Η απουσία των πλειστηριασμών στην Ελλάδα, ως έσχατο μέσο καταφυγής σε βάρος των κακοπληρωτών, έχει σοβαρές παρενέργειες, σύμφωνα με τον CEO της doValue Greece Αν. Πανούση. Ο κ .Πανούσης επεσήμανε, μεταξύ άλλων, ότι οι εταιρίες διαχείρισης έχουν κάνει κάθε δυνατή προσπάθεια αρωγής προς τους πληγέντες από τα μέτρα περιστολής της πανδημίας, αλλά και προς όλους τους οφειλέτες συνολικά. Παράλληλα τόνισε ότι τον τελευταίο χρόνο έγιναν 75.000 ρυθμίσεις δανείων ύψους άνω των 2 δις. ευρώ σε μη τραπεζικά χαρτοφυλάκια.
Ακολουθεί μέρος της ομιλίας του κ. Πανούση στο NPL Forum:
«Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι τα τελευταία χρόνια ο χρηματοπιστωτικός τομέας έχει αλλάξει. Οι δύο σημαντικότερες μεταβολές, κατά την εκτίμησή μου, αφορούν τη δομή του και το εξωτερικό περιβάλλον. Ως προς το δεύτερο, το οικονομικό περιβάλλον, η Ελλάδα πέρασε μια δεκαετία που σφραγίστηκε από την κρίση του Δημοσίου: κρίση δημοσιονομική, κρίση αξιοπιστίας, κλονισμός του αξιόχρεου του κράτους. Δεν θα επεκταθώ, γιατί είναι γνωστά όσα συνέβησαν. Για όλο αυτό το διάστημα το κρίσιμο ζήτημα ήταν το δημόσιο χρέος. Σήμερα, αυτό έχει αλλάξει. Παρά την αύξησή του, λόγω πανδημίας, η Ελλάδα δεν αποτελεί ειδική περίπτωση και η εξυπηρετησιμότητα δεν αμφισβητείται. Σήμερα, το μεγάλο ζήτημα για την οικονομία μας είναι όχι το δημόσιο, αλλά το ιδιωτικό χρέος – έμμεση κληρονομιά κι αυτό της κρίσης- και η διαχείρισή του. Από δομική άποψη, αυτό που άλλαξε είναι η προσθήκη ενός τρίτου κλάδου στον χρηματοπιστωτικό τομέα. Εκτός από τις τράπεζες και τις ασφαλιστικές εταιρίες, τους παραδοσιακούς πυλώνες του, προστέθηκε ένας τρίτος – οι εταιρείες διαχείρισης δανείων, όπως ακριβώς και στις άλλες ευρωπαϊκές χώρες που πέρασαν από μείζονες οικονομικές αναταραχές και μεγάλη ύφεση που άφησε πίσω της αθετημένες δανειακές υποχρεώσεις σημαντικού ύψους, οι οποίες βάραιναν την οικονομία και εμπόδιζαν τη χρηματοδότησή της, άρα ήταν τροχοπέδη στην ανάπτυξη.
Παράλληλα, το αμέσως επόμενο διάστημα θα αποκτήσουμε μια σαφέστερη εικόνα για το τι αφήνει στην οικονομία η πανδημική κρίση και τα μέτρα αντιμετώπισής της. Το σκληρό λοκντάουν όλα δείχνουν πως το αφήνουμε πίσω μας. Παρότι πολλοί άνθρωποι ακόμη δοκιμάζονται καθημερινά, η πρόοδος των εμβολιασμών και στην Ελλάδα και διεθνώς φέρνει πιο κοντά αυτό που όλοι προσδοκούμε, την αποκατάσταση της κοινωνικής ζωής ώστε να ξεκινήσει η ανάκαμψη. Στο πλαίσιο αυτό, το πιο αισιόδοξο, θα μετρήσουμε και τις απώλειες. Ανάμεσα σε αυτές θα δούμε και πόσα δάνεια προστέθηκαν στο απόθεμα των ΜΕΔ. Κυρίως, θα φανεί πόσοι ιδιώτες και επιχειρήσεις που απολαμβάνουν το προνόμιο της αναστολής πληρωμών θα καταφέρουν να αξιοποιήσουν τα προγράμματα ομαλής μετάβασης στην κανονικότητα, τόσο τα κρατικά, τη Γέφυρα 1 και 2, όσο και τις ρυθμίσεις που προσφέρουν εταιρείες διαχείρισης και τράπεζες, και πόσοι δεν θα καταφέρουν να ανταποκριθούν.
Από τη πλευρά μας, οι Εταιρίες Διαχείρισης έχουμε κάνει κάθε δυνατή προσπάθεια αρωγής προς τους πληγέντες από τα μέτρα περιστολής της πανδημίας, αλλά και προς όλους τους οφειλέτες συνολικά. Μόνο τον τελευταίο χρόνο προχωρήσαμε σε 75.000 ρυθμίσεις δανείων ύψους άνω των 2 δις. Ευρώ σε μη τραπεζικά χαρτοφυλάκια. Στην πλειοψηφία των περιπτώσεων αυτών οι λύσεις που δώσαμε περιλάμβαναν και άφεση χρέους. Ταυτόχρονα, συνεργαστήκαμε με τις τράπεζες για ένα μεγάλο αριθμό ρυθμίσεων και στα δάνεια που παραμένουν στα χαρτοφυλάκιά τους, προσφέραμε ρυθμίσεις αμοιβαία επωφελείς που αποτελούν την βάση για τη μακροπρόθεσμη βιωσιμότητά τους.
Αποκρυσταλλώνεται, επομένως, η εικόνα των αριθμητικών μεγεθών και της λειτουργίας του κλάδου. Παράλληλα, μέσα στο 2021 έχουμε μία ακόμη σημαντική εξέλιξη. Οριστικοποιείται το θεσμικό πλαίσιο για τη δραστηριότητά μας, με βασικό άξονα το νέο Πτωχευτικό Κώδικα. Η υλοποίηση της ηλεκτρονικής πλατφόρμας για τον Εξωδικαστικό συμβιβασμό προχωρεί καθώς και όλες οι σχετικές ΚΥΑ και η εκτίμησή μας είναι πως θα τηρηθούν τα χρονοδιαγράμματα.
Υπάρχει κινητοποίηση και συνεργασία όλων των εμπλεκόμενων μερών, που έχει ουσιαστική σημασία καθώς με το νέο πτωχευτικό ρυθμίζεται το σύνολο των χρεών, τόσο προς τους ιδιώτες πιστωτές όσο και προς το δημόσιο τομέα.
Ωστόσο, το πρόβλημα των κακόπιστων οφειλετών, εκείνων που επιχειρούν να αξιοποιήσουν ακόμη και τη δοκιμασία της πανδημίας για να αποφύγουν τις υποχρεώσεις τους σε βάρος των συνεπών και της οικονομίας, παραμένει. Και δυστυχώς βρίσκουν καταφύγιο σε μέτρα καλής πρόθεσης που αποδεικνύονται όμως στην πράξη ατελέσφορα και φέρνουν το αντίθετο αποτέλεσμα. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί η γενική αναστολή όλων των μέτρων αναγκαστικής εκτέλεσης – και όχι μόνον των πλειστηριασμών. Έχω πει επανειλημμένα και με τον πιο κατηγορηματικό τρόπο ότι οι πλειστηριασμοί και γενικά η προσφυγή σε αναγκαστική εκτέλεση δεν αποτελεί ούτε πρόθεση, ούτε επιλογή μας. Εμείς θέλουμε λύσεις. Λύσεις αμοιβαία αποδεκτές και βιώσιμες για να αναβιώσουν και να πληρωθούν τελικά τα δάνεια στο βαθμό που μπορεί να ανταποκριθεί ο οφειλέτης. Η αναγκαστική εκτέλεση δεν είναι πρώτη μας προτεραιότητα. Είναι λύση κοστοβόρα και χρονοβόρα. Αλλά. Υπάρχει ένα μεγάλο «αλλά». Η απουσία της, ως έσχατο μέσο καταφυγής σε βάρος των στρατηγικών κακοπληρωτών, έχει σοβαρές παρενέργειες. Οι κατά σύστημα ασυνεπείς ενθαρρύνονται στην ασυνέπειά τους. Και οι συνεπείς βλέπουν ότι οι καταχρηστικές συμπεριφορές γίνονται ανεκτές. Έτσι καταστρέφεται μια μεγάλη κατάκτηση που είχαμε τα τελευταία χρόνια της οικονομικής κρίσης, η αποκατάσταση της κουλτούρας πληρωμών στην Ελλάδα. Όπως όλοι ξέρουμε, ήταν πηγή δεινών για την οικονομία στο παρελθόν. Η υποτροπή αποτελεί απειλή για το δημόσιο συμφέρον μακροπρόθεσμα, κι όχι απλώς για τους κατόχους δανειακών χαρτοφυλακίων. Το παρατεταμένο πάγωμα των μέτρων αναγκαστικής εκτέλεσης έχει ήδη πλήξει σοβαρά το ρυθμό με τον οποίο επιτυγχάνονται ρυθμίσεις και συναινετικές διευθετήσεις. Έτσι, όμως, ξεκινά ένα ντόμινο παρενεργειών στην οικονομία. Τα σχέδια των τραπεζών για μείωση του αποθέματος ΜΕΔ καθυστερούν, και μαζί τους η πλήρης αποκατάσταση της δυνατότητάς τους να χρηματοδοτούν την οικονομία – τώρα ακριβώς που πρέπει να στηριχτεί η ανάκαμψη».