Ο πρόεδρος της Ρωσίας Βλαντίμιρ Πούτιν υπέγραψε διάταγμα με το οποίο απαγορεύει τις εξαγωγές πετρελαίου και παραγώγων του σε κράτη που υιοθέτησαν το πλαφόν στην τιμή, το οποίο επέβαλαν η G7, η Ευρωπαϊκή Ένωση και η Αυστραλία, και το μέτρο θα ισχύσει από την 1η Φεβρουαρίου μέχρι την 1η Ιουλίου 2023.
Στις 9 Δεκεμβρίου, ο πρόεδρος Πούτιν είχε χαρακτηρίσει «ανόητη» την επιβολή πλαφόν, λέγοντας πως το ανώτατο όριο των 60 δολαρίων το βαρέλι ανταποκρίνεται στην τιμή στην οποία πουλά ήδη η Ρωσία. Την προηγούμενη εβδομάδα, η Μόσχα γνωστοποίησε ότι η επιβολή πλαφόν ενδέχεται να την οδηγήσει σε απόφαση για μείωση της παραγωγής πετρελαίου κατά 5%-7% στις αρχές της επόμενης χρονιάς. Όμως, ανεξάρτητα από το πόσο μεγάλες θα είναι οι μειώσεις της παραγωγής, ο Σιλουάνοφ είπε πως οι δεσμεύσεις για δαπάνες θα τηρηθούν.
Το έλλειμμα του προϋπολογισμού της Ρωσίας μπορεί να είναι μεγαλύτερο από το προβλεπόμενο 2% του ΑΕΠ το 2023 καθώς το πλαφόν στην τιμή του πετρελαίου συρρικνώνει τα έσοδα από τις εξαγωγές, δήλωσε σήμερα ο υπουργός Οικονομικών Αντόν Σιλουάνοφ, δημιουργώντας ένα επιπλέον δημοσιονομικό εμπόδιο για τη Μόσχα καθώς δαπανά μεγάλα ποσά για τις στρατιωτικές δραστηριότητές της στην Ουκρανία.
Τα σχόλιά του αντιπροσωπεύουν την πιο σαφή μέχρι σήμερα παραδοχή εκ μέρους της Μόσχας πως το πλαφόν των 60 δολαρίων το βαρέλι στην τιμή του πετρελαίου, που επέβαλαν στις 5 Δεκεμβρίου η Ομάδα των Επτά (G7), η Ευρωπαϊκή Ένωση και η Αυστραλία με σκοπό να περιορίσουν την ικανότητα της Ρωσίας να χρηματοδοτεί τη στρατιωτική εκστρατεία, μπορεί πράγματι να πλήξει τα δημόσια οικονομικά.
«Είναι πιθανό ένα μεγαλύτερο έλλειμμα στον προϋπολογισμό; Είναι πιθανό, αν τα έσοδα είναι χαμηλότερα από τα προβλεπόμενα. Ποιοι είναι οι κίνδυνοι το επόμενο έτος; Οι κίνδυνοι των τιμών και οι περιορισμοί», δήλωσε ο Σιλουάνοφ στους δημοσιογράφους σε σχόλια που δημοσιοποιήθηκαν σήμερα.
Ο Σιλουάνοφ είπε πως μια μείωση του όγκου των εξαγωγών ενέργειας είναι πιθανή, καθώς ορισμένες χώρες αποφεύγουν τη Ρωσία και η Μόσχα επιδιώκει να αναπτύξει νέες αγορές. «(Το πλαφόν) είναι σημαντικό στον βαθμό που σε εκείνες χώρες που έχουν θέσει το πλαφόν δεν θα υπάρξουν προμήθειες», είπε ο υπουργός. «Αυτό σημαίνει ότι θα υπάρξουν άλλες χώρες. Ναι, τα εφοδιαστικά κόστη θα αυξηθούν. Οι εκπτώσεις μπορεί να αλλάξουν ως αποτέλεσμα».
Αν οι ποσότητες συρρικνωθούν, είπε ο Σιλουάνοφ, η Ρωσία έχει δύο πηγές επιπρόσθετης χρηματοδότησης: το Ταμείο Εθνικού Πλούτου (NWF), το οποίο συγκεντρώνει κρατικά αποθέματα, και τα δάνεια. Η κυβέρνηση έχει δανειστεί πολύ αυτό το τρίμηνο έπειτα από αρκετούς άγονους μήνες μετά την απόφαση της Μόσχας να στείλει δεκάδες χιλιάδες στρατιώτες στην Ουκρανία για αυτό που αποκαλεί "ειδική στρατιωτική επιχείρηση.
Η Ρωσία περιμένει τώρα ότι θα χρησιμοποιήσει λίγο πάνω από 2 τρισ. ρούβλια (29 δισεκ. δολάρια) από το NWF το 2022 καθώς οι συνολικές δαπάνες υπερβαίνουν τα 30 τρισ. ρούβλια, περισσότερα από όσα προέβλεπε το αρχικό σχέδιο. «Αφότου ξεκίνησε η ειδική στρατιωτική επιχείρηση, οι μακροοικονομικές συνθήκες άλλαξαν, ο πληθωρισμός αυξήθηκε και ένας μεγάλος όγκος πόρων απαιτείται προκειμένου να υποστηριχθούν οι οικογένειες», είπε ο Σιλουάνοφ.