Μια αργή στροφή του σκάφους της οικονομικής πολιτικής έχει ήδη αρχίσει, καθώς η κυβέρνηση διαπιστώνει ότι τα περιθώρια για μέτρα στήριξης επιχειρήσεων και νοικοκυριών εξαντλούνται και θα απαιτηθούν μέτρα διόρθωσης των δημοσιονομικών ανισορροπιών, ενώ παραμένει ανοικτό το ενδεχόμενο να μην ισχύσει για την Ελλάδα και το 2022 η γενική δημοσιονομική χαλάρωση. Σε αυτό το πλαίσιο, επανεξετάζονται φορολογικά μέτρα που θα ανακούφιζαν επιχειρήσεις και νοικοκυριά, όπως μόνιμη κατάργηση της εισφοράς αλληλεγγύης και η μείωση της προκαταβολής φόρου των επιχειρήσεων.
Με αλλεπάλληλες δηλώσεις, τις τελευταίες ημέρες, τα κορυφαία στελέχη του οικονομικού επιτελείου προλειαίουν το έδαφος για τις αλλαγές που έρχονται στην οικονομική πολιτική και θα αρχίσουν να γίνονται ορατές από το δεύτερο εξάμηνο του έτους και μετά. Γενική επωδός των δηλώσεων του Χρ. Σταϊκούρα και του Θ. Σκυλακάκη είναι ότι η κυβέρνηση θα συνεχίζει να στηρίζει την οικονομία μέχρι να ξεπερασθεί η πανδημία, αλλά αυτή η στήριξη έχει όρια και δεν θα πρέπει να κλονίσει τη δημοσιονομική σταθερότητα. Ο κ. Σταϊκούρας συμπύκνωσε με τον καλύτερο τρόπο αυτό το μήνυμα, δηλώνοντας χαρακτηριστικά: «Ναι στη δημοσιονομική ευελιξία, όχι στον δημοσιονομικό εκτροχιασμό».
Η ανησυχία στην κυβέρνηση για την εξάντληση των δυνατοτήτων στήριξης της οικονομίας, μετά και την «αιμορραγία» που προκάλεσε το παρατεταμένο, δεύτερο lockdown δεν είναι άσχετη με τις νέες προβλέψεις που γίνονται για το φετινό πρωτογενές έλλειμμα. Η Κομισιόν εκτιμούσε το φθινόπωρο ότι το έλλειμμα θα διαμορφωνόταν φέτος στο 3,4% του ΑΕΠ, ενώ ο προϋπολογισμός ανέβασε την πρόβλεψη στο 3,9%, λαμβανομένου υπόψη ότι θα χρειάζονταν φέτος μέτρα στήριξης με κόστος 7,5 δισ. ευρώ.
Όμως, όπως ανακοίνωσε ο Χρ. Σταϊκούρας αμέσως μετά τη δημοσίευση της έκθεσης αξιολόγησης από τους Θεσμούς, τα μέτρα στήριξης «συνεχώς προσαρμόζονται, διευρύνονται και εμπλουτίζονται, ανάλογα με τις ανάγκες, φθάνοντας τα 11,6 δισ. ευρώ για το 2021». Αυτή η υπέρβαση των περίπου 4 δισ. ευρώ στις εκτιμήσεις για τα μέτρα στήριξης οδηγεί σε σημαντικό «φούσκωμα» του φετινού ελλείμματος και γίνεται πλέον σαφές ότι όχι μόνο δεν υπάρχει πρόσθετο περιθώριο για μέτρα στήριξης, αλλά ενδεχομένως στο β' εξάμηνο του έτους να χρειασθούν διορθωτικά μέτρα για το έλλειμμα.
Τα ευνοϊκά μέτρα που επανεξετάζονται
Προς το παρόν, τα στελέχη του οικονομικού επιτελείου κρατούν «κλειστά χαρτιά» για αυτά μέτρα, που θα οριστικοποιηθούν τον Μάιο, αλλά είναι σαφές ότι προσπαθούν να ρίξουν τις προσδοκίες για ελαφρύνσεις. Τουλάχιστον δύο είναι τα σημαντικά φορολογικά μέτρα που θα εξετασθούν με μεγάλη προσοχή τον Μάιο:
- «Πάγωμα» της εισφοράς αλληλεγγύης: Ως γνωστόν, η κυβέρνηση πρόσφερε μια μεγάλη ανάσα στους φορολογούμενους, στο πλαίσιο της πολιτικής για την ενίσχυση της οικονομίας εν μέσω της πανδημίας, απενεργοποιώντας την «τσουχτερή» εισφορά αλληλεγγύης για τα εισοδήματα του 2020. Αν και δεν υπήρξε συμφωνία με τους Θεσμούς για μόνιμη κατάργηση του μέτρου, ούτε και η κυβέρνηση το δήλωσε ρητά, είχε καλλιεργηθεί η προσδοκία ότι το προσωρινό «πάγωμα» θα γινόταν μόνιμο, καλύπτοντας και τα εισοδήματα από το 2021 και μετά. Όμως, οι νέες συνθήκες είναι πολύ πιθανό να οδηγήσουν στην... ολική επαναφορά αυτού του φορολογικού μέτρου της μνημονιακής περιόδου. Ερωτηθείς σχετικά, πριν λίγες ημέρες, ο υπουργός Οικονομικών (σε συνέντευξη στο ραδιόφωνο του ΣΚΑΪ), ξεκαθάρισε ότι η αναστολή της εισφοράς αλληλεγγύης δεν είναι ένα μόνιμο μέτρο, αφήνοντας ανοικτό το ενδεχόμενο να επανέλθει. «Θέλω να είμαι ακριβής και να μην καλλιεργώ προσδοκίες», είπε χαρακτηριστικά.
- Μείωση προκαταβολής φόρου: Ειδικά για την προκαταβολή φόρου που πλήρωσαν οι επιχειρήσεις, προβλέφθηκε έκπτωση 30% έως και 100%, ανάλογα με τη μείωση τζίρου που εμφάνισαν μέσα στο 2020. Με αυτή τη ρύθμιση, οι επιχειρήσεις μείωσαν περισσότερο από 50% το συνολικό φόρο (κύριος και προκαταβολή), εξοικονομώντας περισσότερα από 1,8 δισ. ευρώ. Αυτό το μέτρο αναμενόταν ότι θα εφαρμοζόταν και φέτος, όμως στις νέες συνθήκες το κόστος του γίνεται δυσβάστακτο για τον προϋπολογισμό, που ήδη άρχισε να εκτελείται από τον Ιανουάριο με σημαντική υστέρηση εσόδων έναντι του στόχου. Έτσι, εξετάζεται σενάριο κατάργησης της έκπτωσης με βάση τη μείωση τζίρου, κάτι που σημαίνει ότι μόνο οι επιχειρήσεις με ζημιές το 2020 θα απαλλαγούν από την προκαταβολή φόρου.
Άρχισε πρέσινγκ η Κομισιόν
Ένας σοβαρός λόγος που επιβάλλει στην κυβέρνηση να υιοθετήσει πιο «σφικτή» δημοσιονομική πολιτική είναι το διακριτικό πρέσινγκ που άρχισαν οι Βρυξέλλες. Παρότι στην Ευρώπη γενικά επικρατεί δημοσιονομική χαλάρωση, λόγω της πανδημίας, η Ελλάδα δεν παύει να αποτελεί μια ειδική περίπτωση χώρας, καθώς είναι η μοναδική που βρίσκεται σε καθεστώς μεταμνημονιακής εποπτείας, ενώ έχει αναλάβει υποχρεώσεις για τη δημοσιονομική πολιτική σε βάθος χρόνου, ώστε να επιτευχθούν συγκεκριμένοι στόχοι για τη βιωσιμότητα του χρέους.
Με αυτά τα δεδομένα, την άνοιξη η κυβέρνηση θα περάσει μια αρκετά δύσκολη διαδικασία, κατά την αξιολόγηση του αναθεωρημένου Προγράμματος Σταθερότητας, ενώ και το φθινόπωρο, ενόψει της κατάθεσης του προσχεδίου του προϋπολογισμού, οι Θεσμοί θα συνεχίσουν τη στενή επιτήρηση, δίνοντας κατευθύνσεις οι οποίες μπορεί να είναι πολύ διαφορετικές από τη γενική γραμμή δημοσιονομικής χαλάρωσης, που αναμένεται να ισχύσει και τον επόμενο χρόνο στην Ευρώπη.
Η Κομισιόν, στην ένατη έκθεση αξιολόγησης, υπενθυμίζει τα πρόσθετα βάρη που έχει αναλάβει ο προϋπολογισμός λόγω της πανδημίας και σημειώνει ότι η πλήρης αναπροσαρμογή των προβλέψεων για το έλλειμμα του 2021 θα γίνει την άνοιξη. Υπενθυμίζει, επίσης, ότι η γενική ρήτρα διαφυγής του Συμφώνου Σταθερότητας επιτρέπει προσωρινή χαλάρωση των στόχων και για την Ελλάδα, αλλά με έναν «αστερίσκο»: «εφόσον αυτό δεν θέτει σε κίνδυνο τη δημοσιονομική σταθερότητα μεσοπρόθεσμα». Αυτή η αναφορά ανοίγει διάπλατα το παράθυρο για πιέσεις στην κυβέρνηση για διορθωτικά μέτρα, στην περίπτωση που εκτιμηθεί την άνοιξη ότι το φετινό έλλειμμα δεν συμβαδίζει με τον στόχο της μεσοπρόθεσμης δημοσιονομικής σταθερότητας.
Γνωρίζοντας καλά αυτούς τους κινδύνους, ο υπουργός Οικονομικών, Χρήστος Σταϊκούρας, τόνισε (μιλώντας στην ΕΡΑ) ότι προτεραιότητα τής κυβέρνησης είναι να συνεχισθεί η δημοσιονομική χαλάρωση και το 2022, υπογραμμίζοντας την ανάγκη και η Ελλάδα, παρά το γεγονός ότι βρίσκεται σε καθεστώς μεταμνημονιακής εποπτείας, να αντιμετωπισθεί όπως και οι άλλες ευρωπαϊκές χώρες.
Αυτή είναι η ελπίδα του οικονομικού επιτελείου, όμως στις Βρυξέλλες ανησυχούν για τις δημοσιονομικές αποκλίσεις, στο βαθμό που θα μπορούσαν να «ξηλώσουν» τη συμφωνία του Ιουνίου 2018 για το ελληνικό χρέος και ανοίξουν εκ νέου την πολύ δυσάρεστη για τις κυβερνήσεις της ευρωζώνης συζήτηση για νέες ελαφρύσεις και διευκολύνσεις στην Ελλάδα. Προς το παρόν, στην όγδοη έκθεση αξιολόγησης, η ανάλυση βιωσιμότητας του χρέους που έκανε η Κομισιόν δεν έδειξε εκτροπή από τους στόχους. Νεότερη ανάλυση δεν έγινε στην 9η αξιολόγηση, αλλά αναμένεται με μεγάλο ενδιαφέρον η επικαιροποίηση που θα γίνει τον Μάιο, στο πλαίσιο της 10ης αξιολόγησης. Αν δεν «βγαίνουν τα νούμερα», η πίεση για διορθωτικά δημοσιονομικά μέτρα θα ενταθεί...