Ξεπερνά και τις πλέον αισιόδοξες εκτιμήσεις η ανθεκτικότητα των δανείων των τραπεζών καθώς παρά τα τρία μεγάλα διαδοχικά πλήγματα που επέφεραν η πανδημία, η ενεργειακή κρίση και η απότομη άνοδος των επιτοκίων, παραδόξως, δεν δημιουργούνται νέα μη εξυπηρετούμενα δάνεια στο τραπεζικό σύστημα.
Η θετική αυτή επίδοση οφείλεται κατά βάση στην ισχυρή και ουσιαστική ανάπτυξη της εγχώριας οικονομίας τα τελευταία χρόνια, αλλά και το υψηλής ποιότητας πελατολόγιο των τραπεζών. Όπως σημειώνουν στο BD επιτελικά στελέχη τραπεζών σήμερα οι τράπεζες διαθέτουν το καλύτερο πελατολόγιο στην ιστορία τους καθώς μετά το μεγάλο ξεκαθάρισμα της κρίσης του 2009 – 2016, έχει παραμείνει στις τράπεζες μόνο η πιο ανθεκτική πελατεία.
Σημειώνουν ότι στα χρόνια της κρίσης περίπου τα μισά δάνεια «κοκκίνησαν» ωστόσο τα άλλα μισά που παρέμειναν εξυπηρετούμενα αφορούν δανειολήπτες που κατάφεραν να ανταπεξέλθουν στη μείωση του ΑΕΠ κατά -30%, στην εκτόξευση της ανεργίας αλλά και την ακραία αβεβαιότητα της περιόδου όπου αμφισβητούνταν ακόμα και η δυνατότητα παραμονής της Ελλάδας στο ευρώ. Πρόκειται για επιχειρήσεις και νοικοκυριά που άντεξαν σε συνθήκες οικονομικού πυρηνικού πολέμου για να κλονιστούν σήμερα από μια αύξηση επιτοκίων, σημειώνουν.
Σύμφωνα με την Έκθεση του Διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος που δημοσιεύτηκε χθες ο δείκτης Μη Εξυπηρετούμενων Δανείων (ΜΕΔ) των εγχώριων τραπεζών μειώθηκε το Σεπτέμβριο του 2023 στο 7,9% έναντι 8,7% τον Δεκέμβριο 2022 και 9,7% τον Σεπτέμβριο 2022.
Επιπρόσθετα το ποσοστό των δανείων stage 2, δηλαδή των δανείων που εμφανίζουν αυξημένες πιθανότητες αθέτησης, επί του συνόλου των δανείων διαμορφώθηκε τον περασμένο Σεπτέμβριο σε 9,6%, σημαντικά μειωμένο σε σχέση με το Δεκέμβριο του 2022 (10,7%). Ανάλογη είναι η εικόνα και για τα εξυπηρετούμενα δάνεια που εμφανίζουν καθυστέρηση κάτω των 90 ημερών τα οποία επί του συνόλου των δανείων μειώθηκαν σε 2,3% τον περασμένο Σεπτέμβριο από 3,2% τον Δεκέμβριο 2022.
Μοναδική εστία προβληματισμού η επισήμανση της ΤτΕ ότι κατά τη διάρκεια του πρώτου εννεάμηνου του 2023 παρατηρήθηκε καθαρή εισροή νέων ΜΕΔ σε όλα τα χαρτοφυλάκια δανείων επισήμανση ωστόσο που δεν ανατρέπει την μεγάλη εικόνα αναφορικά με την εξέλιξη των «κόκκινων» δανείων.
Η εξέλιξη των μη εξυπηρετούμενων δανείων έχει ξεπεράσει και τις πλέον αισιόδοξες εκτιμήσεις καθώς οι περισσότεροι αναλυτές αλλά και οι διοικήσεις των τραπεζών περίμεναν επιδείνωση της ποιότητας των χαρτοφυλακίων δανείων εξαιτίας των πολλαπλών πιέσεων που προκάλεσε σε νοικοκυριά και επιχειρήσεις η πανδημία, η ενεργειακή κρίση και εν γένει η ακρίβεια και η απότομη αύξηση των επιτοκίων που σημειώθηκε το 2023.
Βασικοί δείκτες ποιότητας χαρτοφυλακίων δανείων
(ποσοστό %, στοιχεία εντός ισολογισμού, ατομική βάση) | Σεπτ. 2023 | Δεκ. 2022 | Σεπτ. 2022 |
Δείκτης μη εξυπηρετούμενων δανείων (ΜΕΔ) | 7,9 | 8,7 | 9,7 |
Επιχειρηματικά | 7 | 7,6 | 8,9 |
Μεγάλες επιχειρήσεις | 3,2 | 3,4 | 4,6 |
Μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις | 11,1 | 11,6 | 14 |
Ελεύθεροι επαγγελματίες και πολύ μικρές επιχειρήσεις | 26,5 | 27,8 | 28,9 |
Ναυτιλιακά | 1,4 | 2,5 | 2,6 |
Στεγαστικά | 9,8 | 10,5 | 10,4 |
Καταναλωτικά | 14,1 | 18,1 | 18,5 |
Πηγή: Τράπεζα της Ελλάδος.
Γιατί δεν δημιουργούνται νέα «κόκκινα» δάνεια
Σύμφωνα με τραπεζικές πηγές η αξιοσημείωτη ανθεκτικότητα των χαρτοφυλακίων δανείων οφείλεται κατά βάση στην εξαιρετική πορεία της οικονομίας. Όπως επισημαίνουν η οικονομία βρίσκεται σε τροχιά ισχυρής και ουσιαστικής οικονομικής ανάπτυξης, και μάλιστα παρά τη στασιμότητα της ΕΕ, με μείωση της ανεργίας σε επίπεδα ρεκόρ και σημαντική αύξηση επενδύσεων. Σε ένα τέτοιο περιβάλλον, παρά τις δυσκολίες που εμφανίζονται, επιχειρήσεις και νοικοκυριά βρίσκονται σε πλεονεκτική θέση και εξυπηρετούν χωρίς προβλήματα τις υποχρεώσεις τους.
Σημειώνεται ότι στην πανδημία, και τη μεγάλη διαταραχή που προκάλεσε στην οικονομική ζωή, η χωρίς προηγούμενο κρατική στήριξη των επιχειρήσεων και των νοικοκυριών, αλλά και τα μέτρα που λήφθηκαν για διευκόλυνση των δανειοληπτών, είχαν ως αποτέλεσμα την πλήρη ανάσχεση των όποιων πιέσεων στο τραπεζικό σύστημα. Μάλιστα πολλοί πιστεύουν ότι μεγάλος αριθμός νοικοκυριών και επιχειρήσεων βρέθηκαν με πλεονάζουσα ρευστότητας λόγω των κρατικών ενισχύσεων.
Επιπλέον τα τελευταία χρόνια η πιστωτική πολιτική των τραπεζών ήταν, και παραμένει, πολύ επιλεκτική και δεν έχουν δοθεί μαζικά νέα δάνεια. Ένας από τους βασικούς λόγους της χαμηλής πτήσης στις χορηγήσεις είναι ότι ένα μεγάλο μέρος των νοικοκυριών και των επιχειρήσεων βρέθηκαν σε καθεστώς αθέτησης στα χρόνια της κρίσης και παραμένουν εκτός τραπεζικού συστήματος ενώ πολλές μικρές επιχειρήσεις φοροδιαφεύγουν και δεν έχουν επαρκή οικονομικά στοιχεία ώστε να έχουν πρόσβαση στο τραπεζικό σύστημα. Η πραγματικότητα αυτή σε συνδυασμό με τα σφιχτά πιστοδοτικά κριτήρια των τραπεζών έχει ως αποτέλεσμα τη δανειοδότηση κατά βάση εύπορων νοικοκυριών και ισχυρών επιχειρήσεων.
Τέλος, η ανθεκτικότητα στην άνοδο των επιτοκίων οφείλεται και στην πολύ καλή ποιότητα των δανειοληπτών. Όπως επισημαίνουν οι τράπεζες μετά την κρίση του 2009 σημειώθηκε ένα χωρίς προηγούμενο ξεκαθάρισμα της τραπεζικής αγοράς με τα μισά δάνεια να γίνονται «κόκκινα» και τα οποία σήμερα έχουν μεταφερθεί στους servicers.
Τα δάνεια που παρέμειναν εξυπηρετούμενα αφορούν δανειολήπτες που κατάφεραν να αντεπεξέλθουν σε εξαιρετικά δύσκολες συνθήκες και ακραίες αβεβαιότητες της περιόδου 2009 – 2016. Πρόκειται δηλαδή για δανειολήπτες που κατάφεραν να παραμείνουν ενήμεροι σε πολύ δυσκολότερες συνθήκες για να κλονιστούν τώρα από την άνοδο των επιτοκίων.