Ιδιαίτερα δύσκολο για τις ευρωπαϊκές αγορές θα το 2023, όπως τουλάχιστον εκτιμούν θεσμικοί επενδυτές που συμμετείχαν σε δημοσκόπηση του Reuters.
Βασικές αιτίες γι’ αυτήν την πορεία η σφιχτή νομισματική πολιτική αλλά και η διολίσθηση της οικονομίας σε ύφεση, κυρίως λόγω της ενεργειακής κρίσης και του υψηλού πληθωρισμού.
Το μεγαλύτερο ποσοστό των διαχειριστών κεφαλαίων που συμμετείχαν στην έρευνα εκτιμούν ότι μέχρι τα μέσα του 2023 ο Stoxx 600 θα διαμορφωθεί στις 408 μονάδες, δηλαδή θα βρίσκεται 8% χαμηλότερα σε σύγκριση με το κλείσιμο της περασμένης Παρασκευής. Ο δείκτης STOXX 50 των 50 κορυφαίων blue chip μετοχών της ευρωζώνης εκτιμάται ότι θα υποχωρήσει άλλο 7,9% από το κλείσιμο της Παρασκευής στις 3.650 μονάδες μέχρι τα μέσα του 2023.
Βλέπουν τον DAX στις 13.209 μονάδες, με πτώση 9,2%, τον FTSE 100 στις 6.700 μονάδες, χαμηλότερα κατά 10,5%, ενώ για τους CAC 40 και FTSE MIB αναμένουν υποχώρηση 15% και για τον ΙΒΕΧ 35 πτώση 17%. Παράλληλα οι αγορές χρήματος τιμολογούν αύξηση των επιτοκίων της ΕΚΤ κατά περισσότερες από 150 μονάδες βάσης έως τα τέλη Ιουνίου.
Μεγάλες πιέσεις για τις ευρωαγορές αναμένουν για το 2023 οι αναλυτές
Ακόμη και η ανάκαμψη των τελευταίων μηνών, καθώς οι αγορές ευελπιστούν σε λιγότερες επιθετικές αυξήσεις επιτοκίων από τις κεντρικές τράπεζες, δεν έχει κατορθώσει να βελτιώσει την εικόνα του Stoxx 600 για το 2022, ο οποίος εμφανίζει απώλειες κοντά στο 10% από την αρχή του έτους, η οποία είναι η μεγαλύτερη ετήσια πτώση από το 2018.
«Ο αντίκτυπος των επιθετικών αυξήσεων των επιτοκίων θα γίνει αισθητός στην πραγματική οικονομία και, ως εκ τούτου, στην αύξηση των κερδών τα επόμενα τρίμηνα. Με βάση τους οικονομολόγους μας, αναμένουμε μια ρηχή ύφεση στην Ευρώπη, η οποία οδηγεί στην πρόβλεψη μείωσης των κερδών κατά 12%» το επόμενο έτος, δήλωσε ο στρατηγικός αναλυτής της Barclays, Εμανουέλ Κάου.
Ο δείκτης θα μπορούσε να ανακάμψει στο δεύτερο εξάμηνο, υποβοηθούμενος από τις προσδοκίες για την κορύφωση των επιτοκίων και να φτάσει τις 434 μονάδες μέχρι το τέλος του 2023, μειωμένος κατά 1,5% από το κλείσιμο της Παρασκευής και πάνω από 12% μακριά από το υψηλό της ζωής του που σημειώθηκε τον Ιανουάριο, σύμφωνα με τη δημοσκόπηση.
«Η άνοδος των ασφαλίστρων κινδύνου σε όλες τις κατηγορίες περιουσιακών στοιχείων θα φτάσει τελικά σε ένα σημείο καμπής όπου θα δικαιολογείται η στροφή προς επενδύσεις με μεγαλύτερο προσανατολισμό στην απόδοση», εκτίμησε από την πλευρά του ο Τόμας Χίλντεμπραντ, διαχειριστής κεφαλαίων στην εταιρεία Evli και προσθέτει ότι «τα πράγματα θα μπορούσαν να αλλάξουν, για παράδειγμα, εάν οι προοπτικές του πληθωρισμού αρχίσουν να βελτιώνονται σημαντικά ή εάν επιτευχθεί τουλάχιστον κατάπαυση του πυρός στην Ουκρανία».
Για τους επόμενους μήνες, ωστόσο, οι επενδυτές φοβούνται ότι οι μετοχές της ευρωζώνης θα μπορούσαν να υστερήσουν σε σχέση με άλλες αγορές. Η οικονομία της περιοχής θεωρείται ιδιαίτερα ευάλωτη λόγω της ενεργειακής κρίσης που επιδεινώνεται από τον πόλεμο στην Ουκρανία και καθώς η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα αυξάνει σταθερά τα επιτόκια για να καταπολεμήσει τις πιέσεις των τιμών στο μπλοκ.
«Οι οικονομικές προοπτικές φαίνονται δύσκολες, καθώς οι οικονομολόγοι μας προβλέπουν ύφεση στην ευρωζώνη», σημείωσε ο Μαρκ Χέφλιγκερ, στρατηγικός αναλυτής της Credit Suisse και επεσήμανε ότι «αναμένουμε επιδείνωση της εταιρικής κερδοφορίας και βλέπουμε την περιοχή να υποαποδίδει στον τακτικό μας ορίζοντα. Η οικονομική επιβράδυνση θα πλήξει δυσανάλογα την κυκλική αγορά της ευρωζώνης».