Τα αμερικανικά επιτόκια θα πρέπει να κινηθούν σε υψηλότερα από τα τρέχοντα επίπεδα προκειμένου ο πληθωρισμός να επιστρέψει κοντά στον στόχο του 2%, ήταν το μήνυμα που έστειλε ο επικεφαλής της Fed, Τζερόμ Πάουελ, στην κατάθεσή του στην Οικονομική Επιτροπή της Βουλής των Αντιπροσώπων.
«Οι συνάδελφοί μου και εγώ κατανοούμε τις δυσκολίες που προκαλεί ο υψηλός πληθωρισμός και παραμένουμε σταθερά προσηλωμένοι στο να μειώσουμε τον πληθωρισμό στο στόχο μας του 2%», σημείωσε ο κ. Πάουελ και προσέθεσε ότι «θα συνεχίσουμε να λαμβάνουμε τις αποφάσεις μας από συνεδρίαση σε συνεδρίαση, με βάση το σύνολο των εισερχόμενων δεδομένων και τις επιπτώσεις τους στις προοπτικές της οικονομικής δραστηριότητας και του πληθωρισμού, καθώς και την ισορροπία των κινδύνων».
Υπενθυμίζεται ότι η Fed αποφάσισε την προηγούμενη εβδομάδα να διατηρήσει σταθερό το βασικό επιτόκιο των ΗΠΑ σε εύρος 5% - 5,25%, αλλά οι περισσότεροι αξιωματούχοι της τράπεζας ξεκαθάρισαν ότι αυτή η «παύση» δεν σημαίνει οριστικό τέλος στις αυξήσεις επιτοκίων, ενώ εκτιμούν ότι αυτά θα φθάσουν στο 5,6% έως και το τέλος του 2023.
«Σχεδόν όλοι οι συμμετέχοντες στη FOMC αναμένουν ότι θα είναι σκόπιμο να αυξήσουμε τα επιτόκια κάπως περαιτέρω μέχρι το τέλος του έτους», δήλωσε ο Πάουελ. «Η μείωση του πληθωρισμού είναι πιθανό να απαιτήσει μια περίοδο ανάπτυξης κάτω από την τάση και κάποια άμβλυνση των συνθηκών στην αγορά εργασίας».
Επεσήμανε ακόμη ότι «κατά τον προσδιορισμό της έκτασης της πρόσθετης σύσφιξης της πολιτικής που μπορεί να είναι κατάλληλη για την επιστροφή του πληθωρισμού στο 2% σε βάθος χρόνου, θα λάβουμε υπόψη τη σωρευτική σύσφιξη της νομισματικής πολιτικής, τις καθυστερήσεις με τις οποίες η νομισματική πολιτική επηρεάζει την οικονομική δραστηριότητα και τον πληθωρισμό, καθώς και τις οικονομικές και χρηματοπιστωτικές εξελίξεις», αναφερόμενος στις μελλοντικές προθέσεις της τράπεζας.
Ο πρόεδρος της Fed έχει αντιμετωπίσει επικρίσεις από ορισμένους Δημοκρατικούς για τις επιθετικές αυξήσεις των επιτοκίων του, με τη γερουσιαστή Ελίζαμπεθ Γουόρεν, για παράδειγμα, να προειδοποιεί ότι οι πολιτικές του κινδυνεύουν να θέσουν εκατομμύρια ανθρώπους εκτός εργασίας.
Ο Πάουελ περιέγραψε την αγορά εργασίας ως «πολύ σφιχτή», αν και το ποσοστό ανεργίας αυξήθηκε τον Μάιο στο 3,7%. «Υπάρχουν κάποιες ενδείξεις ότι η προσφορά και η ζήτηση στην αγορά εργασίας έρχονται σε καλύτερη ισορροπία. Η οικονομία αντιμετωπίζει αντίθετους ανέμους από τις αυστηρότερες πιστωτικές συνθήκες για τα νοικοκυριά και τις επιχειρήσεις, οι οποίες είναι πιθανό να επιβαρύνουν την οικονομική δραστηριότητα, τις προσλήψεις και τον πληθωρισμό. Η έκταση αυτών των επιπτώσεων παραμένει αβέβαιη».