Στο χαμηλότερο επίπεδο 19 ετών διαμορφώνονται οι αρχικές δημόσιες εγγραφές στην Ευρώπη, καθώς η έντονη μεταβλητότητα στις αγορές, ο αυξημένος πληθωρισμός, οι προοπτικές για ενίσχυση του κόστους δανεισμού και οι δυσοίωνες εκτιμήσεις για την ανάπτυξη έχουν «διώξει» τους επενδυτές από τις αγορές.
Τα έσοδα από IPO έχουν φθάσει στα 30 δισ. δολάρια από την αρχή του έτους, δηλαδή στο χειρότερο επίπεδο από το 2003, σύμφωνα με στοιχεία του Bloomberg, ενώ οι μεγαλύτερες πωλήσεις μετοχών έχουν προέλθει από ήδη εισηγμένες εταιρείες, όπως οι τράπεζες Norde Bank, Deutsche Bank, Barclays και ο οίκος διαπραγμάτευσης εμπορευμάτων Glencore.
Οι αγορές μετοχών έχουν κλονιστεί από ένα σκαμπανέβασμα μεταξύ sell off και ανοδικών ξεσπασμάτων, καθώς οι κεντρικές τράπεζες επιδιώκουν όλο και περισσότερο να αυξήσουν τα επιτόκια για να περιορίσουν τον ανεξέλεγκτο πληθωρισμό. Η εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία κατέστρεψε κάθε εναπομείνασα διάθεση για ρίσκο.
Την ίδια ώρα ο δείκτης μεταβλητότητας Cboe Volatility Index, γνωστός ως ο «δείκτης φόβου» της Wall Street, διαπραγματεύεται σε μέσο επίπεδο 26 μονάδων το 2022, πολύ πάνω από τη ζώνη «άνεσης» για τους επενδυτές που τοποθετείται στις 19 μονάδες για τον δείκτη και είναι το επίπεδο που έχει πετύχει κατά την τελευταία 5ετία.
Η έντονη μεταβλητότητα βασικά χαρακτηριστικό των αγορών
«Φαίνεται να υπάρχει η αίσθηση ότι τα πράγματα θα χειροτερέψουν προτού βελτιωθούν για τις αγορές», εκτίμησε η Βικτώρια Σκόλαρ, επικεφαλής της πλατφόρμας επενδύσεων και συναλλαγών Interactive Investor και προσθέτει ότι «οι εταιρείες περιμένουν την καταιγίδα, δεδομένων των σοβαρών πιθανών αντίθετων ανέμων από μια ευρωπαϊκή ύφεση, την εκτίναξη του πληθωρισμού και τον αντίκτυπο της όποιας αυστηρότερης νομισματικής πολιτικής».
Είναι ασυνήθιστο οι δημόσιες εγγραφές να πέφτουν στον… γκρεμό την ίδια στιγμή. Κατά τη διάρκεια προηγούμενων σοκ των αγορών, όπως οι πρώτες ημέρες της πανδημίας την άνοιξη του 2020, η ευρωπαϊκή κρίση χρέους το 2012 και η παγκόσμια χρηματοπιστωτική κρίση, οι εταιρείες έσπευσαν να πουλήσουν μετοχές για να στηρίξουν τους ισολογισμούς τους.
Σήμερα, όμως, τα ταμειακά διαθέσιμα είναι γενικά σε αξιοπρεπή κατάσταση χάρη στην ανάκαμψη από την πανδημία, πράγμα που σημαίνει ότι λιγότερες εταιρείες αναγκάζονται να απευθυνθούν στους επενδυτές. Η αυξημένη μεταβλητότητα καθιστά δύσκολο τόσο για τις δημόσιες εγγραφές να αντέξουν εβδομάδες έκθεσης σε ταραχώδεις αγορές όσο και για τους μετόχους να επιλέξουν την κατάλληλη στιγμή για να προσφέρουν ένα πακέτο μετοχών.
Αρκετές δημόσιες εγγραφές ακυρώθηκαν στις αρχές του έτους, γεγονός που ώθησε αρκετές εταιρείες να αναστείλουν τα σχέδια εισαγωγής. Σε όσες προσφορές μετοχών προχώρησαν τελικά οι εταιρείες αναγκάστηκαν να δεχθούν πωλήσεις με αρκετά μεγάλες εκπτώσεις, καθώς οι επενδυτές γίνονται εξαιρετικά επιλεκτικοί όσον αφορά τις αποτιμήσεις και τις συμφωνίες που θα υποστηρίξουν.
Παρόλα αυτά, υπάρχουν περιθώρια ανάκαμψης των πωλήσεων μετοχών φέτος. «Είναι απλώς ένα τέχνασμα εμπιστοσύνης σε κάποιο βαθμό, καθώς υπάρχει όρεξη για μεγάλες, ποιοτικές δημόσιες εγγραφές», σημειώνει από την πλευρά του ο Γκάρεθ ΜακΚάρντει της UBS και προσθέτει «μόλις αυτή η αγορά ανοίξει θα υπάρξει ταχεία ανάκαμψή της».