Μέσο ρυθμό ανάπτυξη στο 2,1% για την ελληνική οικονομία αναμένει για το 2024 από 1,9% που ήταν η προηγούμενη εκτίμησή του, το Κέντρο Προγραμματισμού και Οικονομικών Ερευνών (ΚΕΠΕ), σε έκθεσή του.
Σύμφωνα με την ανάλυση του Κέντρου οι κίνδυνοι που απορρέουν από το εξωτερικό περιβάλλον παραμένουν στην παρούσα συγκυρία σοβαροί, καθώς οι γεωπολιτικές εξελίξεις εξακολουθούν να αποτελούν κυρίαρχο αστάθμητο παράγοντα, ενώ αρκετά κράτη - μέλη της ΕΕ συνεχίζουν να εμφανίζουν ασθενείς οικονομικές επιδόσεις, υπό την επήρεια του αυξημένου κόστους διαβίωσης και παραγωγής, των υψηλών επιτοκίων και της έλλειψης ώθησης από την πλευρά της διεθνούς ζήτησης.
Σε ό,τι αφορά την Ελλάδα, οι συνθήκες αυτές δεν λειτουργούν ευνοϊκά για την άμβλυνση των δομικών ανισορροπιών του παραγωγικού υποδείγματος της χώρας, με το ζήτημα του ελλείμματος του εμπορικού ισοζυγίου να έχει επανέλθει στο προσκήνιο, καθιστώντας την ελληνική οικονομία περισσότερο ευάλωτη στο ενδεχόμενο οποιωνδήποτε εξωγενών αναταράξεων.
Για το δεύτερο εξάμηνο του 2024, η πρόβλεψη βρίσκεται λίγο υψηλότερα από εκείνη της προηγούμενης περιόδου αναφοράς, και συγκεκριμένα διαμορφώνεται στο 2,1% (από 1,9%) συνολικά για το εξάμηνο έναντι της αντίστοιχης περί 2,0%) για το τρίτο και το τέταρτο τρίμηνο του έτους, αντίστοιχα. Στις εκτιμήσεις αντανακλάται η προαναφερόμενη ελαφρά ενίσχυση του ρυθμού ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας στο δεύτερο τρίμηνο του 2024, και η ευνοϊκή εξέλιξη της πλειονότητας των μεταβλητών που λαμβάνονται υπόψη για την πρόβλεψη.
Πιο αναλυτικά, για το δεύτερο τρίμηνο του 2024, τα τριμηνιαία δεδομένα των Εθνικών Λογαριασμών, σε σταθερές τιμές, έναντι του αντίστοιχου τριμήνου του 2023 απεικονίζουν συνεχιζόμενη σημαντική άνοδο της ιδιωτικής κατανάλωσης, μεγάλη αύξηση των αποθεμάτων, καθώς και ενίσχυση των επενδύσεων παγίου κεφαλαίου με μοχλό κυρίως την αύξηση της επενδυτικής δαπάνης για μεταφορικό και μηχανολογικό εξοπλισμό. Στον εξωτερικό τομέα, συνεχίστηκε η άνοδος των εξαγωγών υπηρεσιών, λόγω της περαιτέρω αύξησης των εισπράξεων από τον τουρισμό, ενώ σε θετικό πρόσημο επέστρεψε και ο ρυθμός μεταβολής των εξαγωγών αγαθών, μετά από δύο τρίμηνα κάμψης. Από την άλλη πλευρά, πτωτικά κινήθηκε για ένα ακόμα τρίμηνο η καταναλωτική δαπάνη της Γενικής Κυβέρνησης, στο πλαίσιο των προσαρμογών που συνεπάγεται η επαναφορά στην τήρηση των δημοσιονομικών στόχων.
Σε ό,τι αφορά την πορεία των δεικτών που αντανακλούν τη δραστηριότητα βασικών τομέων της οικονομίας, οι εξελίξεις που καταγράφηκαν το δεύτερο τρίμηνο του 2024, σε σχέση με το αντίστοιχο τρίμηνο του προηγούμενου έτους, ήταν στη μεγάλη πλειονότητα των περιπτώσεων θετικές. Αρχικά, στον τομέα της βιομηχανίας, ο γενικός δείκτης βιομηχανικής παραγωγής κατέγραψε άνοδο, με τις τιμές του δείκτη να εμφανίζονται ενισχυμένες σε όλες τις βασικές επιμέρους κατηγορίες, και ιδιαίτερα στην ενέργεια και στα καταναλωτικά αγαθά.
Παράλληλα, ανοδική εξέλιξη ακολούθησε και ο δείκτης κύκλου εργασιών στη βιομηχανία, με εξαίρεση τις επιμέρους κατηγορίες των διαρκών καταναλωτικών αγαθών για την εγχώρια αγορά και των κεφαλαιουχικών αγαθών για την εξωτερική αγορά. Στον τομέα του εμπορίου, ο δείκτης όγκου στο λιανικό εμπόριο σημείωσε αύξηση στο σύνολο και σε έξι από τις οκτώ σχετικές υποκατηγορίες, με τις περιπτώσεις που παρουσίασαν κάμψη να αφορούν τα τρόφιμα, ποτά, καπνό και τα έπιπλα, ηλεκτρικά είδη και οικιακό εξοπλισμό.
Στους τομείς του τουρισμού και των κατασκευών, σημαντική άνοδος παρατηρήθηκε για ένα ακόμα τρίμηνο στις ταξιδιωτικές εισπράξεις, ενώ ευνοϊκές ήταν οι εξελίξεις και σε ό,τι αφορά τον δείκτη παραγωγής στις κατασκευές, παρά την πτώση η οποία καταγράφηκε στα στοιχεία των Εθνικών Λογαριασμών σε σχέση με τη δαπάνη για επενδύσεις σε κατασκευές. Αναφορικά με την πορεία της εγχώριας αγοράς εργασίας, στο δεύτερο τρίμηνο του 2024 παρατηρήθηκε περαιτέρω βελτίωση των συνθηκών, με αύξηση του αριθμού των απασχολουμένων της τάξεως του 2,2% σε σχέση με το δεύτερο τρίμηνο του προηγούμενου έτους και αντίστοιχη μείωση του αριθμού των ανέργων κατά 12,3%.
Ως προς τα δεδομένα του δεύτερου τριμήνου του 2024 για τις τιμές, οι εξελίξεις ήταν ενδεικτικές μίας περαιτέρω ήπιας υποχώρησης του ενεργειακού κόστους, με τον ευρωπαϊκά εναρμονισμένο δείκτη τιμών ενέργειας για την Ελλάδα να σημειώνει κάμψη σε σχέση με το αμέσως προηγούμενο τρίμηνο. Επιπλέον, βελτίωση καταγράφηκε σε σχέση με τον μέσο πληθωρισμό, με τις πληθωριστικές πιέσεις να παραμένουν, ωστόσο, σημαντικές σε βασικές κατηγορίες καταναλωτικών αγαθών και υπηρεσιών, όπως τα τρόφιμα και ποτά, η ένδυση-υπόδηση και τα ξενοδοχεία-καφέ-εστιατόρια. Σε ό,τι αφορά την απόδοση του δεκαετούς ελληνικού ομολόγου, η οποία συναρτάται με τα επίπεδα αβεβαιότητας στην οικονομία, παρατηρήθηκε μικρή αύξηση σε σχέση με το πρώτο τρίμηνο του 2024, με το σχετικό περιθώριο (spread) έναντι του αντίστοιχου γερμανικού ομολόγου να παραμένει σταθερό.
Αναφορικά με τους δείκτες που αντανακλούν τις προσδοκίες και εκτιμήσεις των συμμετεχόντων στην οικονομική δραστηριότητα για την πορεία της οικονομίας, οι εξελίξεις κατά το δεύτερο τρίμηνο του 2024, σε σύγκριση με το πρώτο τρίμηνο του έτους, ήταν ενδεικτικές μίας βελτίωσης του οικονομικού κλίματος στην Ελλάδα και, οριακά, στην Ευρώπη, ενώ οι επιχειρηματικές προσδοκίες στην Ελλάδα ενισχύθηκαν στον τομέα της βιομηχανίας και υποχώρησαν στους τομείς του λιανικού εμπορίου και των κατασκευών.
Οι βραχυπρόθεσμες προοπτικές για την εξέλιξη του πραγματικού ΑΕΠ της ελληνικής οικονομίας εξακολουθούν να περιβάλλονται από σημαντικό βαθμό αβεβαιότητας, με την υποκείμενη ισορροπία κινδύνων –απειλών και ευκαιριών– να παραμένει, ωστόσο, σχετικά σταθερή. Όπως και στα προηγούμενα τρίμηνα, οι οικονομικές εξελίξεις στην Ελλάδα, αλλά και την ΕΕ συνολικά, υπόκεινται στους σοβαρούς κινδύνους που απορρέουν από τις γεωπολιτικές εξελίξεις και την κλιματική κρίση, ενώ επηρεάζονται και από την αργή αποκλιμάκωση του πληθωρισμού και των επιτοκίων, με ό,τι η πορεία αυτή συνεπάγεται για την αγοραστική δύναμη των νοικοκυριών και τις επενδύσεις.
Από την άλλη πλευρά, η ελληνική οικονομία βρίσκεται μπροστά σε ειδικότερες προκλήσεις που σχετίζονται με την αντιμετώπιση δομικών της αδυναμιών, αλλά και ενώπιον ευκαιριών που μπορούν να ενισχύσουν σημαντικά την ανθεκτικότητα και τις οικονομικές προοπτικές της. Στις ευκαιρίες αυτές περιλαμβάνεται η σταδιακή άνοδος του μέσου ρυθμού ανάπτυξης της ευρωπαϊκής οικονομίας, η θετική δυναμική βασικών κλάδων δραστηριότητας (βιομηχανία, τουρισμός, ενέργεια), και η διαθεσιμότητα σημαντικών χρηματοδοτικών πόρων μέσω του Ταμείου Ανάκαμψης για την ενδυνάμωση των επενδύσεων και την προώθηση μεταρρυθμίσεων που θα συμβάλλουν στη διατήρηση μίας σταθερά θετικής πορείας.