Μια μακρά περίοδος στασιμότητας τελείωσε για τη γερμανική οικονομία, που υπέστη σοβαρό οικονομικό σοκ μετά τη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία, καθώς στερήθηκε των φθηνών ρωσικών πηγών ενέργειας που είχαν τροφοδοτήσει για δεκαετίες τη βιομηχανική της ανάπτυξης.
Η γερμανική οικονομία, σημειώνει σε ανάλυσή της η ING με αφορμή την ανακοίνωση των στοιχείων για το ΑΕΠ πρώτου τριμήνου την περασμένη εβδομάδα, άφησε πίσω της την περίοδο στασιμότητας το πρώτο τρίμηνο του έτους. Η επιστροφή στην ανάπτυξη ευνοήθηκε από την αναθεώρηση προς τα κάτω του ΑΕΠ για το δ ́ τρίμηνο και την ανάκαμψη της κατασκευαστικής δραστηριότητας καθώς και των καθαρών εξαγωγών.
Αναλυτικότερα, η αύξηση του ΑΕΠ διαμορφώθηκε στο 0,2% σε τριμηνιαία βάση, από το αναθεωρημένο προς τα κάτω -0,5% QoQ το τέταρτο τρίμηνο. Σε ετήσια βάση, η γερμανική οικονομία εξακολουθούσε να υποχωρεί κατά 0,2%, μετά από διόρθωση των στοιχείων με βάση τον αριθμό των εργάσιμων ημερών.
Η δραστηριότητα στον κατασκευαστικό τομέα αυξήθηκε κατά 2,7% QoQ (σε τριμηνιαία βάση), ενώ τόσο η ιδιωτική όσο και η δημόσια κατανάλωση μειώθηκαν κατά 0,4% QoQ. Δεδομένου ότι η δραστηριότητα στον κατασκευαστικό τομέα επωφελήθηκε σαφώς από τον ήπιο χειμερινό καιρό και δεν αποτελεί ακόμη θεμελιώδη βελτίωση, η ανάπτυξη του πρώτου τριμήνου φέρνει κάποια ανακούφιση, αλλά δεν αποτελεί λόγο για υπερβολική ευφορία, προς το παρόν.
Οι διαρθρωτικές αδυναμίες θέτουν όριο ταχύτητας στην ανάκαμψη
Οι λέξεις «αισιοδοξία» και «γερμανική οικονομία» μαζί σε μία πρόταση ήταν σπάνιες εδώ και πολύ καιρό, αλλά τώρα η αισιοδοξία έχει επιστρέψει στη γερμανική οικονομία, υπογραμμίζει η ING.
Τα στοιχεία για την αύξηση του ΑΕΠ είναι σχεδόν το φυσικό επόμενο βήμα των ισχυρότερων δεικτών οικονομικού κλίματος και της ανάκαμψης της δραστηριότητας από την αρχή του έτους. Ο κύκλος έχει σίγουρα αρχίσει να γυρίζει προς το καλύτερο.
Ωστόσο, δεν δικαιολογείται ακόμη μεγάλος ενθουσιασμός, καθώς η οικονομία δεν έχει ακόμη επιστρέψει στο επίπεδο των αρχών του 2022. Στην πραγματικότητα, η αύξηση του γερμανικού ΑΕΠ έχει κάνει ζιγκ-ζαγκ γύρω από το μηδέν στην περίοδο μετά τη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία.
Όσον αφορά το μέλλον, η γερμανική οικονομία αναμένεται να αποκτήσει μεγαλύτερη δυναμική. Η έντονη αύξηση των μισθών αναμένεται να τροφοδοτήσει μια ήπια ανάκαμψη της ιδιωτικής κατανάλωσης και ακόμη και ο κύκλος των αποθεμάτων θα πρέπει σταδιακά να αρχίσει να γίνεται θετικός.
Ωστόσο, αυτή η κυκλική βελτίωση δεν σημαίνει ότι όλα ξαφνικά είναι και πάλι τέλεια στη Γερμανία. Εξακολουθούν να υπάρχουν αρκετοί κυκλικοί παράγοντες που ενδέχεται να επιβραδύνουν την οικονομική δραστηριότητα. Οι υψηλότερες τιμές του πετρελαίου ως αποτέλεσμα των συνεχιζόμενων στρατιωτικών συγκρούσεων στη Μέση Ανατολή θα μπορούσαν εύκολα να επιβαρύνουν τη βιομηχανία και τις εξαγωγές για άλλη μια φορά.
Επίσης, ο αυξανόμενος αριθμός πτωχεύσεων και οι ανακοινώσεις μεμονωμένων εταιρειών για επερχόμενες αναδιαρθρώσεις στο προσωπικό τους τροφοδοτούν τον κίνδυνο αποδυνάμωσης της αγοράς εργασίας φέτος.
Τέλος, εκτός από τις πιθανές κυκλικές αντιξοότητες, οι γνωστές διαρθρωτικές αδυναμίες της Γερμανίας δεν θα εξαφανιστούν εν μία νυκτί και θα περιορίσουν τον ρυθμό οποιασδήποτε ανάκαμψης. Επί του παρόντος, αναμένουμε ότι η γερμανική οικονομία θα αναπτυχθεί κατά περίπου 0,3% φέτος, καταλήγει η ING.