Νέα δυσοίωνα μηνύματα για τις αγορές στέλνει ο πληθωρισμός στις ΗΠΑ τον Σεπτέμβριο, καθώς ο δείκτης τιμών καταναλωτή υποχώρησε στο 8,2% σε σύγκριση με το 8,3% τον προηγούμενο μήνα και ελαφρώς υψηλότερα από το 8,1% που είχαν εκτιμήσει οι αναλυτές.
Ακόμη πιο δυσάρεστη είδηση αποτελεί η διαμόρφωση του δομικού πληθωρισμού, του δείκτη στον οποίο δεν «μετρά» η πορεία των τιμών τροφίμων και ενέργειας και τον οποίο παρακολουθεί στενά η Fed, ο οποίος διαμορφώθηκε στο 6,6% δηλαδή στο υψηλότερο επίπεδο των τελευταίων 40 ετών.
Μετά την ισχυρή έκθεση για τις θέσεις εργασίας την περασμένη εβδομάδα, η έκθεση για τον πληθωρισμό πιθανότατα εδραιώνει μια πρόσθετη αύξηση των επιτοκίων κατά 75 μονάδες βάσης στη συνεδρίαση πολιτικής της Fed τον Νοέμβριο.
Η πρώτη αντίδραση προήλθε από τη Wall Street, με τα futures του Dow Jones να υποχωρούν περισσότερο από 350 μονάδες, ενώ πριν εμφάνιζαν άνοδο που είχε αγγίξει ακόμη και το 1%. Παράλληλα, άνω του 4% διαμορφώνεται η απόδοση για το αμερικανικό 10ετές.
Ανάλογη ήταν η αντίδραση και των ευρωπαϊκών αγορών, με τον πανευρωπαϊκό Stoxx 600 να υποχωρεί 1,33%, ενώ ο γερμανικός DAX αποδυναμώνεται 1,15%, ενώ βρίσκονταν σε θετική πορεία και ενισχύονταν κοντά στο 0,6% πριν την ανακοίνωση των στοιχείων για τον πληθωρισμό.
Βάσει των επιμέρους στοιχείων που ανακοίνωσε το αμερικανικό Bureau of Labor Satistics, οι αυξήσεις στους δείκτες στέγασης, διατροφής και ιατρικής περίθαλψης ήταν οι μεγαλύτεροι από τους πολλούς παράγοντες που συνέβαλαν στην αύξηση. Οι αυξήσεις αυτές αντισταθμίστηκαν εν μέρει από μείωση κατά 4,9% του δείκτη βενζίνης. Ο δείκτης τροφίμων συνέχισε να αυξάνεται, σημειώνοντας άνοδο 0,8%. Ο δείκτης ενέργειας μειώθηκε κατά 2,1% σε σχέση με τον καθώς ο δείκτης της βενζίνης μειώθηκε, αλλά οι δείκτες του φυσικού αερίου και του ηλεκτρισμού αυξήθηκαν.
Στην ανακοίνωση υπογραμμίζεται ότι ο υψηλός πληθωρισμός έχει επεκταθεί σε ολόκληρη την οικονομία, διαβρώνοντας τους μισθούς των Αμερικανών και αναγκάζοντας πολλούς να βασίζονται σε αποταμιεύσεις και πιστωτικές κάρτες για να καλύψουν τις ανατιμήσεις.
Οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής έχουν ανταποκριθεί με την πιο επιθετική εκστρατεία σύσφιξης από τη δεκαετία του 1980, αλλά μέχρι στιγμής η αγορά εργασίας και η καταναλωτική ζήτηση έχουν παραμείνει ανθεκτικές. Το ποσοστό ανεργίας επέστρεψε σε χαμηλό πέντε δεκαετιών τον Σεπτέμβριο και οι επιχειρήσεις συνεχίζουν να αυξάνουν τους μισθούς για να προσελκύσουν και να διατηρήσουν τους εργαζόμενους που απαιτούνται για την κάλυψη της ζήτησης των νοικοκυριών.