Κινητικότητα από τους περισσότερους μεγάλους ενεργειακούς ομίλους της χώρας αναπτύσσεται για την υλοποίηση επενδύσεων πράσινου υδρογόνου, που από πολλούς θεωρείται το καύσιμο του μέλλοντος.
Το πράσινο υδρογόνο, που παράγεται από ανανεώσιμη ηλεκτρική ενέργεια και έχει μηδενική εκπομπή άνθρακα, μπορεί να χρησιμοποιηθεί ως καύσιμο στις μεταφορές και τη ναυτιλία, να υποκαταστήσει το φυσικό αέριο στη θέρμανση και στην παραγωγή ηλεκτρικού ρεύματος αλλά ακόμα και σαν πρώτη ύλη σε βιομηχανικές εφαρμογές.
Η Ευρωπαϊκή Ένωση έχει επενδύσει πολλά στο πράσινο υδρογόνο ώστε να επιτύχει τον στόχο της για μηδενικές εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα έως το 2050. Σήμερα, το υδρογόνο βρίσκεται κάτω από το 2% της κατανάλωσης ενέργειας στην ΕΕ ενώ παράγεται σχεδόν εξ’ ολοκλήρου από φυσικό αέριο.
Στην Ελλάδα, η αγορά αυτή βρίσκεται στα πρώτα της βήματα, αλλά είναι πολλά υποσχόμενη. Μέχρι στιγμής υπάρχει ένα σχέδιο για την παραγωγή υδρογόνου με ηλεκτρόλυση με βάση την ηλιακή ενέργεια που θα προέρχεται από φωτοβολταϊκά συνολικής ισχύος 1,5 GW στη Δυτική Μακεδονία στο πλαίσιο του προγράμματος White Dragon, με προϋπολογισμό 2,5 δισ. ευρώ.
Στο έργο συμμετέχουν οι ΔΕΠΑ, ΔΕΣΦΑ, Motor Oil, Mytilineos, ΤΕΡΝΑ, ΕΛΠΕ, η πολωνική Solaris, καθώς επίσης το Εθνικό Κέντρο Επιστημονικής Έρευνας Δημόκριτος και το Κέντρο Έρευνας και Τεχνολογίας Ελλάδος, ενώ το συντονισμό του έργου έχει η περιφέρεια Δυτικής Μακεδονίας.
Η αντιπεριφερειάρχης Ενέργειας Δυτικής Μακεδονίας, Καλλιόπη Κυριακίδου, σημειώνει ότι μπορεί ο «Λευκός Δράκος» της Δυτικής Μακεδονίας να ανταγωνίζεται άλλα τέσσερα αντίστοιχα προγράμματα ευρωπαϊκών χωρών και εταιρειών, αλλά η ελληνική πρόταση, που αποτελεί πρωτοβουλία του περιφερειάρχη Γ. Κασαπίδη, υποστηρίζεται σθεναρά από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή.
Όπως εξηγεί, «υποστηρίζεται για πολλαπλούς πολιτικούς λόγους, αλλά και διότι καλύπτει σχεδόν όλους τους τομείς της τεχνολογίας υδρογόνου, όπως είναι η παραγωγή, αποθήκευση και εν δυνάμει μεταφορά του υδρογόνου μέσω του Διαδριατικού Αγωγού (TAP) προς Ιταλία και μέσω του εθνικού δικτύου φυσικού αερίου στην Ελλάδα». Το έργο, υπενθυμίζει, απολαμβάνει και τη στήριξη του Ευρωπαϊκού Συνδέσμου Υδρογόνου (Hydrogen Europe).
Τώρα, οι εταιρείες αυτές πρέπει να υποβάλουν έως τις 27 Απριλίου προτάσεις για τον διαγωνισμό έργου κοινού ευρωπαϊκού ενδιαφέροντος (PCI) «Τεχνολογίες και Συστήματα Υδρογόνου» για τέσσερις διαφορετικές κατηγορίες. Πιο αναλυτικά πρόκειται για έργα βιώσιμης παραγωγής υδρογόνου χαμηλών εκπομπών άνθρακα, σε βιομηχανικό εξοπλισμό, εξοπλισμού για μεταφορές με μέσα βαρέως τύπου και στην αποθήκευση, μεταφορά και διανομή, όπως επίσης εφαρμογών υδρογόνου στην ναυτιλία και τέλος στις βιομηχανικές εφαρμογές υδρογόνου.
Με το σχέδιο αυτό, ο στόχος είναι η ηλιακή ενέργεια να είναι η βάση για την παραγωγή του πράσινου υδρογόνου που υπολογίζεται ότι θα καλύπτει τις ανάγκες τηλεθέρμανσης της Δυτικής Μακεδονίας και όσο «περισσεύει» θα μεταφέρεται σε άλλες περιοχές για διαφορετικές χρήσεις.
Για να πραγματοποιηθεί το παραπάνω σχέδιο θα χρειαστεί η δημιουργία τεράστιων φωτοβολταϊκών μονάδων και μονάδων παραγωγής ηλεκτρολυτών, με επενδύσεις που μπορεί να φτάσουν έως και τα 4 δισ. ευρώ. Σε πλήρη λειτουργία υπολογίζεται ότι ετησίως θα μπορούν να παραχθούν έως και 16.000 τόνοι πράσινου υδρογόνου.
Όπως εξηγεί η κ. Κυριακίδου, «το “White Dragon” θα κάνει χρήση ηλιακής ενέργειας από φωτοβολταϊκά, ενώ θα μπορεί να δώσει σταθερή εγκατεστημένη ισχύ στο δίκτυο. Η αρχική τεχνική ανάλυση έχει γίνει για φωτοβολταϊκό πάρκο ισχύος 1,15 GW, που θα μπορούσε να δώσει 200 MW σταθερής ισχύος στο δίκτυο ως μονάδα βάσης, με προοπτική επέκτασης στα 400MW».
Επίσης εξετάζεται η χρήση του πλεονάζοντος υδρογόνου σε υδρογονοκίνητα οχήματα και ειδικότερα σε λεωφορεία αστικών συγκοινωνιών, βαρέα οχήματα και Ι.Χ. Όλες οι τεχνολογίες που εξετάζονται είναι ήδη αναπτυγμένες και όχι σε ερευνητικό στάδιο. «Οι εφαρμογές τους προς το παρόν δεν είναι εμπορικά βιώσιμες, λόγω του μικρού μεγέθους των εγκατεστημένων μονάδων. Όμως σε αρκετές ευρωπαϊκές χώρες -και όχι μόνο- γίνονται ταχύτατα βήματα προώθησης της τεχνολογίας του Η2», εξηγεί η αντιπεριφερειάρχης Ενέργειας.
Προσθέτει πως σημαντική θα είναι επίσης η χρήση της παραγόμενης θερμότητας (παραπροϊόντος της διαδικασίας παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας από υδρογόνο) για τις τηλεθερμάνσεις της περιοχής, αλλά και επειδή θα καλύπτει το κενό από την απόσυρση των λιγνιτικών μονάδων.