Μετράμε μέρες και πάλι έως το βράδυ της Κυριακής 26 Μαρτίου που τα ρολόγια μας θα κινηθούν μία ώρα μπροστά, χαρίζοντάς μας μία επιπλέον ώρα ήλιου μέσα στην εβδομάδα. Η έναρξη της θερινής ώρας μπορεί να σηματοδοτεί το πέρασμα στους πιο «φωτεινούς» μήνες του έτους, επαναφέρει ωστόσο και μία κομβική ερώτηση: Κατά πόσο τελικά, αυτή η αλλαγή εξοικονομεί ενέργεια και οδηγεί σε χαμηλότερους λογαριασμούς;
Η ιδέα για την αλλαγή των ρολογιών προκειμένου να «κερδίζουμε μέρα» πιστώνεται στον Βενιαμίν Φραγκλίνο γύρω στο 1784 για να ξεκινήσει να εφαρμόζεται κατά τη διάρκεια του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου στις ΗΠΑ και στην Ευρώπη. Στη χώρα μας η πρώτη δοκιμή έγινε το 1932 μόνο για λίγους μήνες το καλοκαίρι, επανήλθε το 1952 για λίγο, καθώς είχε θεωρηθεί πως δεν έφερνε τα αναμενόμενα αποτελέσματα στην εξοικονόμηση ενέργειας, για να καθιερωθεί τελικά εν μέσω της πετρελαϊκής κρίσης της δεκαετίας του ’70.
Τα τελευταία χρόνια η κουβέντα για το κατά πόσο είναι χρήσιμη ή όχι η αλλαγή της ώρας δύο φορές τον χρόνο παραμένει στη δημόσια σφαίρα. Το 2018 υπήρξε ψήφισμα στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο για να δοθεί τέλος στην παράδοση αυτή, διατηρώντας μόνο τη θερινή ώρα, με τους πολίτες της ΕΕ να δείχνουν σε σχετικές δημοσκοπήσεις υποστήριξη στην πρόταση. Η απόφαση διαβιβάστηκε στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο για να εφαρμοστεί. Όμως θεωρήθηκε ότι δεν μπορούσε να απαλλαγεί από τη θερινή ώρα χωρίς εκτίμηση επιπτώσεων από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή. Οι αλλαγές επρόκειτο να εφαρμοστούν μέχρι το 2021, αλλά η συζήτηση για το ποιος ήταν υπεύθυνος κατέληξε σε αδιέξοδο λίγο πριν χτυπήσει η πανδημία COVID-19.
Ανάλογες κινήσεις και συζητήσεις βρίσκονται σε εξέλιξη και στις ΗΠΑ. Μάλιστα, νωρίτερα αυτό το μήνα, ο , Ρεπουμπλικάνος γερουσιαστής από τη Φλόριντα Μάρκο Ρούμπιο, επανέφερε την «Πράξη προστασίας της ηλιοφάνειας», η οποία θα καταργούσε την «κανονική ώρα» που χρησιμοποιείται μεταξύ Νοεμβρίου και Μαρτίου υπέρ της μονιμοποίησης της θερινής ώρας.
Αμφίβολη η εξοικονόμηση
Και κάπως έτσι η συζήτηση για το εάν τελικά γλιτώνουμε ενέργεια με την παράδοση αυτή παραμένει «ζωντανή» και στις δύο πλευρές του Ατλαντικού. Ωστόσο, η επιστήμη δε δείχνει να πείθεται από τη συνήθεια αυτή που έχουμε υιοθετήσει.
Η κεντρική ιδέα είναι πως κρατώντας τα φώτα κλειστά, καθώς το φυσικό φως είναι διαθέσιμο για περισσότερες ώρες, οδηγεί και σε μικρότερες καταναλώσεις. Ωστόσο, έρευνες αμφισβητούν την παραδοχή της θερινής ώρας. Όπως γράφει το Βloomberg, «συχνά πιστεύεται ότι πράγματι εξοικονομεί ενέργεια», λέει ο Matthew Kotchen, καθηγητής οικονομικών στο Πανεπιστήμιο Yale. «Τα τελευταία 10 ή 15 χρόνια, έχουν βγει μερικές μελέτες που αμφισβητούν το κατά πόσον αυτό ισχύει ή όχι».
Το 2008, το Υπουργείο Ενέργειας των ΗΠΑ δημοσίευσε μια έκθεση αξιολόγησης μιας αλλαγής του 2005 που επέκτεινε τη θερινή ώρα, μεταφέροντας την «άνοιξη νωρίτερα» από την πρώτη Κυριακή του Απριλίου στη δεύτερη Κυριακή του Μαρτίου και την αντίθετη αλλαγή από την τελευταία Κυριακή του Οκτωβρίου στην πρώτη Κυριακή του Νοεμβρίου. Η έκθεση διαπίστωσε ότι η αλλαγή οδήγησε σε μείωση της συνολικής ηλεκτρικής ενέργειας κατά 0,5% για κάθε ημέρα της παράτασης. Η μεγαλύτερη εξοικονόμηση προήλθε τις βραδινές ώρες, γεγονός που αντιστάθμισε μια μικρή αύξηση στη χρήση ηλεκτρικής ενέργειας το πρωί.
Άλλες μελέτες δυσκολεύτηκαν να εντοπίσουν έστω και μέτρια επίδραση. Επίσης, το 2008, ερευνητές δημοσίευσαν μια έκθεση στο περιοδικό Journal of Environmental Economics and Management, η οποία εξέταζε τις πολιτείες της Αυστραλίας που είχαν ξεκινήσει τη θερινή ώρα δύο μήνες νωρίτερα από το κανονικό για να εξυπηρετήσουν τους Ολυμπιακούς Αγώνες του 2000. Πράγματι, μόλις τα ρολόγια άλλαξαν, το ηλιοβασίλεμα ήρθε αργότερα και οι άνθρωποι κατανάλωναν λιγότερο ηλεκτρικό ρεύμα το βράδυ. Όμως οι ερευνητές διαπίστωσαν ότι η αυξημένη ζήτηση για φωτισμό τα σκοτεινά πρωινά ακύρωνε αυτό το αποτέλεσμα.
Σε άλλη μελέτη, ο Kotchen συνεργάστηκε με τη Laura Grant, σήμερα επίκουρη καθηγήτρια οικονομικών στο Claremont McKenna College, για να ερευνήσει τη θερινή ώρα στην Ιντιάνα από το 2004 έως το 2006. Διαπίστωσαν ότι η αλλαγή της ώρας αύξησε τη χρήση ηλεκτρικής ενέργειας στις κατοικίες κατά 1%. Όπως και σε προηγούμενες μελέτες, η έκθεση διαπίστωσε μικρότερη ζήτηση για φωτισμό τη νύχτα, αλλά η ζήτηση ηλεκτρικής ενέργειας που προκαλείται από τη θέρμανση (κατά τη διάρκεια των ψυχρότερων πρωινών) και την ψύξη (κατά τη διάρκεια των θερμότερων βραδιών) υπεραντιστάθμισε την εξοικονόμηση.
Σύμφωνα με το Εuronews, στη Νέα Ζηλανδία, οι ενεργειακές εταιρείες διαπίστωσαν ότι η χρήση ηλεκτρικής ενέργειας μειώνεται κατά 3,5% όταν αρχίζει η θερινή ώρα. Παράλληλα, πρόσφατη μελέτη εξέτασε τον αντίκτυπο που θα μπορούσε να έχει η θερινή ώρα στην κατανάλωση ενέργειας στα γραφεία μέχρι το 2050, σύμφωνα με διάφορα κλιματικά σενάρια. Προσομοίωσε κτήρια σε 15 διαφορετικές πόλεις για να ανακαλύψει ότι η μετατόπιση των ρολογιών οδήγησε σε καθαρή μείωση της κατανάλωσης ενέργειας. Αλλά διαπίστωσε επίσης ότι αυτό εξαρτάται από την τοποθεσία και τη διαθεσιμότητα ενέργειας από ΑΠΕ. Η έρευνα έδειξε, επίσης ότι, ενώ μπορεί να μειωθεί ο χρόνος που τα φώτα είναι αναμμένα, μπορεί επίσης να αυξηθεί η ποσότητα ενέργειας που χρησιμοποιούμε για τη θέρμανση και την ψύξη των κατοικιών.