Τα μέτρα της γερμανικής κυβέρνησης που είχαν ανακοινωθεί στις αρχές Νοεμβρίου για την αντιμετώπιση του δεύτερου κύματος της πανδημίας είχαν ως στόχο να λειτουργήσουν σαν «κυματοθραύστης» απέναντι στην εκθετική αύξηση των κρουσμάτων. Εστιατόρια, μπαρ, θέατρα, κινηματογράφοι, γυμναστήρια και άλλοι χώροι έκλεισαν. Εμπορικά καταστήματα, σχολεία, νηπιαγωγεία και παιδικοί σταθμοί έμειναν ωστόσο ανοιχτά. Σύμφωνα με την Deutsche Welle, η κεντρική ιδέα του μερικού lockdown ήταν να περιοριστούν όσο γίνεται οι τομείς που αφορούν τη διασκέδαση και τον ελεύθερο χρόνο και να στηριχθεί η οικονομία με την στενή έννοια. Οι εργαζόμενοι θα συνέχιζαν κανονικά να εργάζονται και τον ελεύθερο χρόνο τους θα τον περνούσαν στο σπίτι.
Στο μεταξύ οι χριστουγεννιάτικες αγορές, με την παραδοσιακή τους μορφή δεν θα πραγματοποιηθούν φέτος. Εντούτοις πολλοί ιδιοκτήτες εστιατορίων εκμεταλλεύονται κενά στις διατάξεις του νόμου περί προστασίας από λοιμώξεις και έχουν αρχίσει πωλήσεις εκτός καταστημάτων. Το χριστουγεννιάτικο ζεστό κρασί «to go» σημειώνει ήδη επιτυχία σε πολλές γερμανικές πόλεις. Από τη Στουτγκάρδη και την Κολωνία ως το Αμβούργο και την Κολωνία αρκετοί καταστηματάρχες προσφέρουν το περίφημο Glühwein μαζί με μικρά εδέσματα έξω από τα μαγαζιά τους ώστε να κερδίσουν μερικά ευρώ παραπάνω. Χρήματα που δεν προέρχονται από την κρατική βοήθεια.
Στο παράδειγμα των μεμονωμένων χριστουγεννιάτικων πάγκων που έχουν στηθεί σε κάποιες γερμανικές πόλεις προς αντικατάσταση των χριστουγεννιάτικων αγορών παρατηρούνται ήδη ορισμένα προβλήματα. Ειδικά αργά, όταν ήδη έχει καταναλωθεί αλκοόλ, έχει παρατηρηθεί να μην τηρούνται οι αποστάσεις στις ουρές. Κάποιοι δυσαρεστούνται όταν τους ζητείται να μην συνωστίζονται μπροστά από τους πάγκους. Σε πολλές περιπτώσεις χρειάστηκε να επέμβει η αστυνομία. Έτσι στη Βαυαρία, όπου η πανδημία δείχνει ακόμη το σκληρό της πρόσωπο, απαγορεύθηκε η κατανάλωση αλκοόλ σε υπαίθριους χώρους. Η Βαυαρία προχωρά και ένα βήμα παραπέρα προς την αυστηροποίηση των περιορισμών και φτάνει πλέον μέχρι την απαγόρευση κυκλοφορίας. Παρόμοια μέτρα ισχύουν ή αναμένονται και στη Βάδη-Βυρτεμβέργη και τη Σαξονία.
Στη Γερμανία η προστασία από τις λοιμώξεις εμπίπτει στην αρμοδιότητα των κρατιδίων. Οι τοπικές κυβερνήσεις λαμβάνουν τις αποφάσεις για τα μέτρα. Η ομοσπονδιακή κυβέρνηση έχει μικρή επιρροή σε αυτό. Η καγκελάριος, που τάσσεται υπέρ αυστηρών μέτρων, διεξήγαγε πολύωρες και έντονες συζητήσεις με τους τοπικούς πρωθυπουργός. Στο τέλος έπρεπε να παραδεχθεί την ήττα της. Κατά συνέπεια τα όσα ισχύουν για την αντιμετώπιση της πανδημίας ποικίλουν ανά κρατίδιο και ενίοτε είναι αντιφατικά. Πιο πρόσφατο παράδειγμα η ασυμφωνία για τα μέτρα που θα ισχύουν ενόψει Χριστουγέννων.
Η οδός του μερικού lockdown δεν λειτουργεί
Σύμφωνα με τον κυβερνητικό εκπρόσωπο Στέφεν Ζάιμπερτ οι αριθμοί νέων μολύνσεων στη Γερμανία «προκαλούν ανησυχία». Όπως δήλωσε τη Δευτέρα «αυτό απέχει πολύ από την αναστροφή της τάσης που περιμέναμε». Ήδη το μερικό lockdown έχει παραταθεί δύο φορές, στο μεταξύ μέχρι 10 Ιανουαρίου. Λίγοι πιστεύουν ότι ήταν οι τελευταίες παρατάσεις. Στο πρώτο κύμα της πανδημίας η Γερμανία ήταν πρότυπο, στο μεταξύ απέχει πολύ από την εικόνα εκείνη. Ενώ την άνοιξη ο ανώτατος αριθμός λοιμώξεων ανά μέρα άγγιζε τις 6.000, πλέον εμφανίζεται τετραπλάσιος. Περισσότεροι από 4.000 ασθενείς με κορονοϊό νοσηλεύονται σε μονάδες εντατικής θεραπείας -την άνοιξη στις χειρότερες μέρες 2.850. Σύμφωνα με τον Σύλλογο Γερμανών Εντατικολόγων ένας στους δύο ασθενείς που νοσηλεύονται στην εντατική με υποβοήθηση της αναπνοής πεθαίνει.
«Δεν μπορούμε να δεχθούμε τον υψηλό αριθμό θανάτων στη Γερμανία» υπογράμμισε ο πρωθυπουργός της Βαυαρίας Μάρκους Ζέντερ. Από την άλλη πλευρά γεγονός είναι επίσης ότι δεν υπάρχει δημόσια κατακραυγή για τον υψηλό αριθμό στη Γερμανία. Τα στοιχεία μοιάζουν να μην προκαλούν πλέον ανησυχία. Οι ψυχολόγοι γνωρίζουν το φαινόμενο, το σχετίζουν με τη συνήθεια. Ακόμη και μια καταστροφή μπορεί να οδηγήσει σε κάποιο βαθμό στην εξοικείωση.
Tι θα ήταν τελικά καλύτερο για τη Γερμανία;
Σύμφωνα με δημοσκόπηση για λογαριασμό του ARD, το 44% των Γερμανών επικρίνει την χαλάρωση των μέτρων για τις ημέρες των γιορτών. Το ερώτημα που τίθεται, σύμφωνα με την Deutsche Welle είναι: μήπως τελικά θα ήταν καλύτερα η Γερμανία να είχε επιβάλει αυστηρό lockdown, όπως το Βέλγιο, η Γαλλία ή το Ισραήλ; Αλλά κάτι τέτοιο θα είχε καταστροφικές συνέπειες για το κράτος και την πολιτική διότι η οικονομία ίσως να κατέρρεε μαζικά και θα έπρεπε να στηριχθεί με νέα βοηθήματα. Το κράτος δύσκολα θα μπορούσε να το διαχειριστεί. Το χρέος της Γερμανίας φέτος ανέρχεται στα 160 δισ. ευρώ. Για το 2021 προγραμματίζονται δάνεια ύψους 180 δισ. ευρώ -ποσό που δεν θα ήταν αρκετό αν η χώρα έμπαινε ξανά σε αυστηρό lockdown. Οι πολιτικοί στη Γερμανία θα έπρεπε τότε να παραδεχθούν ότι έκαναν λάθη με το μερικό lockdown. Ο υπ. Οικονομίας πάντως παραδέχθηκε εμμέσως πλην σαφώς ότι τα μέχρι τώρα μέτρα στη φάση του δεύτερου κύματος της πανδημίας δεν ήταν αρκετά.
Μένει να φανεί αν η Γερμανία συνεχίσει την προσπάθεια μείωσης του υψηλού αριθμού νέων λοιμώξεων με ήπια μέτρα ή όχι. Αυτό θα πρέπει να συναποφασιστεί με τα κρατίδια. Ανά πάσα στιγμή είναι εφικτή μια αυστηροποίηση των μέτρων, δήλωσε στο μεταξύ ο Στέφεν Ζάιμπερτ. Πάντως νωρίτερα από τις 4 Ιανουαρίου δεν έχει δοθεί κάποιο άλλο ραντεβού για διαβουλεύσεις.