Με πακέτο δημοσιονομικών παρεμβάσεων που υπερβαίνει τα 33 δισ. ευρώ εισέρχεται η κυβέρνηση στην επόμενη τετραετία, όπως αποτυπώνεται στο Πολυετές Δημοσιονομικό Πρόγραμμα 2026–2029 και στην Έκθεση του Ελληνικού Δημοσιονομικού Συμβουλίου.
Φοροελαφρύνσεις, αλλαγές σε συντάξεις και εισφορές, αυξήσεις μισθών και διεύρυνση κοινωνικών δαπανών συνθέτουν το νέο μείγμα πολιτικής, την ώρα που η οικονομία διατηρεί αναπτυξιακή δυναμική αλλά με σαφή σημάδια επιβράδυνσης. Υπό τη σκιά γεωπολιτικών κινδύνων και της λήξης του Ταμείου Ανάκαμψης, η δημοσιονομική ισορροπία και η αξιοποίηση των ευρωπαϊκών πόρων αναδεικνύονται σε κρίσιμα στοιχήματα για τη βιωσιμότητα της ανάπτυξης.
Συγκεκριμένα σύμφωνα με το Πολυετές Δημοσιονομικό Πρόγραμμα για την περίοδο 2026 – 2029 το συνολικό κόστος των δημοσιονομικών παρεμβάσεων, που έχουν ήδη ανακοινωθεί ή νομοθετηθεί αναμένεται να ανέλθει σε 7,94 δισ. ευρώ το 2027 (επιπλέον 2 δισ. ευρώ σε σχέση με το 2026), σε 9,01 δισ. ευρώ το 2028 (επιπλέον 1,07 δισ. ευρώ σε σχέση με το 2027) και σε 10,1 δισ. ευρώ το 2029 (επιπλέον 1,09 δισ. ευρώ σε σχέση με το 2028).
Πιο συγκεκριμένα, όπως αναφέρεται στην Εκθεση του Ελληνικού Δημοσιονομικού Συμβουλίου (ΕΔΣ). ,υπάρχει μια σειρά πρωτοβουλιών που εισάγονται το 2026 και προεξοφλείται η τροποποίηση τους το 2027, όπως η μεταρρύθμιση περί του μη συμψηφισμού της προσωπικής διαφοράς των συνταξιούχων που εισάγεται ως μείωση το 2026 για να καταργηθεί πλήρως το 2027, και επίσης η μείωση του ΕΝΦΙΑ, για κύριες κατοικίες σε περιπτώσεις οικισμών με λιγότερους από 1.500 κατοίκους, εισάγεται ως μείωση για το 2026 και επεκτείνεται σε πλήρη κατάργηση το 2027.
Στα πλαίσια της ΔΕΘ 2025 (Σεπτέμβριος 2025) εξαγγέλλονται δύο συγκεκριμένες κυβερνητικές παρεμβάσεις με ορίζοντα το 2027 που είναι: 1) η μείωση του φόρου εισοδήματος ακινήτων με εισαγωγή ενδιάμεσου συντελεστή 25% (με εκτιμώμενο δημοσιονομικό κόστος 90 εκατ. ευρώ ετησίως) και 2) η απαλλαγή από τον φόρο εισοδήματος ιδρυμάτων και κληροδοτημάτων (με εκτιμώμενη επιβάρυνση 43 εκατ. ευρώ).
Ακόμη, σε συνέχεια της μείωσης των ασφαλιστικών εισφορών κατά 1% το 2025, από το 2027 ακολουθεί νέα μείωση κατά 0,5% ακόμη (με εκτιμώμενη δημοσιονομική επιβάρυνση 244 εκατ. ευρώ). Σύμφωνα με το ΠΔΠ 2026-2029 προβλέπεται η σταθερή ετήσια αύξηση των δαπανών των συντάξεων με βάση τον ρυθμό μεταβολής του ΑΕΠ και του πληθωρισμού, καθώς η αύξηση για τις μισθολογικές δαπάνες του δημόσιου τομέα, ώστε ο εισαγωγικός μισθός να μην υπολείπεται του επιπέδου του κατώτατου μισθού που προκύπτει από την επαναλαμβανόμενη αύξηση του τα επόμενα χρόνια.
Ακόμη η επέκταση του μέτρου της αύξησης του ορίου φαρμακευτικής δαπάνης κατά 100 εκατ. ετησίως και μετά το 2025 θα θα επιφέρει σταδιακά αυξανόμενη δημοσιονομική επιβάρυνση κατά 100 εκατ. ευρώ κατά έτος
Οι επιδόσεις της οικονομίας.
Οσον αφορά στις επιδόσεις της ελληνικής οικονομίας το για το 2026, το Συμβούλιο προβλέπει ρυθμό ανάπτυξης του ΑΕΠ 2,3%, εντός ενός πλαισίου συνεχιζόμενης γεωπολιτικής αβεβαιότητας, αλλά και των πολιτικών προβλημάτων μεγάλων οικονομιών της ευρωζώνης, με την πρόβλεψη του κρατικού προϋπολογισμού (ΚΠ 2026) να διαμορφώνεται στο 2,4%, εντός του εύρους εκτιμήσεων του ΕΔΣ.
Για την περίοδο 2027–2029 οι μακροοικονομικές προβλέψεις του ΠΔΠ 2026-2029 διαμορφώνονται σε πιο συντηρητικό εύρος, αντανακλώντας τη σταδιακή επιβράδυνση του ρυθμού οικονομικής μεγέθυνσης. Παρά τη σταδιακή μείωση του ρυθμού μεγέθυνσης, η ελληνική οικονομία παραμένει σε ανθεκτική αναπτυξιακή πορεία καθώς από το 2023, το πραγματικό ΑΕΠ αυξάνεται κατά περίπου 2,1% ετησίως, ταχύτερα από την ευρωζώνη, με τη διαδικασία σύγκλισης να συνεχίζεται.
Η ανάπτυξη αναμένεται να διατηρηθεί κοντά στο 2% έως το 2027, με την εγχώρια ζήτηση να παραμένει ο βασικός κινητήριος μοχλός της οικονομικής δραστηριότητας, υποστηριζόμενη από την ολοκλήρωση των επενδύσεων του ΤΑΑ, και τη συνεχιζόμενη άνοδο της απασχόλησης.
Ειδικότερα, ο μέσος αναμενόμενος ρυθμός ανάπτυξης ολόκληρης της περιόδου 2026-2029 είναι 1,8%, με κύριους μοχλούς ανάπτυξης τις επενδύσεις που χρηματοδοτούνται από το ΤΑΑ και την ιδιωτική κατανάλωση. Ωστόσο, αναμένεται να παρουσιάσουν μειωμένη συνεισφορά στην οικονομική δραστηριότητα, καθώς η επίδρασή τους εξασθενεί προς τα τελευταία έτη της περιόδου αυτής και ιδιαίτερα μετά τη λήξη του ΤΑΑ.
Καμπανάκι για εξωτερικούς κινδύνους και αξιοποίηση των Ευρωπαικών πόρων
Η έκθεση καταλήγει ότι παρά τα θετικά αυτά στοιχεία, η μακροοικονομική και δημοσιονομική προοπτική εξακολουθεί να επηρεάζεται από εξωτερικούς παράγοντες αβεβαιότητας, όπως η γεωπολιτική αστάθεια και η ασάφεια των παγκόσμιων δασμολογικών πολιτικών, οι οποίες επηρεάζουν αρνητικά την ΕΕ. Σε αυτό το πλαίσιο, η εδραίωση ενός συνεκτικού και ορθολογικού μακροοικονομικού πλαισίου, σε πλήρη εναρμόνιση με τους ευρωπαϊκούς κανόνες, αποτελεί θεμελιακό παράγοντα για βιώσιμη ανάπτυξη.
Η αδιαπραγμάτευτη δημοσιονομική υπευθυνότητα, η αποτελεσματική αξιοποίηση των ευρωπαϊκών πόρων και η αποφασιστική υλοποίηση διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων δεν αποτελούν μόνο τεχνοκρατικές επιλογές· συνιστούν τον βασικό δρόμο προς μια πιο ανθεκτική οικονομία, ικανή να προσφέρει σταθερότητα, ανάπτυξη και πραγματική κοινωνική ευημερία σε βάθος χρόνου.