Σε μαύρο κύκνο για την παγκόσμια οικονομία εξελίσσεται ο κοροναϊός και οι αγορές προσβλέπουν στη συντονισμένη παρέμβαση των μεγάλων κεντρικών τραπεζών για να σταματήσει η βίαιη πτώση των προηγούμενων ημερών. Ήδη, μετά την αμερικανική Fed και η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα δηλώνει ότι είναι έτοιμη να παρέμβει.
Από αυτή την άποψη, εξαιρετικά σημαντική θεωρείται η σημερινή τηλεδιάσκεψη των υπουργών Οικονομικών και κεντρικών τραπεζιτών του G7, με αντικείμενο το συντονισμό των ενεργειών τους μπροστά στην επιδημία του νέου κοροναϊού, που εξαπλώνεται παγκοσμίως και απειλεί την παγκόσμια οικονομία.
Πριν από αυτή τη συνάντηση, η πρόεδρος της ΕΚΤ, Κριστίν Λαγκάρντ, έκανε μια πολύ σημαντική δήλωση, ακολουθώντας τα βήματα του Αμερικανού κεντρικού τραπεζίτη, Τζερόμ Πάουελ. Όπως τόνισε, η ΕΚΤ παρακολουθεί στενά τις εξελίξεις σε ό,τι αφορά την επιδημία και τις επιδράσεις της στην οικονομία, στο μεσοπρόθεσμο πληθωρισμό και στη μετάδοση της νομισματική πολιτικής. «Είμαστε έτοιμοι να λάβουμε κατάλληλα και στοχευμένα μέτρα, στο βαθμό που είναι απαραίτητα και κατ' αναλογία με τους ανάλογα με τους υποκείμενους κινδύνους», τόνισε η Λαγκάρντ, σε δήλωση που αναρτήθηκε στην ιστοσελίδα της ΕΚΤ.
Πρόκειται για μια σαφή αλλαγή πορείας από την ΕΚΤ, καθώς μόλις την Παρασκευή, σε δηλώσεις της στους Financial Times, η πρόεδρος της κεντρικής τράπεζας είχε αφήσει να εννοηθεί ότι δεν τίθεται προς το παρόν θέμα αλλαγής της νομισματικής πολιτικής λόγω των συνεπειών της επιδημίας του κοροναϊού. Τώρα, η Κρ. Λαγκάρντ φαίνεται ότι συντονίζεται πιο στενά με τον Αμερικανό ομόλογό της, Τζερόμ Πάουελ, ο οποίος, όπως έγραψε από το Σάββατο το Business Daily, προανήγγειλε παρέμβαση της Fed για να υποστηριχθούν οι αγορές και η οικονομία.
Η Fed είναι η τράπεζα με τα περισσότερα «πυρομαχικά», αφού έχει σχετικά υψηλό βασικό επιτόκιο (1,75%) και μπορεί να κάνει τη μεγαλύτερη μείωση από κάθε άλλη μεγάλη κεντρική τράπεζα. Η αγορά προεξοφλεί μειώσεις στο βασικό επιτόκιο που θα μπορούσαν να φτάσουν και το -0,75% ως τον Ιούνιο, σύμφωνα με την Goldman Sachs. Aυτός ήταν ο κύριος παράγοντας πίσω από την ισχυρή χθεσινή αντίδραση στην Wall Street, όπου ο Dow Jones κέρδισε 1.293 μονάδες, σημειώνοντας τη μεγαλύτερη ημερήσια άνοδο (σε μονάδες) όλων των εποχών.
Οι αγορές περιμένουν τη σύσκεψη του G7 για να διαπιστώσουν αν υπάρχουν περιθώρια να κινηθούν στην ίδια κατεύθυνση και άλλες κεντρικές τράπεζες, ή να προσφέρουν κάτι παραπάνω με τη μορφή δημοσιονομικών μέτρων οι ισχυρές κυβερνήσεις. Όλοι θυμούνται, άλλωστε ότι στη διάρκεια της μεγάλης κρίσης του 2008 - 2009 έπαιξαν καθοριστικό ρόλο στη σταθεροποίηση των αγορών οι συντονισμένες μειώσεις επιτοκίων από τις μεγάλες κεντρικές τράπεζες.
Η ΕΚΤ δεν έχει μεγάλα περιθώρια περαιτέρω χαλάρωσης της νομισματικής πολιτικής, καθώς ήδη το βασικό της επιτόκιο είναι μηδενικό και το επιτόκιο αποδοχής καταθέσεων από τις εμπορικές τράπεζες αρνητικό, ενώ εφαρμόζει πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης με αγορές ομολόγων. Αναλυτές εκτιμούν ότι θα μπορούσε η ΕΚΤ να μειώσει ακόμη χαμηλότερα το αρνητικό επιτόκιο αποδοχής καταθέσεων.
Βαρύτατες απώλειες
Η κινητοποίηση των κεντρικών τραπεζιτών δεν είναι τυχαία. Η επιδημία του κοροναϊού εξελίσσεται σε μαύρο κύκνο για τις αγορές, όπως ακριβώς είχε προβλέψει πρώτη η Moody's, καθώς τερματίζει βίαια τη δεκαετή, αδιάκοπα ανοδική πορεία των οικονομιών σε Ευρώπη, Αμερική και Ασία, μια πορεία ανάπτυξης που είχε οδηγήσει τα χρηματιστήρια σε όλο τον κόσμο σε ιστορικά υψηλά επίπεδα.
Η επιδημία έχει ήδη διαταράξει σοβαρά τη διεθνή οικονομική δραστηριότητα, ενώ η συνεχής αύξηση των κρουσμάτων έχει αυξήσει σημαντικά τις πιθανότητες για το ξέσπασμα πανδημίας, προκαλώντας πανικό στις αγορές.
Τις προηγούμενες ημέρες ο Dow Jones σημείωσε «βουτιά» -14% και από τις 29.551 μονάδες που βρίσκονταν στις 12 Φεβρουαρίου κατακρημνίστηκε στις 25.409 μονάδες (28/02) χάνοντας 4.142 μονάδες. Μάλιστα κατά τη διάρκεια της συνεδρίασης της περασμένης Παρασκευής ο Dow Jones βρέθηκε να υποχωρεί πολύ χαμηλότερα των 25.000 μονάδων και ανέκαμψε λόγω των δηλώσεων περί παρέμβασης της Fed. Ο S&P 500 «έχασε» σε λίγες μόνο συνεδριάσεις 425 μονάδες και από τις 3.380 μονάδες βρέθηκε στις 2.954, σημειώνοντας πτώση -12,59%.
Οι απώλειες της Wall Street, την προηγούμενη εβδομάδα, ξεπέρασαν το -10% και ήταν αντίστοιχες της «βύθισης» που είχε σημειωθεί στις αρχές του 2000 όταν έσκασε η «φούσκα» των εταιριών υψηλής κεφαλαιοποίησης (dot-com) και της Μαύρης Δευτέρας το 1987, ωστόσο παραμένουν χαμηλότερες των εβδομαδιαίων απωλειών που είχαν σημειωθεί στην κορύφωση της χρηματοπιστωτικής κρίσης το 2009, με απώλειες κοντά στο -20%
Ανάλογο σοκ έπληξε και τα χρηματιστήρια στην Ευρώπη. Στη Γερμανία ο DAX από τα επίπεδα των 13.781 μονάδων κατρακύλησε στις 11.800 μονάδες, σημειώνοντας απώλειες -14,4%, ενώ η αγορά της Ιταλίας, που την προηγούμενη εβδομάδα βρέθηκε στο επίκεντρο εξαιτίας της μεγάλης αύξησης των κρουσμάτων στη χώρα, «βούτηξε» στις 21.480 μονάδες από 25.475 που ήταν λίγες ημέρες πριν (-15,6%).
Ακόμα ισχυρότερες αναταράξεις δέχθηκε το Χρηματιστήριο Αθηνών: ο Γενικός Δείκτης από τις 922 μονάδες που βρίσκονταν στις 14 Φεβρουαρίου «βούτηξε» στις 720 μονάδες σημειώνοντας πτώση -28%!
Αγωνία για τις επιπτώσεις
Το μεγάλο ερώτημα των αγορών είναι πόσο θα επηρεάσει τελικά την παγκόσμια οικονομία αυτή η επιδημία, που έχει προκαλέσει ως τώρα μεγάλη διαταραχή στην οικονομική δραστηριότητα, πρωτίστως μέσα από το «πάγωμα» της κινεζικής οικονομίας, που αποτελεί το βιομηχανικό κέντρο του πλανήτη και επηρεάζει σε πολλά επίπεδα την παγκόσμια εφοδιαστική αλυσίδα.
Παρότι η Κίνα φαίνεται ότι καταφέρνει να θέσει υπό έλεγχο την εξάπλωση του ιού, περιορίζοντας τα κρούσματα, για να τα καταφέρει έχει λάβει δρακόντεια περιοριστικά μέτρα, που κρατούν ακόμη και τώρα και για άγνωστο περαιτέρω διάστημα την οικονομία σε παράλυση. Οι αναλυτές εκφράζουν φόβους ότι, όσο η επιδημία εξαπλώνεται διεθνώς, ανάλογα μέτρα θα παίρνουν και άλλες κυβερνήσεις, με αποτέλεσμα μαζί με την επιδημία να επεκτείνονται συνεχώς και οι διαταραχές στην οικονομική δραστηριότητα.
Αυτό που έχει μεγάλη σημασία για τις αγορές είναι ότι έχει πολύ υψηλό βαθμό δυσκολίας η πρόβλεψε του τελικού «λογαριασμού», δηλαδή πόσο θα επηρεασθεί τελικά η παγκόσμια ανάπτυξη. Το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο προς το παρόν προβλέπει μια αρνητική επίπτωση 0,4% στο ΑΕΠ της Κίνας και 0,1% στο παγκόσμιο, όμως πρόκειται για μια αρχική εκτίμηση με βασική υπόθεση ότι η επιδημία θα κάνει γρήγορα τον κύκλο της και η παγκόσμια οικονομία θα έχει μια ανάκαμψη σχήματος V. Το Ταμείο βρίσκεται σε διαδικασία αναθεώρησης των προβλέψεών του και ουδείς μπορεί να προεξοφλήσει πού ακριβώς θα σταματήσει η... μπίλια.