Δεν έχει προηγούμενο το μπαράζ μέτρων που ανακοινώθηκαν από τις κυβερνήσεις και τις κεντρικές τράπεζες σε όλο τον κόσμο την προηγούμενη εβδομάδα, παρεμβάσεις που όμως δεν κατάφεραν να βάλουν τέλος στην κατρακύλα των αγορών.
Νέο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης 1,5 τρις. από την FED, δάνεια 500 δισ. ευρώ από τη γερμανική κυβέρνηση για την αντιμετώπιση της επιδημίας, πρόσθετο πρόγραμμα αγοράς ομολόγων από την ΕΚΤ ύψους 120 δισ. ευρώ, μέτρα ανάσα για την ενίσχυση των ευρωπαϊκών τραπεζών και δεκάδες άλλες παρεμβάσεις από κυβερνήσεις σε όλο τον κόσμο αλλά και υποσχέσεις για δυναμική αντίδραση δεν κατάφεραν να σταθεροποιήσουν τις αγορές.
Την περασμένη Πέμπτη 12 Μαρτίου, ημέρα που ανακοινώθηκαν τα περισσότερα από τα παραπάνω μέτρα τα χρηματιστήρια σε Ευρώπη και Αμερική έκλεισαν με ιστορικά υψηλές απώλειες, ενώ χθες Παρασκευή υπήρξε ισχυρή αντίδραση στην Νέα Υόρκη με τους δείκτες να κλείνουν με κέρδη κοντά στο 10%. Σε εβδομαδιαία βάση, ο DAX στη Γερμανία υποχώρησε 25%, ο CAC στη Γαλλία επίσης κατά 25%, ενώ απώλειες 30% σημείωσε ο FTSE MIB στην Ιταλία, χώρα που δοκιμάζεται σκληρά από τις επιπτώσεις της επιδημίας. Πολύ καλύτερη η εικόνα στη Wall Street, λόγω της αντίδρασης της Παρασκευής: ο Dow Jones σε εβδομαδιαία βάση υποχώρησε κατά 10%, ενώ απώλειες 9% σημείωσε ο δείκτης S&P 500.
Ο λόγος που το πρωτοφανές μπαράζ μέτρων δεν έφερε τα αναμενόμενα αποτελέσματα είναι το γεγονός ότι η κρίση που βιώνουμε είναι ριζικά διαφορετική από αυτές που έως τώρα αντιμετώπιζαν, με αρκετή επιτυχία τις περισσότερες φορές, κυβερνήσεις και κεντρικές τράπεζες: είναι κοινωνική και αφορά την δημόσια υγεία.
Μέχρι τώρα κεντρικές τράπεζες και κυβερνήσεις προχωρούσαν στην ενεργοποίηση των μπαζούκας ρευστότητας και δημοσιονομικών μέτρων για την αντιμετώπιση οικονομικών κρίσεων, μεγάλης εμβέλειας, που δημιουργούσαν κίνδυνο γενικευμένης εξάρθρωσης της παγκόσμιας οικονομίας. Από την κρίση των Ασιατικών Τίγρεων (1997), μέχρι τη φούσκα των dot.com (2001) και τη χρηματοπιστωτική κρίση (2008) και την κρίση χρέους στην Ευρώπη (2010 – 2014), οι κεντρικές τράπεζες και οι κυβερνήσεις με σαρωτικές παρεμβάσεις κατάφερναν, παρά τις δυσκολίες, να σώσουν την κατάσταση.
Όμως, αυτή τη φορά η κρίση δεν αφορά τον κίνδυνο χρεοκοπίας των τραπεζών ή την υπερχρέωση μιας χώρας ή τη συνοχή της Ευρωζώνης. Η κρίση αφορά έναν αόρατο εχθρό, έναν ιό που μολύνει τους πάντες, που δεν γνωρίζει σύνορα και οικονομική κατάσταση και ο οποίος μπορεί να ανατρέψει ριζικά τη ζωή μας. Μια πανδημία που η πιο σχετική «εμπειρία» που έχουμε είναι μέσα από ταινίες επιστημονικής φαντασίας.
Με τα σύνορα να κλείνουν, τη δραστηριότητα σε κλάδους όπως ο τουρισμός και οι αερομεταφορές να μειώνεται δραματικά, το εμπόριο να κλονίζεται και χώρες ολόκληρες, όπως η Ιταλία, να μπαίνουν σε καραντίνα είναι εξαιρετικά δύσκολο για τους επενδυτές και τις αγορές να εκτιμήσουν ποιες θα είναι οι επιπτώσεις και αν τα μέτρα που ανακοινώθηκαν επαρκούν.
Η επόμενη ημέρα
Αυτό δεν σημαίνει ότι κυβερνήσεις και κεντρικές τράπεζες θα χάσουν τη μάχη. Η τεράστια κινητοποίηση που έχει πραγματοποιηθεί για τον περιορισμό και τον έλεγχο της πανδημίας μπορεί να προκαλέσει ένα βραχυχρόνιο σοκ, ωστόσο μια αποτελεσματική αντιμετώπιση της πανδημίας θα οδηγήσει σε εξαιρετικά δυναμική ανάκαμψη.
Χθες οι μετοχές στην Νέα Υόρκη σημείωσαν τη μεγαλύτερη ημερήσια άνοδο από το 2008, καθώς οι επενδυτές είδαν με πιο καθαρό μάτι τα δεδομένα: το ποσό της ρευστότητας, μέσω του νέου προγράμματος ποσοτικής χαλάρωσης της FED, ύψους 1,5 τρισ. δολαρίων σχεδόν όσο είναι το μέγεθος της ιταλικής οικονομίας μπορεί να κάνει τη διαφορά, δεδομένου μάλιστα ότι οι αποτιμήσεις έχουν υποχωρήσει σε πολύ χαμηλά επίπεδα.
Η Ευρώπη αντιμετωπίζει μεγαλύτερες δυσκολίες, όπως σημείωσε χθες ο ΠΟΥ, καθώς αποτελεί πλέον, μετά την Κίνα, το επίκεντρο της πανδημίας. Ωστόσο και εδώ οι παρεμβάσεις είναι μεγάλες και θα ακολουθήσουν και άλλα μέτρα στο Eurogroup της Δευτέρας 16 Μαρτίου. Στην Κίνα, τα χειρότερα είναι πίσω και ήδη έχουμε τα πρώτα σημάδια επιστροφής στην κανονικότητα με την επαναλειτουργία υποδομών και επιχειρήσεων που είχαν διακόψει τη λειτουργία τους λόγω της επιδημίας.