Αξιοσημείωτη ανθεκτικότητα δείχνουν οι χρηματιστηριακές αγορές παρά το ράλι του Οκτωβρίου και, κυρίως, παρά την παγίωση και ισχυροποίηση της αλλαγής πολιτικής στα επιτόκια από την πλευρά των κεντρικών τραπεζών. Οι αγορές φαίνεται ότι προεξόφλησαν τα χειρότερα μακροοικονομικά σενάρια με τις απώλειές τους το 9μηνο του 2022 και τώρα οι επενδυτές ψάχνουν τον δρόμο της ανόδου. Στην ελληνική αγορά, ο τραπεζικός κλάδος κινείται με το δικό του momentum και δείχνει να έχει αρκετή ορμή για να συμπαρασύρει την αγορά σε άνοδο.
Η χθεσινή άνοδος του Stoxx 600 στην Ευρώπη κατά 1,82% και του αμερικανικού S&P 500 (παρά τις ενδοσυνεδριακές διακυμάνσεις) κατά 1,36%, μόλις δύο ημέρες μετά τις δηλώσεις Πάουελ περί συνέχισης για αρκετούς μήνες ακόμη των αυξήσεων στα επιτόκια της Fed έστειλε ένα σαφές μήνυμα ότι οι αγορές προσπαθούν να αντιπαρέλθουν τη σύσφιξη της νομισματικής πολιτικής, με τους επενδυτές να «ψαρεύουν» ευκαιρίες σε χαμηλές αποτιμήσεις.
Τα διεθνή χρηματιστήρια έφτασαν να καταγράφουν διεθνώς απώλειες από 15% έως 33% φέτος, με σημαντικούς δείκτες όπως ο S&P 500 να υποχωρούν στις αρχές Οκτώβρη ακόμη και σε χαμηλά διετίας, μπαίνοντας σε bear market. Έκτοτε όμως, τα καλύτερα των προσδοκιών αποτελέσματα μεγάλων ομίλων της αμερικανικής –και κατ’ επέκταση της παγκόσμιας– οικονομίας, συνέβαλαν στην αλλαγή του σκηνικού.
Τα γενικώς ικανοποιητικά αποτελέσματα γ' τριμήνου, έφεραν στην επιφάνεια ένα «κενό» στις αποτιμήσεις, καθώς ήταν σαφώς καλύτερα από την εικόνα, στην οποία παρέπεμπε το γενικευμένο ξεπούλημα του Σεπτέμβρη και στους τρεις δείκτες των αμερικανικών αγορών. Τον Οκτώβριο οι αγορές έκαναν πολύ ισχυρό ράλι μερικής αποκατάστασης, όμως οι απώλειες σε επίπεδο έτους, παραμένουν.
Η νέα πρόκληση που έχουν να διαχειριστούν οι αγορές είναι ποιο θα είναι το status quo στις επενδύσεις, στην οικονομία και τις μετοχές σε έξι μήνες ή σε ένα χρόνο, όταν και θα έχει ωριμάσει περισσότερο η πολιτική αύξησης των επιτοκίων που έχουν ξεκινήσει συντονισμένα οι κεντρικές τράπεζες.
Η έως τώρα αντίδραση των αγορών, μετά το σοκ του Σεπτεμβρίου, είναι ψύχραιμη και απολύτως διαχειρίσιμη, όπως έδειξε και η εβδομάδα που παρήλθε. Και αυτό, παρά το γεγονός ότι ο πρόεδρος της Fed ήταν ξεκάθαρος σημειώνοντας πως ο δρόμος για την αλλαγή πολιτικής και τη χαλάρωση της νομισματικής πολιτικής είναι μακρύς και σε καμιά περίπτωση δεν άφησε να εννοηθεί ότι η λήξη των αυξήσεων επιτοκίων είναι άμεσα ορατή, ούτε προσδιόρισε χρονικό ορίζοντα.
Το νέο στοίχημα
Μια σημαντική παράμετρος στο διεθνές επενδυτικό περιβάλλον είναι η επάνοδος στο προσκήνιο των τραπεζών, καθώς η έξοδος από τα μηδενικά - αρνητικά επιτόκια θα τους επιτρέψει να βελτιώσουν τα περιθώρια κέρδους τους. Ο χρηματοπιστωτικός τομέας και ιδίως οι τράπεζες δέχτηκαν ισχυρό πλήγμα από το 2008 και εντεύθεν, με τη χρεοκοπία της Lehman Brothers και όλα όσα ακολούθησαν τα επόμενα χρόνια, για πρώτη ίσως φορά τόσο ξεκάθαρα, σε δεύτερο ρόλο στις παγκόσμιες χρηματιστηριακές αγορές, με τη βιομηχανία και κυρίως τη νέα τεχνολογία και τις επιχειρήσεις παγκόσμιας επιρροής, όπως Facebook, Amazon, Google, Apple κ.α. να δεσπόζουν καταλυτικά, φτάνοντας σε κεφαλαιοποιήσεις που ουδέποτε είχαν τραπεζικά ιδρύματα.
Για τουλάχιστον μια 12ετία, επικράτησαν πολιτικές μηδενικών ή και αρνητικών επιτοκίων από τις κεντρικές τράπεζες, οδηγώντας τον τραπεζικό κλάδο σε… στένεμα των περιθωρίων κερδοφορίας του. Τώρα, αυτό αλλάζει καθώς για τα επόμενα αρκετά χρόνια το παγκόσμιο χρηματοπιστωτικό σύστημα θα κινηθεί μακριά από τη… νιρβάνα των μηδενικών ή αρνητικών επιτοκίων, κάτι που για αρκετούς αναλυτές κρίνεται σαφώς πιο υγιές, αλλά και πιο κοντά σε ό,τι μπορεί να οριστεί ως… κανονικότητα στις αγορές.
Ήδη, μεγάλοι τραπεζικοί όμιλοι του εξωτερικού όπως η Deutsche Bank ανακοίνωσαν την υψηλότερη κερδοφορία τους από το 2009, κάτι που δείχνει ότι ο κλάδος επιστρέφει με αξιώσεις. Ο τραπεζικός κλάδος του Stoxx 600 σημειώνει άνοδο 14% από το χαμηλό του Οκτωβρίου, ενώ ο αντίστοιχος δείκτης του αμερικανικού S&P 500 κερδίζει σχεδόν 17%.
Εύλογα, το ελληνικό χρηματιστήριο που είναι μια ακραία τραπεζοκεντρική αγορά, μπορεί να επηρεαστεί ταχύτερα και πιο διευρυμένα από την επιστροφή του τραπεζικού κλάδου, όπως φάνηκε άλλωστε το μήνα Οκτώβριο. Ο κλάδος ενισχύθηκε κατά 16,60% τον περασμένο μήνα αποτελώντας τον κυριότερο λόγο που ο Γ.Δ. είχε άνοδο 10,14%, καθώς, εκτός των άλλων, «μπολιάζει» όλη την αγορά με το εκάστοτε momentum, λειτουργώντας ως κεντρικός καταλύτης είτε στις ανόδους, είτε στις πτώσεις.
Δεν είναι τυχαίο ότι ο τραπεζικός κλάδος που έφτασε φέτος να υποχωρεί περί το 22%, όχι μόνο έχει γυρίσει θετικά το έτος, αλλά κερδίζει πλέον 7,17%. Την ίδια ώρα, ο Γ.Δ. μείωσε τις απώλειές του, μετά την άνοδο και της τελευταίας εβδομάδας στο -1,59%, ο FTSE 25 χάνει μόλις 0,59%, ενώ ο Mid Cap υποχωρεί κατά 11,20%.
Την εβδομάδα που παρήλθε ο Γ.Δ. ενισχύθηκε σε ποσοστό 2,13%, ο FTSE 25 κέρδισε 2,54%, ο Mid Cap έκλεισε στο +0,50% συνεχίζοντας να υστερεί, ενώ ο τραπεζικός δείκτης ξεχώρισε με νέα άνοδο 3,45%. Παράλληλα, το χθεσινό κλείσιμο στις 616,13 μονάδες είναι το υψηλότερο από τις 3 Ιουνίου 2022, που σημαίνει ότι ο τραπεζικός δείκτης διαπραγματεύεται πλέον σε υψηλά πέντε μηνών!
Πλέον ο Γ.Δ. απέχει – σε ποσοστό – ελάχιστα από το όριο ψυχολογίας των 900 μονάδων και αν συνεχιστεί το κρεσέντο τοποθετήσεων σε τράπεζες και blue chips, φαίνεται πως δε θα αργήσει να κατακτήσει αυτό το όριο. Το οποίο φυσικά δε σημαίνει και πολλά πράγματα, δεδομένου ότι το Χ.Α. παραμένει πολύ κάτω από τις 1.000 ή 1.200 μονάδες, την ώρα που σύσσωμες οι διεθνείς αγορές κατέγραψαν δεκάδες ιστορικά υψηλά τα προηγούμενα χρόνια που η δική μας αγορά είχε εγκλωβιστεί στην εσωστρέφεια.
Το λίαν θετικό της χθεσινής συνεδρίασης ήταν ότι αυξήθηκε σημαντικά ο τζίρος και μάλιστα χωρίς πολλά πακέτα, ανερχόμενος στα 73,86 εκατ. ευρώ, πολύ πιο πάνω από τους μέσους όρους Σεπτεμβρίου και Οκτωβρίου, πλησιάζοντας πλέον τα 75 εκατ. ευρώ που είναι οι μέσες συναλλαγές του 2022. Αυτό πιστοποιεί αν μη τι άλλο επαναδραστηριοποίηση ισχυρών χαρτοφυλακίων, με ζητούμενο βεβαίως τη διάρκεια. Ο ΟΤΕ διακίνησε 10,15 εκατ. ευρώ, η Εθνική έκανε 9,67 εκατ. ευρώ, η Alpha Bank 9,31 εκατ. ευρώ και ο ΟΠΑΠ 8,13 εκατ. ευρώ.
Αρχίζουν οι ανακοινώσεις αποτελεσμάτων τραπεζών και blue chips
Τις επόμενες ημέρες το focus της αγοράς θα εστιαστεί στις ανακοινώσεις 3ου τριμήνου και 9μήνου τόσο των τραπεζών όσο και σημαντικών ομίλων της πραγματικής οικονομίας, οπότε η αγορά θα έχει ισχυρό σημείο αναφοράς ώστε να «ζυγίσει» εκ νέου το δίκαιο των αποτιμήσεων. Μέχρι στιγμής και με βάση τα εξάμηνα, τα αποτελέσματα έχουν προσφέρει ασφάλεια στους αγοραστές και έχουν βοηθήσει στην ανάκαμψη της αγοράς.
Στο εξάμηνο, δεκάδες εισηγμένες πέτυχαν ρεκόρ 15ετίας στην κερδοφορία τους (θυμίζουμε ότι το 2007 ήταν η τελευταία «καλή» χρονιά πριν τη χρηματοπιστωτική κρίση, ο Γ.Δ. είχε φτάσει έως τις 5.334,50 μονάδες – 31 Οκτωβρίου ‘07), ενώ επίσης πολλές πέτυχαν ρεκόρ όλων των εποχών.
Το 3ο τρίμηνο λοιπόν αναμένεται με ακόμη περισσότερο ενδιαφέρον, καθώς θα έχει μέσα του όλη σχεδόν την υπεραξία από την εξαιρετική σεζόν του τουρισμού, που διαπερνά κάθετα και οριζόντια σχεδόν όλων των ειδών τις επιχειρήσεις, λιγότερο ή περισσότερο.
Την προσεχή Τρίτη 8 Νοεμβρίου ανακοινώνει η Alpha Bank και η Coca Cola HBC, στις 10/11 δημοσιεύουν οι Εθνική Τράπεζα, Eurobank, Aegean, Τιτάν, ΟΤΕ και Helleniq Energy, ενώ στις 11/11 ανακοινώνει η Πειραιώς Financial. Οι εκτιμήσεις των αναλυτών είναι πως θα πάνε καλά οι τράπεζες και γι’ αυτό συνεχίζουν να δίνουν υψηλές τιμές στόχους και συστάσεις αγοράς.
H JPMorgan για τις τράπεζες
Από τις αρχές Οκτωβρίου έχουν δημοσιευτεί πολλές θετικές εκθέσεις για τις ελληνικές τράπεζες, με ανεβασμένες τιμές – στόχους, ενώ χθες ήταν η σειρά της JP Morgan να συστήσει overweight για τις τέσσερις συστημικές, αναμένοντας ισχυρή κερδοφορία το γ' τρίμηνο. Ο αμερικανικός οίκος τοποθετεί την τιμή – στόχο για την Alpha Bank στα 1,4 ευρώ, για τη Eurobank στα 1,5 ευρώ, για την Εθνική στα 4,5 ευρώ και για την Πειραιώς στα 2,20 ευρώ.
Οι αναλυτές αναμένουν ένα ακόμη ισχυρό σύνολο αποτελεσμάτων (με ορατές βελτιώσεις στις λειτουργικές τάσεις για τρίτο συνεχές τρίμηνο φέτος), λόγω της συνεχιζόμενης αύξησης του κύκλου εργασιών και του ακόμη ευνοϊκού περιβάλλοντος κινδύνου. Εκτιμάται ότι οι γενικές τάσεις θα είναι εξίσου ισχυρές και στις τέσσερις τράπεζες.
Η πιο ενθαρρυντική εξέλιξη είναι η συνεχιζόμενη βελτίωση του εσόδων από τόκους (ΝΙΙ) αυτό το τρίμηνο, η οποία έρχεται παρά την απώλεια της συσσώρευσης του bonus από τα TLTRO, καθώς και την εποχικά χαμηλότερη δραστηριότητα όγκου κατά την καλοκαιρινή περίοδο, επωφελούμενη από τη συνεχιζόμενη επέκταση των εξυπηρετούμενων δανείων, καθώς και εμφανίζοντας μια πρώτη, αν και ακόμη περιορισμένη, επίδραση των επιτοκίων.