Τη σημαντική πρόοδο που έχει καταγράψει η ελληνική οικονομία επισήμανε ο διοικητής της ΤτΕ Γιάννης Στουρνάρας σημειώνοντας πως η Ελλάδα σήμερα αναπτύσσεται ταχύτερα από τον μέσο όρο της Ευρωπαϊκής Ένωσης και βρίσκεται σε σαφώς καλύτερη θέση σε σχέση με το παρελθόν. Ωστόσο το κατά κεφαλήν εισόδημα παραμένει αισθητά χαμηλότερο από τα προ κρίσης επίπεδα, γεγονός που αντανακλά το βάθος της ύφεσης που υπέστη η χώρα.
Σε συνέντευξη που παραχώρησε στην ισπανική εφημερίδα «El Pais», ο κ. Στουρνάρας υπενθυμίζει ότι η Ελλάδα ξεκίνησε από μια «εξωπραγματική» κατάσταση το 2009, με κατάρρευση του ΑΕΠ κατά 25% και τεράστια δημοσιονομικά και εξωτερικά ελλείμματα, τονίζοντας ότι η τότε ανάπτυξη ήταν τεχνητή και στηριζόταν σε ανισορροπίες.
Σήμερα, όπως σημειώνει, η βελτίωση της διεθνούς εικόνας της χώρας αποτυπώνεται και θεσμικά, με Έλληνα υπουργό να προεδρεύει στο Eurogroup, κάτι αδιανόητο την περίοδο της κρίσης.
Απαντώντας στο γιατί η ανάκαμψη δεν είναι ακόμη ισχυρότερη, ο διοικητής της ΤτΕ εστιάζει στο επενδυτικό κενό και στη χαμηλή παραγωγικότητα, επισημαίνοντας ότι απαιτούνται περισσότερες επενδύσεις για να επιταχυνθεί η σύγκλιση με την υπόλοιπη Ευρώπη.
Παράλληλα, αναγνωρίζει ότι η πιο βαθιά πληγή της λιτότητας ήταν η οικονομική πίεση στα πιο ευάλωτα στρώματα της κοινωνίας, προειδοποιώντας όμως ότι η χώρα δεν έχει την πολυτέλεια να επιστρέψει σε αλόγιστες δημοσιονομικές πολιτικές του παρελθόντος.
Στη συνέντευξη γίνεται εκτενής αναφορά και στον ρόλο της τρόικας και της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας. Ο Γιάννης Στουρνάρας παραδέχεται ότι έγιναν σοβαρά λάθη, ιδίως ως προς την υπερβολική έμφαση στη λιτότητα, σημειώνοντας ότι το ΔΝΤ αναγνώρισε εκ των υστέρων τις αστοχίες του.
Όπως υπογραμμίζει, η εμπειρία αυτή συνέβαλε στην άνοδο του λαϊκισμού σε πολλές χώρες, αλλά ταυτόχρονα οδήγησε και σε μια πιο ρεαλιστική ευρωπαϊκή απάντηση, με χαρακτηριστικό παράδειγμα το πρόγραμμα Next Generation EU.
Αναφερόμενος στις αδυναμίες της ελληνικής οικονομίας, ο διοικητής της ΤτΕ ξεχωρίζει το εμπορικό έλλειμμα, τη χαμηλή ιδιωτική αποταμίευση και κυρίως τη δραστική μείωση των επενδύσεων και το brain drain, τα οποία –όπως λέει– καθιστούν τη χώρα φτωχότερη σε φυσικό και ανθρώπινο κεφάλαιο. Στο ίδιο πλαίσιο, τονίζει ότι η μετανάστευση μπορεί να αποτελέσει μέρος της λύσης στο δημογραφικό πρόβλημα, εφόσον η Ελλάδα καταφέρει να προσελκύσει ανθρώπους με δεξιότητες.
Σε ευρωπαϊκό επίπεδο, ο κ. Στουρνάρας εμφανίζεται επικριτικός για τις καθυστερήσεις στη λήψη αποφάσεων, υποστηρίζοντας ότι η ΕΕ πρέπει να ολοκληρώσει την τραπεζική ένωση, την ενιαία αγορά και να προχωρήσει στην έκδοση ευρωομολόγων, καθώς η απουσία ενός κοινού ασφαλούς περιουσιακού στοιχείου αποθαρρύνει τα μεγάλα διεθνή επενδυτικά κεφάλαια από το να τοποθετηθούν στην Ευρώπη.
Τέλος, αναφερόμενος στη νομισματική πολιτική, εκτιμά ότι, παρά την υποχώρηση του πληθωρισμού προς το 2% το 2026, η Ευρώπη βρίσκεται σε μια εύθραυστη ισορροπία. Οι πιέσεις από τους δασμούς των ΗΠΑ, τις γεωπολιτικές εντάσεις και τις ανάγκες για επενδύσεις στην κλιματική μετάβαση και την άμυνα καθιστούν, κατά τον ίδιο, τη στάση αναμονής ως τη συνετότερη επιλογή για τα επιτόκια.