Σημαντική ενίσχυση των πληθωριστικών πιέσεων για την ελληνική οικονομία τόσο στο δ' τρίμηνο του τρέχοντος έτους όσο και στο α' τρίμηνο του 2022 αναμενει η Διεύθυνση Οικονομικής Ανάλυσης της Εθνικής Τράπεζας σε report της, στο οποίο, πάντως, σπεύδει να υπογραμμίσει ότι οι πιέσεις αυτές θα αποκλιμακωθούν σταδιακά.
Όπως αναφέρεται στην έκθεση λαμβάνοντας υπόψη, μέσω στατιστικού υποδείγματος, τις τρέχουσες πληθωριστικές τάσεις, τις προσδοκίες των αγορών για σημαντική αποκλιμάκωση στις διεθνείς τιμές των ενεργειακών αγαθών τα επόμενα τρίμηνα, καθώς και την ιστορική χρονική και ποσοτική συσχέτιση μεταξύ τιμών εισαγωγών, ενέργειας και παραγωγού με το ΔΤΚ και το δομικό πληθωρισμό στην Ελλάδα, οι αναλυτές καταλήγουν στο ακόλουθα βασικά συμπεράσματα:
- Ο δομικός πληθωρισμός προβλέπεται να ανέλθει στο 2,2%, κατά μ.ο., το 4ο τρίμηνο του 2021 και να κορυφωθεί στο 3,0% περίπου το 1ο τρίμηνο του 2022 – με την ηλεκτρική ενέργεια να προσθέτει 1,2 ποσοστιαίες μονάδες το 4ο τρίμηνο του 2021 και περίπου 2 ποσοστιαίες μονάδες το 1ο τρίμηνο του 2022 – υποχωρώντας σταδιακά σε επίπεδα χαμηλότερα του 1,0% ετησίως προς τα τέλη του 2022.
- Η ετήσια μεταβολή του ΔΤΚ αναμένεται να προσεγγίσει το 4,5% το 4ο τρίμηνο του 2021 και, πιθανότατα, το 5,0%, περίπου το 1ο τρίμηνο του 2022 – αν οι ενεργειακές τιμές μείνουν στα τρέχοντα επίπεδα – υποχωρώντας στο 3,5% το 2ο τρίμηνο (όπου τα συμβόλαια μελλοντικής εκπλήρωσης προβλέπουν σημαντική αποκλιμάκωση των τιμών ενέργειας) και περαιτέρω στο 0,6%, κατά μ.ο., το 2ο εξάμηνο του 2022, περνώντας ενδεχομένως σε αρνητικό έδαφος τους τελευταίους μήνες του έτους. H μέση αύξηση του ΔΤΚ για το 2022 προβλέπεται να ανέλθει στο 2,5% από εκτιμώμενο 1,2% το 2021.
- Πρέπει να τονισθεί ότι η Ελλάδα βιώνει την πρώτη περίοδο έντονων ανατιμήσεων από το 2012, καθώς η πολυετής ύφεση σε συνδυασμό με τις σχετικά σταθερές ή μειούμενες τιμές ενέργειας είχαν οδηγήσει σε μείωση του επιπέδου τιμών μεταξύ 2012 και 2020 κατά 4,0% βάσει του ΔΤΚ και κατά 3,1% βάσει του δομικού πληθωρισμού. Στην ευρωζώνη, που εμφάνισε θετικούς ρυθμούς οικονομικής ανάπτυξης, το επίπεδο τιμών αυξήθηκε κατά 7,2% και 7,8% βάσει εναρμονισμένου ΔΤΚ και δομικού πληθωρισμού, αντίστοιχα. Οι ανωτέρω τάσεις οδήγησαν σε σημαντική βελτίωση της ανταγωνιστικότητας κόστους της ελληνικής οικονομίας, συνεισφέροντας στην αυξημένη εξωστρέφειά της.
Σημαντικός ο ρόλος των μέτρων στήριξης για τη συγκράτηση ενός πληθωριστικού σπιράλ
Παράλληλα η ΕΤΕ τονίζει ότι η αρνητική επίδραση στο πραγματικό διαθέσιμο εισόδημα των νοικοκυριών από την εκτιμώμενη επιτάχυνση του πληθωρισμού κατά 4,3 ποσοστιαίες μονάδες το 4ο τρίμηνο του 2021 και κατά 2,3 ποσοστιαίες μονάδες κατά μ.ο. το 2022, σε σύγκριση με το μ.ο. του 9μηνου του 2021, αντισταθμίζεται από:
- το εκτιμώμενο €1 δισ. (0,6% του ετήσιου ΑΕΠ) έκτακτων μέτρων στήριξης για την ενεργειακή κρίση,
- την ισχυρότερη από το αναμενόμενο δυναμική της αγοράς εργασίας – με το ποσοστό ανεργίας σε χαμηλό 11 ετών (13% το Σεπτέμβριο) και την απασχόληση να αυξάνεται κατά 4,9% ετησίως το 3ο τρίμηνο, η οποία αντιστοιχεί στη μεγαλύτερη αύξηση από το 2004 που υπάρχουν διαθέσιμα εναρμονισμένα ιστορικά στοιχεία από την ΕΛΣΤΑΤ – η οποία προβλέπεται ότι θα συνεχιστεί με ηπιότερο ρυθμό, με την αύξηση της απασχόλησης να ανέρχεται στο 3,6% ετησίως το 4ο τρίμηνο του 2021 και στο 2,5% κατά μ.ο. το 2022, συνεισφέροντας αντίστοιχα στην ενίσχυση των εισοδημάτων από εργασία, και
- την αύξηση του βασικού μισθού κατά 2% (στα €663 από €650 το μήνα) από 1-1-2022. Θα πρέπει να υπογραμμισθεί ότι σημειώθηκε σημαντική αύξηση του μοναδιαίου κόστους εργασίας κατά 7,4% ετησίως στο σύνολο του 2020, ως αποτέλεσμα της επιβεβλημένης στήριξης στην απασχόληση λόγω πανδημίας – η οποία ήταν και πιο σημαντική στην Ελλάδα σε σύγκριση με τις περισσότερες χώρες της ευρωζώνης – εν μέσω απότομης συρρίκνωσης του ΑΕΠ μέχρι και τις αρχές του 2021.
Βασικός στόχος είναι να περιοριστεί ο κίνδυνος σημαντικών δευτερογενών πληθωριστικών επιδράσεων που θα μπορούσαν να παρατείνουν τις αρνητικές συνέπειες για την οικονομία. Ως εκ τούτου, η εν εξελίξει αύξηση της παραγωγικότητας, που εκτιμάται στο 4% περίπου κατά μ.ο. το 2021-22, θα πρέπει να αντισταθμίσει την προηγηθείσα αύξηση στο μοναδιαίο κόστος εργασίας στηρίζοντας την ανταγωνιστικότητα και αποτρέποντας την ανατροφοδότηση του πληθωρισμού μέσω περαιτέρω αύξησης στο εργασιακό κόστος. Αυτό είναι επίσης σημαντικό, προκειμένου να μην ασκηθεί πρόσθετη πίεση στις επιχειρήσεις – που δεν απολαμβάνουν αντίστοιχο δίχτυ προστασίας όπως τα νοικοκυριά – τόσο από το αυξημένο παραγωγικό και μεταφορικό κόστος όσο και από το εργασιακό κόστος, που να τις ωθήσει στο να «περάσουν» μεγαλύτερο ποσοστό των αυξήσεων στους καταναλωτές.
Παράλληλα, οι υγιείς επιχειρήσεις καλούνται να χρησιμοποιήσουν μέρος της υπεραπόδοσής τους κατά το 9μηνο – με τον κύκλο εργασιών και την κερδοφορία ειδικά κατά τους καλοκαιρινούς μήνες να υπερβαίνουν σημαντικά τις επιδόσεις του 3ου τριμήνου του 2019 – προκειμένου να ανταπεξέλθουν στη σημαντική αλλά προσωρινή αύξηση του κόστους παραγωγής και μεταφοράς, συγκρατώντας το βαθμό μετακύλισης του κόστους στον καταναλωτή.
Περιορισμένη η αρνητική επίδραση του πληθωρισμού στο ΑΕΠ
Ο προαναφερόμενος αντίκτυπος του πληθωρισμού στο πραγματικό (δηλ. το αποπληθωρισμένο) διαθέσιμο εισόδημα αποτελεί και το βασικό μηχανισμό μετάδοσης του ενεργειακού σοκ στο ΑΕΠ, οι επιδράσεις του οποίου, ωστόσο, αντισταθμίζονται μέσω των στοχευμένων ενισχύσεων προς τα νοικοκυριά και τις πιο ευάλωτες κοινωνικές ομάδες καθώς και λόγω της κεκτημένης δυναμικής της οικονομικής δραστηριότητας και της αγοράς εργασίας.
Για την προσέγγιση της συνολικής επίδρασης στην οικονομία, χρησιμοποιείται οικονομετρικό υπόδειγμα της ΕΤΕ που συνεκτιμά τις επιδράσεις των ενεργειακών τιμών, καθώς και του εισαγόμενου πληθωρισμού γενικότερα στη δαπάνη ολόκληρου του ιδιωτικού τομέα και στο ΑΕΠ. Βάσει των ανωτέρω εκτιμήσεων, ο αντίκτυπος στην αναπτυξιακή επίδοση το 4ο τρίμηνο του 2021 θα είναι περιορισμένος (-0,8% στο ΑΕΠ του 4ου τριμήνου, στο 4,7% από προηγούμενη εκτίμηση 5,5%) και δε φαίνεται να επαπειλεί την επίτευξη ρυθμού αύξησης του ΑΕΠ 7,5% για το σύνολο του έτους, αν συνεκτιμηθεί και η υπεραπόδοση της οικονομίας μέχρι και το 9μηνο. Για το 2022, η ετησιοποιημένη επίδραση εκτιμάται στο -0,3%, οδηγώντας σε οριακή μόνο αναθεώρηση της ετήσιας πρόβλεψης για ανάπτυξη το 2022 στο +4,3% από +4,6% προηγουμένως.
Οι εκτιμήσεις της Εθνικής Τράπεζας για τον πληθωρισμό