Η Γερμανία βρίσκεται αντιμέτωπη με την πιο κρίσιμη στιγμή της ιστορίας της, με τη βιομηχανία της, να βρίσκεται σε παρακμή και ακόμη και κορυφαίες εταιρείες, όπως η Volkswagen, να εξετάζουν το κλείσιμο εργοστασίων.
Η ανακοίνωση της VW είναι κάτι περισσότερο από μια καθυστερημένη αναγνώριση της εμπορικής πραγματικότητας. Είναι ένα πλήγμα στην εικόνα της χώρας ως ένας γίγαντας της βιομηχανίας -ιδίως στον κλάδο των αυτοκινήτων- μεγάλου εξαγωγέα και κυρίαρχης δύναμης σε αρκετούς τομείς.
Η ενεργειακή στήριξη από τη Ρωσία, που παρείχε φθηνή ενέργεια στις γερμανικές βιομηχανίες, έχει διακοπεί, μετά την εισβολή στην Ουκρανία, ενώ η συνεχιζόμενη έλλειψη επενδύσεων σε υποδομές -λόγω και των συντηρητικών δαπανών της κρατικής μηχανής- αρχίζει να καταγράφεται, πλέον, και στην οικονομική καθημερινότητα της Γερμανίας.
Ο απόηχος από την ανακοίνωση της VW έχει τόσο πολιτιστικές όσο και οικονομικές συνέπειες, σε μια περίοδο όπου η ακροδεξιά Εναλλακτική για τη Γερμανία (AfD) σαρώνει στις εκλογές της Θουριγγίας και λαμβάνει τη δεύτερη θέση σε αυτές της Σαξονίας, ενώ ισχυρή ήταν η παρουσία και ακραίων αριστερών λαϊκιστικών κομμάτων.
Βραχυπρόθεσμα, τα εκλογικά τους κέρδη αποτελούν ένα ακόμη χτύπημα στον δοκιμαζόμενο συνασπισμό του καγκελάριου Όλαφ Σολτς. Μακροπρόθεσμα, με τις ομοσπονδιακές εκλογές στον ορίζοντα το 2025, το ερώτημα είναι πώς θα αντιμετωπιστεί η βασική αιτία της δυσαρέσκειας των ψηφοφόρων. Και πολλά από αυτά εξαρτώνται από το αν η Γερμανία θα μπορέσει να πετύχει ένα άλλο οικονομικό θαύμα: μια ταχεία μετάβαση από έναν εξαγωγικό κατασκευαστή αυτοκινήτων σε μια καθαρή ενεργειακή δύναμη που βρίσκεται στην πρωτοπορία των τσιπ και των μπαταριών.
Το χρονικό της παρακμής της VW -μια προειδοποιητική εταιρική ιστορία για το πώς μπορεί κανείς να βρεθεί πίσω από την εποχή του- αντικατοπτρίζει τα ελαττώματα αυτού που αποτελούσε το μοντέλο επιτυχίας της Γερμανίας και θέτει υπό αμφισβήτηση την οικονομική μηχανή της Ευρώπης να συνεχίσει να πρωτοστατεί στην ήπειρο.
«Τα προβλήματα της Volkswagen είναι εν μέρει αυτοπροκαλούμενα λόγω κακών επιχειρηματικών αποφάσεων, αλλά η VW είναι επίσης ένα καλό παράδειγμα των τεράστιων δυσκολιών που αντιμετωπίζει η Γερμανία ως επιχειρηματικός προορισμός», δήλωσε ο Κ. Μπρζέσκι, κορυφαίος οικονομολόγος της ING. «Η Γερμανία χάνει την ανταγωνιστικότητά της εδώ και χρόνια και αυτό επηρεάζει τώρα και τα πρώην κοσμήματα του στέμματος της γερμανικής οικονομίας».
Η αυτοκινητοβιομηχανία δημιουργεί περίπου το 4% της συνολικής προστιθέμενης αξίας στη γερμανική οικονομία, με ένα επιπλέον 4% όταν λαμβάνονται υπόψη οι συναφείς τομείς, όπως η μεταλλουργία ή η κατασκευή καουτσούκ, σύμφωνα με το Bloomberg Economics.
Όπως το θέτει ο Μ. Άντεμερ, οικονομολόγος του Bloomberg Economics «η σημασία της αυτοκινητοβιομηχανίας για τη γερμανική οικονομία έχει μειωθεί τα τελευταία χρόνια, αλλά εξακολουθεί να παραμένει ένας πολύ κρίσιμος τομέας».
Τα αυτοκίνητα αποτελούν αναπόσπαστο μέρος της σύγχρονης ταυτότητας της Γερμανίας, σημείο αναφοράς της ποπ κουλτούρας: Είτε πρόκειται για τον Herbie, το Love Bug στις ταινίες της Walt Disney, είτε για την Τζάνις Τζόπλιν με την ψυχεδελική Porsche της δεκαετίας του 1960, είτε για τον Ντόναλντ Τραμπ που διαμαρτύρεται για τον αριθμό των αυτοκινήτων Mercedes-Benz και BMW που κυκλοφορούν στην 5η Λεωφόρο της Νέας Υόρκης.
Πράγματι, η ιστορία της VW είναι η ιστορία της μεταπολεμικής Γερμανίας, μια άνοδος κόντρα στις αντιξοότητες, που συνδέεται με το μεταπολεμικό θαύμα που μετέτρεψε μια χώρα κατεστραμμένη στη μεγαλύτερη βιομηχανική δύναμη της περιοχής.
Με την αλλαγή του 21ου αιώνα, η ικανότητα της VW να αξιοποιήσει τη ζήτηση από την αυξανόμενη κινεζική μεσαία τάξη τη βοήθησε να αψηφήσει τη μοίρα των αντιπάλων της στο Ντιτρόιτ. Αλλά στη συνέχεια η εξάρτησή της από τους Ασιάτες καταναλωτές έγινε πρόβλημα.
Υπό την επιτήρηση διαδοχικών κυβερνητικών συνασπισμών στο Βερολίνο, το υψηλό σημείο της βιομηχανικής της παραγωγής το 2017 διαβρώθηκε από την άνοδο της προηγμένης κινεζικής μεταποίησης και τις διαδοχικές κρίσεις, από την πανδημία έως τη διακοπή των φθηνών ρωσικών εισαγωγών φυσικού αερίου στον απόηχο της εισβολής στην Ουκρανία.
Στη συνέχεια, υπάρχει το ευρύτερο ζήτημα της χώρας ως τόπου εγκατάστασης επιχειρήσεων. Με τις υποδομές να τρίζουν από δεκαετίες υποεπενδύσεων λόγω της εμμονής για ισοσκελισμένους προϋπολογισμούς και τη γραφειοκρατία να αποτελεί ένα συχνό παράπονο των επιχειρήσεων, μια έρευνα 180 οικονομολόγων που διεξήχθη από το ινστιτούτο Ifo με έδρα το Μόναχο κατέληξε τον Μάιο στο συμπέρασμα ότι η Γερμανία στερείται ελκυστικότητας ως τόπος για επιχειρήσεις.
Η απάντηση της κυβέρνησης Σολτς, σε μια βιαστική προσπάθεια να κατευνάσει τους ψηφοφόρους κυρίως στις περιοχές της πρώην Ανατολικής Γερμανίας, ήταν σε μεγάλο βαθμό η χορήγηση γενναιόδωρων επιδοτήσεων στις εταιρείες που άνοιξαν εγκαταστάσεις εκεί.
Αυτή η προσέγγιση από μόνη της δεν θα διορθώσει μακροπρόθεσμα τη φθίνουσα ανταγωνιστικότητα της χώρας, δήλωσε ο Γιένς Σπαχν, βουλευτής του CDU που συμμετέχει στην επιτροπή οικονομίας του κοινοβουλίου και προειδοποίησε ότι «η VW είναι μόνο η κορυφή ενός μεγάλου παγόβουνου».