Μπροστά στο… φάντασμα του νόμου Κατσέλη βρίσκονται κυβέρνηση και τράπεζες, στην προσπάθειά τους να αποτρέψουν τη διαφαινόμενη αποτυχία του νέου πλαισίου για την πρώτη κατοικία, την ώρα που οι ευρωπαϊκές εποπτικές αρχές διαπιστώνουν ότι μόνο στην Ελλάδα αυξήθηκαν τα τελευταία τέσσερα χρόνια τα «κόκκινα» στεγαστικά δάνεια και πιέζουν ασφυκτικά για πλειστηριασμούς από την αρχή του επόμενου χρόνου.
Στο υπουργείο Οικονομικών έχει σημάνει συναγερμός από τα απογοητευτικά στοιχεία για την ένταξη δανειοληπτών στην -αρκετά γενναιόδωρη, αφού προσφέρεται και επιδότηση δόσης από το κράτος- ρύθμιση για την προστασία της πρώτης κατοικίας, η οποία εκπνέει σε λιγότερους από δύο μήνες και έχει ως τώρα πενιχρά αποτελέσματα.
Τα στοιχεία από την 18η εβδομάδα λειτουργίας της ηλεκτρονικής πλατφόρμας δείχνουν ότι οι δανειολήπτες που έχουν ρυθμίσει τα δάνεια τους μετριούνται ακριβώς στα… δάκτυλα των δύο χεριών (10), παρότι έχουν εισέλθει 44.446 χρήστες στην πλατφόρμα, συναινώντας σε άρση φορολογικού και τραπεζικού απορρήτου, ενώ άρχισαν τη διαδικασία ετοιμασίας της αίτησης 29.895 χρήστες. Μόνο 267 αιτήσεις έχουν διαβιβασθεί στις τράπεζες, οι οποίες έχουν κάνει μόλις 56 προτάσεις ρύθμισης και από αυτές μόλις 10 έχουν γίνει αποδεκτές από τους δανειολήπτες.
Όπως συμφωνούν κυβερνητικά και τραπεζικά στελέχη, ο λόγος της αποτυχίας της ρύθμισης ως τώρα είναι ότι βρίσκεται αντιμέτωπη με το… φάντασμα του παλιού νόμου Κατσέλη:
- Με βάση τα τελευταία δημοσιευμένα στοιχεία (τρίτη έκθεση ενισχυμένης επιτήρησης της Ελλάδας) υπήρχε στο τέλος του πρώτου τριμήνου του 2019 μια «δεξαμενή» 89.498 εκκρεμών υποθέσεων του ν. Κατσέλη στα δικαστήρια, από την οποία υπολογιζόταν ότι θα βρίσκονταν δεκάδες χιλιάδες δανειολήπτες, οι οποίοι θα δέχονταν να δώσουν τέλος στην αναμονή για τη ρύθμιση των υποθέσεών τους με δικαστική διαδικασία και να ενταχθούν στην αρκετά γενναιόδωρη ρύθμιση για την προστασία της πρώτης κατοικίας. Αυτός ο υπολογισμός έχει αποδειχθεί ότι βρίσκεται εκτός πραγματικότητας, αφού μόνο 44.446 δανειολήπτες έχουν κάνει το αρχικό βήμα διερεύνησης του ενδεχομένου να ενταχθούν στο νέο νόμο.
- Το «φάντασμα» του νόμου Κατσέλη έχει έναν πολύ ισχυρό υποστηρικτή, ο οποίος το καθιστά εξαιρετικά επικίνδυνο. Οι δικηγόροι, στη συντριπτική τους πλειονότητα, συμβούλευαν ως τώρα τους δανειολήπτες που έχουν εκκρεμείς υποθέσεις του ν. Κατσέλη να μείνουν πιστοί στη δικαστική διαδικασία, αγνοώντας τις… Σειρήνες του νέου νόμου για τη ρύθμιση των δανείων με ενέχυρο πρώτης κατοικίας. Ενδεχομένως αυτό να οφείλεται στις νομικές εκτιμήσεις που γίνονται από τους δικηγόρους, το πιθανότερο όμως είναι ότι βαρύνει αποφασιστικά στον καθορισμό της στάσης τους το γεγονός ότι δεν είχαν να περιμένουν κάποια αμοιβή, αν βοηθούσαν τους πελάτες τους να αξιοποιήσουν τις ρυθμίσεις του νέου νόμου.
Τα δύο μέτρα
Για την αντιμετώπιση αυτής της κατάστασης, υπουργείο Οικονομικών και τράπεζες κινούνται σε δύο κατευθύνσεις, χωρίς όμως να είναι καθόλου βέβαιο ότι οι προσπάθειές τους θα έχουν το επιδιωκόμενο αποτέλεσμα:
- Από τη μια, οι τράπεζες κρατούν το… μπαστούνι της αποβολής δανειοληπτών από το νόμο Κατσέλη. Έχει ήδη ενεργοποιηθεί η ηλεκτρονική πλατφόρμα, που τους επιτρέπει να διασταυρώνουν τα εισοδηματικά και περιουσιακά στοιχεία δανειοληπτών με εκκρεμείς αιτήσεις, ώστε να διαπιστώνουν ποιοι από αυτούς βρίσκονται σε τέτοια εισοδηματική και περιουσιακή κατάσταση, που τους θέτει εκτός κριτηρίων του νόμου Κατσέλη. Αυτή η διαδικασία θα μπορούσε να έχει αρκετά σημαντικά αποτελέσματα, όμως άρχισε πολύ αργά και είναι αμφίβολο αν, στους δύο μήνες που απομένουν ως τη λήξη του νόμου για την πρώτη κατοικία, στο τέλος Δεκεμβρίου 2019, θα προλάβουν οι τράπεζες να θέσουν αρκετούς δανειολήπτες εκτός παλιού νόμου Κατσέλη και να τους εντάξουν στη νέα ρύθμιση, ώστε αυτή να επιτύχει και να ελαχιστοποιηθούν οι δυσάρεστες διαδικασίες πλειστηριασμών από το 2020 και μετά.
- Από την άλλη, το υπουργείο Οικονομικών προσφέρει… καρότο στους δικηγόρους, με μια νέα ρύθμιση που προωθήθηκε πριν από λίγες ημέρες. Οι δικηγόροι θα μπορούν να αμείβονται για τη συνδρομή που θα προσφέρουν στους πελάτες τους στην υποβολή της αίτησης, ανεξαρτήτως εάν προσυπογράφουν την αίτηση. Επίσης, καθορίζεται η αμοιβή του πληρεξούσιου δικηγόρου. Εάν ο αιτών κριθεί επιλέξιμος, ο πληρεξούσιος δικηγόρος δικαιούται αμοιβής ύψους 120 ευρώ, η οποία προκαταβάλλεται από την πιστώτρια τράπεζα, ενώ εάν ο αιτών έχει δηλώσει στην αίτησή του ότι στη διαδικασία έχει συμπράξει πληρεξούσιος δικηγόρος και επιτευχθεί ρύθμιση, η πιστώτρια τράπεζα που έχει την πρώτη υποθήκη προκαταβάλλει ως ελάχιστη δικηγορική αμοιβή στον πληρεξούσιο δικηγόρο του αιτούντος το ποσό των 220 ευρώ. Πρόκειται για μια ρύθμιση που δίνει μεν οικονομικό κίνητρο στους δικηγόρους για να στηρίξουν το νέο νόμο, όμως δεν είναι βέβαιο ότι θα βρεθούν αρκετοί, οι οποίοι θα αλλάξουν εντελώς τη νομική τους συμβουλή, εμφανιζόμενοι ανακόλουθοι στους πελάτες τους, καθώς θα προτείνουν εγκατάλειψη του παλιού νόμου και ένταξη στο νέο.
Τι λέει η Ευρωπαϊκή Τραπεζική Αρχή
Πάντως, η αντίστροφη μέτρηση για τους πλειστηριασμούς έχει αρχίσει, αν κρίνει κανείς από την έντονη πίεση που ασκούν στην Αθήνα οι ευρωπαϊκές τραπεζικές αρχές.
Στη χθεσινή της έκθεση για τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια, η Ευρωπαϊκή Τραπεζική Αρχή, που αποτελεί την «ομπρέλα» των εποπτικών αρχών της Ευρώπης, τονίζει ότι μόνο στην Ελλάδα από τον Ιούνιο του 2015, ως τον Ιούνιο του 2019, εμφανίσθηκε αύξηση του δείκτη μη εξυπηρετούμενων στεγαστικών δανείων και μάλιστα μεγάλη, κατά 7%.
Η Αρχή αποδίδει αυτή την εξέλιξη στο θεσμικό πλαίσιο που ενθάρρυνε τους στρατηγικούς κακοπληρωτές, αφήνοντας να εννοηθεί σαφώς ότι η Εποπτεία δεν θα δεχθεί άλλες «χαλαρές» ρυθμίσεις ή παράταση του υφιστάμενου νόμου το 2020, αλλά θα επιμείνει στην ανάγκη να αρχίσουν οι πλειστηριασμοί πρώτης κατοικίας.