Στο «κενό» που έχει δημιουργηθεί μεταξύ των κεφαλαίων που έχει απορροφήσει η Ελλάδα από το Ταμείο Ανάπτυξης και αυτών που έχουν διοχετευθεί προκειμένου να προχωρήσουν έργα, αναφέρεται στο νέο αγγλόφωνο σημείωμα για την οικονομία η Τράπεζα της Ελλάδος.
Μέχρι στιγμής, η Ελλάδα έχει λάβει 17,2 δισ. ευρώ από τον Μηχανισμό Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας (7,6 δισ. ευρώ για επιχορηγήσεις και 9,6 ευρώ για δάνεια), δηλαδή το 48% του συνολικού κονδυλίου των 36 δισ. ευρώ (που συγκαταλέγεται μεταξύ των 6 κορυφαίων χωρών πάνω από τον μέσο όρο της ΕΕ), έχοντας ολοκληρώσει επιτυχώς το 23% των συνολικών ορόσημων και στόχων, τονίζει η ΤτΕ και προσθέτει ότι τον Σεπτέμβριο του 2024 εγκρίθηκε το αίτημα για την τέταρτη δόση επιχορήγησης (1 δισ. ευρώ). αναμένεται να παραληφθεί στις αρχές Οκτωβρίου.
Εκ του ποσού των 18,2 δισ. ευρώ που μπορεί να λάβει η χώρα μας ως επιχορηγήσεις έχει αντλήσει το ποσό των 7,6 δισ. Εξ αυτών και ως τον Σεπτέμβριο του 2024, τα 3,74 δισ. έχουν δοθεί στις επιχειρήσεις των οποίων τα projects έχουν εγκριθεί, ενώ ένα ποσό 2,6 δισ. έχει μεταφερθεί από το κράτος σε φορείς του ευρύτερου δημόσιου τομέα.
Σε ό,τι αφορά το σκέλος των δανείων, σημειώνεται ότι από το συνολικό κονδύλιο των 17,7 δισ. ευρώ, οι εισπράξεις σε μετρητά από την ΕΕ ανέρχονται σε 9,6 δισ. ευρώ. Μέχρι τον Σεπτέμβριο του 2024 είχαν εκταμιευθεί σε επιχειρήσεις 2,3 δισ. ευρώ. Τα έργα για τα οποία έχουν συναφθεί συβάσεις ανέρχονται σε 5,4 δισ. ευρώ, σε πλήρη συμφωνία µε τον αντίστοιχο στόχο.
«Η συνιστώσα του δανείου (υπογραφή συμβάσεων) εξελίσσεται σύμφωνα με το αρχικό χρονοδιάγραμμα. Ωστόσο, η συνιστώσα της επιχορήγησης (εκτέλεση πληρωμών) έχει καθυστερήσει περισσότερο από ό,τι είχε αρχικά προβλεφθεί, κυρίως λόγω του διοικητικού φόρτου που είναι βαρύτερος από τον αρχικά αναμενόμενο, όπως παρατηρήθηκε και στις περισσότερες χώρες της ΕΕ», αναφέρει χαρακτηριστικά η ΤτΕ.
Οι εκτιμήσεις για την οικονομία
Ισχυρή ανάπτυξη θα επιτύχει η ελληνική οικονομία τόσο φέτος όσο και τα επόμενα δύο έτη, τονίζει η ΤτΕ. Η ελληνική οικονομία θα διατηρήσει την ισχυρή αναπτυξιακή της δυναμική. Η δυναμική αυτή αναμένεται να διατηρηθεί και τα επόμενα χρόνια, χάρη στις επενδύσεις, την ιδιωτική κατανάλωση και τις εξαγωγές.
Η ιδιωτική κατανάλωση θα αυξηθεί κατά μέσο όρο κατά 1,9 % στο διάστημα 2024 - 2026, υποστηριζόμενη από την ενίσχυση του πραγματικού διαθέσιμου εισοδήματος των νοικοκυριών, καθώς η απασχόληση συνεχίζει να ανακάμπτει, οι ονομαστικοί μισθοί αυξάνονται αισθητά και ο πληθωρισμός μειώνεται.
Οι επενδύσεις αναμένεται να συνεχίσουν να αυξάνονται με υψηλό ρυθμό, κατά μέσο όρο κατά 8,5% ετησίως κατά το ίδιο χρονικό διάστημα, υποστηριζόμενες σε μεγάλο βαθμό από τους ευρωπαϊκούς πόρους. Οι πόροι αυτοί, σε συνδυασμό με την υψηλή ρευστότητα στον τραπεζικό τομέα, αναμένεται να προσελκύσουν πρόσθετα ιδιωτικά κεφάλαια. Οι υψηλοί ρυθμοί αύξησης των επενδύσεων αντικατοπτρίζουν επίσης τη βελτίωση του οικονομικού κλίματος, ιδίως μετά τη λήψη της επενδυτικής βαθμίδας, και τη σημαντική υποεπένδυση της τελευταίας δεκαετίας.
Οι συνολικές εξαγωγές αγαθών και υπηρεσιών αναμένεται να συνεχίσουν να αυξάνονται κατά μέσο όρο κατά 3,8% ετησίως τα επόμενα χρόνια. Ωστόσο, η συμβολή του εξωτερικού τομέα στο ΑΕΠ θα είναι οριακά αρνητική τα επόμενα χρόνια λόγω της έντονης επενδυτικής δραστηριότητας που θα αυξήσει τις εισαγωγές.
Η ανεργία εκτιμάται ότι θα διαμορφωθεί στο 10,4% το 2024, ενώ θα συνεχίσει να αποκλιμακώνεται με ταχείς ρυθμούς και θα φθάσει στο 8,7% το 2026, αντανακλώντας τη συνεχιζόμενη ανάκαμψη της οικονομικής δραστηριότητας τα επόμενα έτη. Οι ονομαστικές αποδοχές ανά εργαζόμενο θα αυξηθούν με ρυθμό λίγο πάνω από 5% ετησίως λόγω της σύσφιξης της αγοράς εργασίας και όπως προκύπτει από τις πρόσφατες συλλογικές συμβάσεις εργασίας.
Ο πληθωρισμός βάσει του Εναρμονισμένου Δείκτη Τιμών Καταναλωτή θα μειωθεί σημαντικά τα επόμενα δύο χρόνια. Το 2024, η πτώση του αντανακλά την απότομη μείωση των τιμών των ενεργειακών βασικών προϊόντων και την αποκλιμάκωση του πληθωρισμού των τροφίμων. Μέχρι το τέλος του χρονικού ορίζοντα προβολής, ο πληθωρισμός θα συγκλίνει προς το 2%, αλλά θα παραμείνει πάνω από αυτό. Ο πληθωρισμός των υπηρεσιών αναμένεται να είναι η πιο επίμονη συνιστώσα, αντανακλώντας τις αναμενόμενες αξιοσημείωτες αυξήσεις των μισθών.
Οι βασικοί κίνδυνοι
Οι κίνδυνοι που περιβάλλουν τις προβλέψεις για την ανάπτυξη είναι κυρίως καθοδικοί και αφορούν:
- επιδείνωση του οικονομικού κλίματος και ασθενέστερη εξωτερική ζήτηση από την ευρωζώνη και τον υπόλοιπο κόσμο,
- επιδείνωση της γεωπολιτικής κατάστασης στην Ουκρανία και τη Μέση Ανατολή,
- χαμηλότερο από το αναμενόμενο ποσοστό απορρόφησης και χρήσης των κονδυλίων του μηχανισμού ανάκαμψης και ανθεκτικότητας,
- φυσικές καταστροφές που συνδέονται με την κλιματική κρίση,
- εντεινόμενη στενότητα στην αγορά εργασίας και
- καθυστέρηση στην εφαρμογή μεταρρυθμίσεων που θα επιβραδύνουν τη διαδικασία ενίσχυσης της παραγωγικότητας.
Η οικονομία θα επηρεαστεί θετικά εάν τα έσοδα από τον τουρισμό υπερβούν και πάλι τις προσδοκίες.