Ένα εκρηκτικό κοκτέιλ συμπίεσης του διαθέσιμου εισοδήματος συνθέτει η τρέχουσα συγκυρία, με την ταχύτατη εξάπλωση του ιού να εντείνει τους φόβους των Ελλήνων καταναλωτών για το μέλλον, την ώρα που οι ανεξέλεγκτες αυξήσεις στο κόστος ενέργειας, περαιτέρω ενισχύουν την ανασφάλεια για το τι μέλλει γενέσθαι.
Αποκαλυπτικά είναι τα στοιχεία της έρευνας καταναλωτικού κλίματος που πραγματοποίησε πρόσφατα ο Σύνδεσμος Επιχειρήσεων Λιανικών Πωλήσεων Ελλάδας (ΣΕΛΠΕ), μαζί με την επιστημονική ομάδα του εργαστηρίου ELTRUN του Οικονομικού Πανεπιστημίου Αθηνών, απεικονίζοντας τόσο την κατάσταση στην αγορά την φετινή εορταστική περίοδο, όσο όμως και τις προσδοκίες για τους επόμενους μήνες.
Ειδικότερα, οι αυξημένοι λογαριασμοί ρεύματος και φυσικού αερίου συμπιέζουν τα περιθώρια αυθόρμητων αγορών, καθώς το 44% των ερωτηθέντων πιστεύει ότι η αύξηση του κόστους ενέργειας θα μειώσει το διαθέσιμο εισόδημα άνω του 20% φέτος, ενώ για το 26% οι απώλειες θα κυμανθούν μεταξύ 10% και 20%. Ως εκ τούτου, το 58% των ερωτηθέντων μείωσε τις φετινές εορταστικές δαπάνες άνω του 50% συγκριτικά με πέρσι, διαπιστώνοντας ότι οι δαπάνες λογαριασμών ΔΕΚΟ αποσπούν πλέον το 30% του διαθέσιμου εισοδήματος των Ελλήνων καταναλωτών, από 25% που ήταν τον περασμένο Δεκέμβριο.
Εξίσου ενδεικτική για την τρέχουσα συγκυρία και τον οικογενειακό προγραμματισμό είναι και η αύξηση σε 59% του ποσοστού των Ελλήνων που δεν αποταμιεύει μέρος του εισοδήματός του, από 48% που ήταν τον περασμένο Ιούνιο και 51% τον περσινό Δεκέμβριο, με το 54% των ερωτηθέντων δε να αναμένει αύξηση άνω του 10% των τιμών στα προϊόντα λιανικής τους επόμενους μήνες.
Μάλιστα, στο ενδεχόμενο αυτής της αύξησης λόγω πληθωρισμού, οι υπηρεσίες τουρισμού (εισιτήρια και ξενοδοχεία), μαζί με τα παιχνίδια, είδη δώρων και τα κοσμήματα αποτελούν τις κατηγορίες δαπανών που θα περικοπούν άνω του 20%, για το 53% του δείγματος, ακολουθούμενες από τα ηλεκτρικά και ηλεκτρονικά είδη, τα έπιπλα και τον οικιακό εξοπλισμό (51% και 50% αντίστοιχα των ερωτηθέντων), την εστίαση και τα delivery (47% του δείγματος), τα είδη γραφείου και τα βιβλία (46%) και τα ειδη ρουχισμού (ποσοστό 45% των ερωτηθέντων).
Την δύσκολη συγκυρία που καλείται να αντιμετωπίσει ο εμπορικός κόσμος πιστοποιούν επίσης τα στοιχεία της έρευνας που αφορούν στις προϋποθέσεις επίσκεψης σε ένα εμπορικό κατάστημα. Πλέον, ο ατομικός εμβολιασμός αποτελεί προϋπόθεση για το 60% των ερωτηθέντων, από 48% που ήταν τον περασμένο Ιούνιο, ενώ η διενέρεγεια self-test εκ μέρους του προσωπικού ειναι σημαντική για το 58% του δείγματος, από 54% τον περασμένο Ιούνιο.
Αντίστοιχα, ο εμβολιασμός του προσωπικού του καταστήματος αποτελεί προϋπόθεση για το 53% των ερωτηθέντων, από 47% που ήταν τον περασμένο Ιούνιο. Απ’ την άλλη, εντούτοις, τα νέα μέτρα ελέγχου της εισόδου στα εμπορικά καταστήματα δεν επηρεάζουν το 44% του δείγματος στην απόφαση του να επισκεφθεί ένα κατάστημα ούτε και την προβλεπόμενη δαπάνη, τουλάχιστον για το 49% των ερωτηθέντων. Ωστόσο, περίπου ένας στους τρεις (34% και 30% αντίστοιχα), προτίθεται να μειώσει συχνότητα επίσκεψης και δαπάνες άνω του 50%, εξαιτίας των ίδιων μέτρων.
Πώς θα αντιδράσουν οι καταναλωτές σε νέο lockdown
Σε ένα ενδεχόμενο νέο lockdown, οι ερωτηθέντες δείχνουν πλέον πιο εξοικειωμένοι με τις ηλεκτρονικές αγορές, καθώς, σύμφωνα με την έρευνα του ΣΕΛΠΕ, το 51% δηλώνει ότι δεν θα επηρεαστεί, αλλά θα κάνει αγορές online ή με click away, ενώ το 49% δηλώνει ότι δεν θα προβεί σε αγορές.
Παρατηρείται πάντως μία εξισορρόπηση σε ό,τι αφορά την αγοραστική συμπεριφορά των καταναλωτών συγκριτικά με έναν χρόνο πριν, με τις αγορές μέσω διαδικτύου ή τηλεφώνου να διαμορφώνονται σε 35,48 ευρώ ως μέση δαπάνη τον φετινό Δεκέμβριο, υποχωρώντας από τα υψηλά των 60,66 ευρώ του περσινού Δεκεμβρίου, αλλά κι ενισχυόμενες από τα 26,25 ευρώ τον Οκτώβριο του 2019 (προ πανδημίας), πιστοποιώντας εμφατικά την δυναμική του ηλεκτρονικού εμπορίου ως παρακαταθήκη της πανδημίας για το μέλλον. Αντίστοιχα, κι οι αγορές στα σούπερ μάρκετ εξισορροπήθηκαν σε 127,30 ευρώ ως μέση δαπάνη τον φετινό Δεκέμβριο, από τα υψηλά των 158,46 ευρώ έναν χρόνο πριν, και πιο κοντά στα επίπεδα του Οκτωβρίου 2019, οπότε διαμορφώνονταν σε 118,35 ευρώ.
Αντίθετα, πιο αργή είναι η ανάκαμψη στις πωλήσεις των πολυκαταστημάτων, με τη μέση δαπάνη φέτος να αυξάνεται σε 49,22 ευρώ, από 44,26 τον περσινό Δεκέμβριο, παραμένοντας εντούτοις χαμηλότερα από τα επίπεδα προ πανδημίας, του Οκτωβρίου του 2019, οπότε άγγιζε τα 63,30 ευρώ.
Η τιμή, τέλος, αποτελεί το βασικότερο κριτήριο επιλογής ενός προϊόντος, για το 59% του δείγματος, ποσοστό σημαντικά αυξημένο σε σχέση με τον Ιούνιο (46%), τον περσινό Δεκέμβριο (43%) αλλά και τον Ιούνιο του 2020 (49%), προφανώς εις βάρος της ποιότητας, που σήμερα αφορά το 19% του δείγματος, από το 23% τον περασμένο Ιούνιο και το 21% έναν χρόνο πριν.