Για πολλούς η απόφαση του Αμερικανού Προέδρου, Ντόναλντ Τραμπ, να διατάξει την εξουδετέρωση του Ιρανού στρατηγού Κασέμ Σουλεϊμανί με κίνδυνο να προκαλέσει ανάφλεξη στη Μέση Ανατολή, θύμισε τα έργα και ημέρες ενός προκατόχου του, που θέλησε μέσω μίας στρατιωτικής επέμβασης να στρέψει αλλού το ενδιαφέρον της κοινής γνώμης.
Ήταν στις 17 Δεκεμβρίου 1998, όταν ο τότε Πρόεδρος, Μπιλ Κλίντον, κατέφευγε στο ίδιο στρατήγημα, όντας κι εκείνος υπόλογος σε μία διαδικασία καθαίρεσης, για σεξουαλικά σκάνδαλα όμως.
Μολαταύτα, οι όποιες ιστορικές αναγωγές και συγκρίσεις δεν μπορούν να αποκρύψουν το γεγονός πως αυτό το στρατιωτικό προπέτασμα καπνού δεν εξυπηρετεί μόνο τους πολιτικούς σκοπούς, αλλά -κυρίως- τις αγορές.
Μάλιστα, τα στατιστικά στοιχεία και οι πίνακες, ιδίως για τις ΗΠΑ, αποδεικνύουν τη μεγάλη σημασία που έχουν οι αποδόσεις του τομέα werfare, της αμυντικής βιομηχανίας και της πλήρους απόδοσής της σε όρους παραγωγής κι απασχόλησης, στους οικονομικούς δείκτες ολόκληρης της κοινωνίας της χώρας. Στοιχεία που κανένας Αμερικανός Πρόεδρος δεν μπορεί ποτέ να αγνοήσει και ιδίως να σταθεί απέναντί τους.
Σε έκθεση του CNBC, μάλιστα, προκύπτει πως από τις 19 κρίσεις της τελευταίας 30ετίας στη Μέση Ανατολή, τα έσοδα από τους τίτλους της αμυντικής και αεροδιαστημικής τεχνολογίας έχουν διπλασιαστεί εν σχέσει με τις αποδόσεις τους στον δείκτη Standard&Poor’s 500, ιδίως το τελευταίο εξάμηνο, οπότε και πυροδοτήθηκε η γεωπολιτική κρίση. Οι κυρίως ωφελημένοι ήταν οι ίδιοι: Huntington Ingalls (+15,3% το εξάμηνης απόδοσης), General Dynamics (+14%), TransDigm Group (+13,9%), Raytheon (+8,5%) e Northrop Group (+7,5%).
Με την προεκλογική εκστρατεία επί θύραις, η Wall Street ήδη αναζητεί ένα έρεισμα και οι στρατιωτικές εξελίξεις τής προσφέρουν μία εγγύηση. Ενδεικτικό είναι το πώς επέδρασε άμεσα η επίθεση κατά του Σουλεϊμανί στις μετοχές των πετρελαϊκών εταιρειών και στον χρυσό. Η αξία των μελλοντικών αποδόσεών τους αυξήθηκε κατά μία μονάδα.
Εξ ου και η, για τους μη παροικούντες, απρόσμενη άνοδος της Wall Street στις 6 Ιανουαρίου: Δεν είναι μόνο η ευφορία από τα καλά αποτελέσματα του 2019, αλλά πολύ περισσότερο η βεβαιότητα πως οι γεωπολιτικές εντάσεις θα αναθερμάνουν την αγορά «βαριών χαρτιών», ιδίως σε μία εποχή που η χρηματιστηριακή δραστηριότητα βρίσκεται ευρύτατα εκτεθειμένη στις αγοραπωλησίες ασταθών προϊόντων από τα κερδοσκοπικά κεφάλαια (hedge funds) και τις μετοχές εταιρειών χωρίς περιουσιακά στοιχεία.
Η επίθεση στο Ιράκ αναπτέρωσε τις προσδοκίες της χρηματαγοράς, που ανέμενε έως τώρα μόνο τις πρωτοβουλίες της Κεντρικής Τράπεζας, Fed, για ενέσεις ρευστότητας. Ένα ζήτημα λίαν επίκαιρο, δεδομένου ότι στις τελευταίες δύο συνεδρίες (6 και 7 Ιανουαρίου) το ίδιο σύστημα που φαινόταν να έχει σταθεροποιηθεί (μετά τα 414 δισεκατομμύρια που διοχετεύθηκαν περί τα τέλη του έτους / τριμήνου) έστειλε μηνύματα σαφούς έντασης. Κι αυτό ενώ έχουν εξαντληθεί μέσα στο ίδιο 48ωρο οι δύο «ενέσεις» περίπου 53,8 δισ. δολαρίων, ενώ εκκρεμούν και άλλα 18 δισ. που αναμένεται να «απορροφηθούν» στις 10 Ιανουαρίου. Κι όταν ταυτόχρονα φαίνεται να παραμένει αδρανής τις τελευταίες τρεις εβδομάδες η όποια δραστηριότητα για μαζική επιστροφή στις εγγραφές και ζήτηση των τραπεζικών χαρτοφυλακίων. Αυτό σημαίνει πως η Fed, προκειμένου να συνεχιστεί η πορεία τηςWall Street πέρα από τα 54 δισ. θα έπρεπε να διοχετεύσει άλλα 99 δισ. δολάρια, συνεχίζοντας την τακτική που ξεκίνησε το τέταρτο τρίμηνο του περασμένου έτους.
Η επίθεση κατά του Σουλεϊμανί στο Ιράκ μάλλον διευκόλυνε τη Fed να κλείσει τους κρουνούς της βοήθειας στις αγορές, αναπτερώνοντας τον ενθουσιασμό των τελευταίων, γεγονός που αποτυπώνεται στον πίνακα των μετοχών. Για ακόμη μία φορά, μία στρατιωτική επιχείρηση αποδεικνύεται «ευλογημένη» τόσο σε πολιτικό όσο και σε οικονομικό επίπεδο.