόδημα των νοικοκυριών; Τα εν λόγω στοιχεία παρατίθενται στον Πίνακα 1 (πηγή: τριμηνιαίοι εθνικοί λογαριασμοί θεσμικών τομέων, ΕΛΣΤΑΤ).
Το γενικό συμπέρασμα που εξάγεται είναι ότι η στήριξη των ιδιοκτητών προσωπικών επιχειρήσεων μέσω επιδοτήσεων, η αύξηση των κοινωνικών παροχών (εκτός των κοινωνικών παροχών σε είδος) και η μείωση των τρεχουσών φόρων (εισοδήματος και πλούτου) και των κοινωνικών εισφορών, εξηγούν σε μεγάλο βαθμό την αύξηση του διαθέσιμου εισοδήματος των νοικοκυριών στην Ελλάδα ανάμεσα στο 9μηνο Ιανουαρίου-Σεπτεμβρίου 2021 και στο 9μηνο Ιανουαρίου-Σεπτεμβρίου 2019, δηλαδή προτού ξεσπάσει η υγειονομική κρίση.
Ωστόσο, οι προαναφερθέντες παράγοντες αποτελούν αύξηση δαπανών και μείωση εσόδων για τη γενική κυβέρνηση, με το δημοσιονομικό ισοζύγιο να ανέρχεται σε έλλειμμα €11,5 δισεκ. (8,4% του ΑΕΠ) την περίοδο Ιανουαρίου-Σεπτεμβρίου 2021 από πλεόνασμα €0,3 δισεκ. (0,2% του ΑΕΠ) την αντίστοιχη περίοδο το 2019.
Το 2022, έτος κατά το οποίο αναμένεται να ξεκινήσει η δημοσιονομική προσαρμογή της ελληνικής οικονομίας με στόχο το πρωτογενές δημοσιονομικό αποτέλεσμα να διαμορφωθεί ξανά σε πλεόνασμα το 2023, η περαιτέρω άνοδος του πραγματικού διαθέσιμου εισοδήματος των νοικοκυριών, σε ένα περιβάλλον υψηλών πληθωριστικών πιέσεων το 1ο εξάμηνο 2022, συνδέεται:
- με την πορεία των κερδών των προσωπικών επιχειρήσεων (λειτουργικό πλεόνασμα / μικτό ει-σόδημα). Οι επιδοτήσεις δεν δύναται να παραμείνουν στα τρέχοντα πολύ υψηλά επίπεδα (βλέπε Σχήμα 2). Ως εκ τούτου, η ενίσχυση των κερδών θα πρέπει να βασίζεται στη διεύρυνση του προϊόντος που παράγουν οι εν λόγω επιχειρήσεις, κάτι που εξαρτάται από τις πωλήσεις που πραγματοποιούν στο παρόν και από τις προσδοκίες που διαμορφώνουν για την πορεία των πωλήσεών τους στο μέλλον (ο δείκτης οικονομικού κλίματος ανήλθε σε υψηλό 21,1 ετών τον Ιανουάριο 2022, κυρίως λόγω της επίδοσης του δείκτη εμπιστοσύνης στη βιομηχανία). Η αναμενόμενη ανάκαμψη πολλών κλάδων της οικονομίας που υπέστησαν ισχυρές απώλειες κατά τη διάρκεια της πανδημίας (π.χ. τουριστικές υπηρεσίες), θα συμβάλλει θετικά προς αυτή την κατεύθυνση.
- με την αύξηση των αμοιβών εξαρτημένης εργασίας. Όπως παρουσιάζεται στον Πίνακα 1, το σύνολο των αμοιβών εξαρτημένης εργασίας δεν ανέκαμψε στο 9μηνο Ιανουαρίου-Σεπτεμβρίου 2021. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα να υπολείπεται κατά €1,4 δισεκ. ή 2,8% σε σύγκριση με το αντίστοιχο προ πανδημίας επίπεδο. Καθοριστική είναι η ενίσχυση της παραγωγικότητας της εργασίας, έτσι ώστε να αυξηθούν οι μισθοί και η απασχόληση.