Στο κλείσιμο του κύκλου αυξήσεων στα επιτόκια οδηγούνται οι δύο μεγαλύτερες κεντρικές τράπεζες, Fed και ΕΚΤ, παρότι συνεχίζουν να δίνουν δύσκολη μάχη με τον πληθωρισμό, που έχει μπει μεν σε τροχιά υποχώρησης, αλλά με αρκετά αργούς ρυθμούς. Μετά τα «σήματα» που έστειλε χθες στις αγορές η αμερικανική Ομοσπονδιακή Τράπεζα, αφήνοντας ανοικτό το ενδεχόμενο παύσης των αυξήσεων, τον λόγο θα έχει σήμερα η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, που επίσης αναμένεται να αυξήσει κατά 0,25% τα βασικά επιτόκια και να εκπέμψει το μήνυμα ότι βρισκόμαστε κοντά στο τέλος αυτής της διαδρομής «σφιξίματος» της νομισματικής πολιτικής.
Όπως φάνηκε από τη χθεσινοβραδινή ανακοίνωση για την αύξηση επιτοκίων από τη Fed και τις δηλώσεις του Τζερόμ Πάουελ που ακολούθησαν, οι οποίες ήταν αρκετά «κλικ» πιο αυστηρές από τη γλώσσα της ανακοίνωσης που προηγήθηκε, οι Αμερικανοί κεντρικοί τραπεζίτες βρίσκονται σε δύσκολη θέση: από τη μια, διαπιστώνουν την ανάγκη να «φρενάρει» η αύξηση επιτοκίων για να μη διαταραχθεί η σταθερότητα των τραπεζών και να μην διολισθήσει σε ύφεση η οικονομία, από την άλλη, όμως, βλέπουν ότι ο πληθωρισμός δεν υποχωρεί με αρκετά γρήγορους ρυθμούς και οφείλουν να κρατήσουν την αξιοπιστία τους, σε ό,τι αφορά την αντιμετώπισή του.
Σε κάθε περίπτωση, είναι γεγονός ότι η χθεσινή δήλωση της Επιτροπής Ανοικτών Αγορών της Fed (FOMC) υιοθετεί νέες διατυπώσεις, που δεν υπήρχαν σε προηγούμενες ανακοινώσεις. Το μήνυμα στην αγορά είναι αρκετά διαφορετικό, παρότι ο Πάουελ έσπευσε να διευκρινίσει ότι δεν έχουν ληφθεί οριστικές αποφάσεις: η Fed θα λάβει τις επόμενες αποφάσεις εξετάζοντας με προσοχή τα νέα οικονομικά στοιχεία, δηλαδή εξέρχεται από την περίοδο των... αυτόματων αποφάσεων για αυξήσεις επιτοκίων, όσο παραμένει ο πληθωρισμός μακριά από τον στόχο της (2%).
Το οικονομικό σενάριο που παρουσίασε ο Πάουελ, προβλέποντας ότι δεν θα υπάρξει ύφεση, αλλά ομαλή «προσγείωση» της αμερικανικής οικονομίας, όπως και οι καθησυχαστικές εκτιμήσεις του την εμπέδωση της σταθερότητας στο τραπεζικό σύστημα, θα μπορούσαν να ερμηνευθούν ως σαφείς ενδείξεις ότι η Fed θα μπορούσε να προχωρήσει και σε άλλες αυξήσεις επιτοκίων.
Ωστόσο, όλα δείχνουν ότι τα περιθώρια νέων αυξήσεων στα επιτόκια είναι πολύ περιορισμένα, αν όχι ανύπαρκτα: οι αγορές αμφισβητούν έντονα την εκτίμηση για αποφυγή ύφεσης, ενώ η κατάρρευση της μετοχής της τράπεζας PacWest (-53% χθες) και οι πληροφορίες ότι αναζητεί αγοραστή για να αποφύγει την τύχη άλλων περιφερειακών τραπεζών, με τελευταία τη First Republic Bank δείχνουν ότι η αναταραχή στις μεσαίες και μικρές αμερικανικές τράπεζες δεν έχει σταματήσει.
Είναι χαρακτηριστικό, όπως σημειώνει το "Bloomberg", ότι η αγορά ομολόγων απέρριψε την προοπτική ότι ο Πάουελ θα μπορούσε να έχει μια ακόμη αύξηση στο μανίκι του και, αντίθετα, στοιχηματίζει ότι η επόμενη κίνηση της Fed θα είναι να μειώσει το βασικό της επιτόκιο. Οι ενδείξεις ότι οι αγορές αμφισβητούν τη Fed είναι πολλές:
- Η πτώση των τιμών του αργού πετρελαίου υποδηλώνει αυξανόμενη ανησυχία για ύφεση, παρότι ο πρόεδρος της Fed είπε ότι θα μπορούσε να αποφευχθεί. Το αμερικανικό αργό υποχώρησε χθες κατά 4,3% και συνέχισε να κινείται έντονα πτωτικά τις πρώτες πρωινές ώρες σήμερα.
- Η καμπύλη αποδόσεων των κρατικών ομολόγων επιστρέφει στα επίπεδα των αρχών του 2022. Η απόδοση του 10ετούς αμερικανικού ομολόγου υποχώρησε σημαντικά μετά τις ανακοινώσεις της Fed, από 3,42% σε 3,33%, παρότι η αύξηση του επιτοκίου θα έπρεπε να οδηγούσε σε αντίθετη κίνηση, κάτι που σημαίνει ότι η αγορά ενσωματώνει στις τιμές μια πρόβλεψη τουλάχιστον για παύση αυξήσεων, ή και για μείωση επιτοκίων.
- Παρά τις διαβεβαιώσεις Πάουελ για τη σταθερότητα των τραπεζών, οι μετοχές των περιφερειακών τραπεζών συνέχισαν να δέχονται ισχυρές πιέσεις στο τέλος της συνεδρίασης, αλλά και σε συναλλαγές μετά το κλείσιμο, με τη μετοχή της PacWest, όπως προαναφέρθηκε, να «εξαϋλώνεται» με πτώση 53%.
Κοινή συνισταμένη των εκτιμήσεων από τους παράγοντες της αγοράς, όπως κορυφαία στελέχη της DoubleLine Capital και της PGIM Fixed Income είναι ότι ο κίνδυνος ύφεσης όχι μόνο είναι υπαρκτός, αλλά το σενάριο μιας ύφεσης τεχνικού χαρακτήρα (δύο συνεχόμενα τρίμηνα μείωσης του ΑΕΠ στις ΗΠΑ) είναι το πλέον πιθανό, κάτι που σημαίνει ότι τα περιθώρια της Fed για αυξήσεις επιτοκίων περιορίζονται δραστικά και εύλογα η αγορά προεξοφλεί ως αρκετά πιθανή μια μείωση πριν το τέλος του έτους.
Σε αυτή την εξίσωση των στοιχείων που περιορίζουν τα περιθώρια ελιγμών της κεντρικής τράπεζας πρέπει να προστεθεί η σοβαρή πίεση που δέχονται από τα υψηλά επιτόκια οι περιφερειακές τράπεζες. Ο Πάουελ δήλωσε μεν χθες ότι το τραπεζικό σύστημα είναι υγιές και ανθεκτικό, παραδέχθηκε όμως ταυτόχρονα, απαντώντας σε σχετική ερώτηση, ότι παραμένει σε υψηλά επίπεδα η παροχή ρευστότητας από τη Fed σε τράπεζες, σε μια σαφή ένδειξη ότι οι πιέσεις από τη φυγή καταθέσεων από μικρές σε συστημικές τράπεζες ή αμοιβαία κεφάλαια χρηματαγοράς δεν έχουν σταματήσει.
Τι μένει, λοιπόν, για να οριστικοποιηθεί η απόφαση της Fed για παύση των αυξήσεων ή, ακόμη περισσότερο, να οδηγηθεί στην πρώτη μείωση επιτοκίων μετά τον κύκλο αυξήσεων; Όπως τονίζουν αναλυτές, εάν τα στοιχεία που θα έλθουν για την αμερικανική οικονομία το επόμενο διάστημα επιβεβαιώσουν ότι είναι περισσότερο αδύναμη από όσο υπολογίζει η Fed, η αλλαγή πολιτικής θα είναι άμεση. Άλλωστε, και ο Πάουελ επισήμανε με έμφαση την αλλαγή διατυπώσεων στο χθεσινό ανακοινωθέν, που συνδέει τις επόμενες κινήσεις με τα στοιχεία που θα δημοσιευθούν.
Τι θα ανακοινώσει η ΕΚΤ
Στην άλλη όχθη του Ατλαντικού, το συμβούλιο της ΕΚΤ έχει ήδη, αρκετά νωρίτερα από τη Fed, συνδέσει τις επόμενες αποφάσεις της για τα επιτόκια με τα δημοσιευόμενα οικονομικά στοιχεία. Έχοντας να αντιμετωπίσει ένα πληθωρισμό που παραμένει πολύ υψηλός, ιδιαίτερα σε ό,τι αφορά τον δομικό πληθωρισμό, η ΕΚΤ θεωρείται βέβαιο ότι θα ανακοινώσει σήμερα άλλη μια αύξηση, την έβδομη συνεχόμενη, κατά 0,25%, ενώ ήδη έχει αυξήσει από το καλοκαίρι τα επιτόκια κατά 3,50%.
Οι αναλυτές της αγοράς θεωρούν βέβαιο ότι η ΕΚΤ θα υποχρεωθεί από τον υψηλό πληθωρισμό να προχωρήσει σε μία ακόμη αύξηση, τουλάχιστον κατά 0,25%, τον Ιούνιο. Όμως, σε αυτό το σημείο, δηλαδή με μια σωρευτική αύξηση κατά 4%, οι περισσότεροι προβλέπουν ότι θα κλείσει ο κύκλος των αυξήσεων και τα επιτόκια θα σταθεροποιηθούν σε αυτά τα υψηλά επίπεδα, μέχρι να κερδίσει η κεντρική τράπεζα τη μάχη με τον πληθωρισμό.
Ακόμη και τα «γεράκια» του συμβουλίου της ΕΚΤ, όπως σημειώνει το Reuters, που έχουν άνετη πλειοψηφία στο Διοικητικό Συμβούλιο και κλίνουν προς μια μεγαλύτερη αύξηση σήμερα (κατά 0,50%), έχουν αφήσει να εννοηθεί ότι θα μπορούσαν να συμβιβασθούν με μια μικρότερη κίνηση, εφόσον η ΕΚΤ αφήσει ανοικτό το ενδεχόμενο νέων αυξήσεων στο προσεχές μέλλον. Για να συμβιβάσει αυτές τις θέσεις, με τις απόψεις των «περιστεριών», η Κριστίν Λαγκάρντ εκτιμάται ότι θα επιμείνει σήμερα, δίνοντας κατεύθυνση για τις επόμενες κινήσεις, στη λογική του «βλέποντας και κάνοντας», δηλαδή ότι οι αποφάσεις του επόμενου διαστήματος θα καθορισθούν με βάση τα εισερχόμενα οικονομικά στοιχεία.
Σε κάθε περίπτωση, πάντως, όλα δείχνουν ότι μέσα στο καλοκαίρι πιθανότατα θα κλείσει ο κύκλος των αυξήσεων στα επιτόκια, που χαρακτηρίσθηκε από τις πολύ επιθετικές κινήσεις από τις δύο κορυφαίες κεντρικές τράπεζες. Αν και η «μάχη» με τον πληθωρισμό δεν έχει τελειώσει και θα είναι δύσκολη, είναι πλέον σαφές ότι οι κεντρικοί τραπεζίτες είναι υποχρεωμένοι να σταθμίσουν τους κινδύνους μιας σοβαρής ύφεσης, ή μιας αναταραχής στο τραπεζικό σύστημα, που περιορίζουν σοβαρά τα περιθώρια για ακόμη αυστηρότερη νομισματική πολιτική.