Το γραφείο του Ελληνικού Οργανισμού Τουρισμού στην Κωνσταντινούπολη, που βρίσκεται στην ιστορική συνοικία του Πέρα, εγκαινίασε η υπουργός Πολιτισμού Όλγα Κεφαλογιάννη.
Μετά τον αγιασμό που τέλεσε ο μητροπολίτης Σάράντα Εκκλησιών, Ανδρέας, η υπουργός Τουρισμού στο σύντομο χαιρετισμό της ανέφερε ότι Ελλάδα και Τουρκία μοιράζονται τον κοινό στόχο, προς αμοιβαίο όφελος, για βιώσιμο τουρισμό που θα εκτείνεται καθ΄ όλο το έτος, φροντίζοντας για την τουριστική ανάπτυξη όλων των περιοχών, με σεβασμό στο περιβάλλον και στις τοπικές κοινωνίες.
Η Όλγα Κεφαλογιάννη αναφέρθηκε στην κοινή διακήρυξη για τον τουρισμό που υπέγραψε στην Αθήνα, στις 7 Δεκεμβρίου, στο πλαίσιο του Ανώτατου Συμβουλίου Συνεργασίας, με τον υπουργό Πολιτισμού και Τουρισμού της Τουρκίας, Μεχμέτ Νουρί Έρσοϊ. Στην Κοινή Διακήρυξη αποτυπώνονται οι κύριοι άξονες της διμερούς συνεργασίας μας, στο νέο αυτό κεφάλαιο, που ανοίγει τώρα, στις ελληνο-τουρκικές τουριστικές σχέσεις.
Η υπουργός Τουρισμού αναφέρθηκε ιδιαίτερα στο νέο πρόγραμμα χορήγησης επιτόπου θεωρήσεων σε Τούρκους πολίτες και τις οικογένειές τους για να επισκέπτονται δέκα νησιά του Ανατολικού Αιγαίου. Το πρόγραμμα θα αρχίσει να λειτουργεί από τον Μάρτιο και η υπουργός εξέφρασε την προσδοκία της ότι το πρόγραμμα αυτό θα συμβάλλει ουσιαστικά στην αύξηση του τουριστικού ρεύματος από την Τουρκία, προς όφελος βεβαίως και των δύο πλευρών.
Ο διμερής τουρισμός με την Τουρκία, όπως είπε, έχει ιδιαίτερη σημασία, καθώς λειτουργεί και ως γέφυρα φιλίας και εμπιστοσύνης σε επίπεδο κοινωνίας των πολιτών και συμβάλλει στη δημιουργία θετικού κλίματος και στην καλή γειτονία.
Μετά τα εγκαίνια του νέου γραφείου του ΕΟΤ, η Όλγα Κεφαλογιάννη ξεναγήθηκε στον παρακείμενο Ιερό Ναό της Κοιμήσεως της Θεοτόκου και ενημερώθηκε για την πλούσια ιστορία του.
Ολόκληρη η δήλωση της υπουργού Τουρισμού, Όλγας Κεφαλογιάννη, στα εγκαίνια του γραφείου του ΕΟΤ στην Κωνσταντινούπολη έχει ως εξής:
«Καταρχάς θα ήθελα να ευχηθώ σε όλους Καλή Χρονιά. Εύχομαι ο καινούργιος χρόνος να φέρει σε όλους σας και στις οικογένειές σας υγεία, ευτυχία και κάθε επιτυχία. Πριν από δέκα περίπου χρόνια είχα το προνόμιο να εγκαινιάσω το νέο τότε Γραφείο του ΕΟΤ στην Κωνσταντινούπολη. Πολλά βεβαίως άλλαξαν από τότε γενικότερα, αλλά και ειδικότερα στον τομέα του τουρισμού.
Το τουριστικό ρεύμα μεταξύ της χώρας μας και της Τουρκίας, και προς τις δύο κατευθύνσεις, εκτινάχθηκε από μερικές χιλιάδες τη δεκαετία του 2000 σε πάνω από ένα εκατομμύριο από κάθε πλευρά, πριν από την πανδημία, η οποία, όπως συνέβη και σε όλους τους άλλους τομείς, έβαλε φρένο στον τουρισμό και στις τουριστικές ροές μεταξύ των δύο χωρών.
Σήμερα βρισκόμαστε εδώ με την ευκαιρία μιας νέας αρχής. Ο βασικός στρατηγικός στόχος μας, όσον αφορά τον ελληνικό τουρισμό, είναι να τον καταστήσουμε βιώσιμο, δηλαδή να επεκτείνουμε την τουριστική περίοδο καθ΄ όλο το έτος και να διασπείρουμε τον εισερχόμενο τουρισμό σε όλο το μήκος και πλάτος της χώρας μας, φροντίζοντας για την τουριστική ανάπτυξη όλων των περιοχών, με σεβασμό στο περιβάλλον και στις τοπικές κοινωνίες.
Αντίστοιχο στόχο έχει και η τουρκική πλευρά και αυτό είναι ένα από τα κοινά στοιχεία της τουριστικής πολιτικής των δύο χωρών που μπορούμε να το αξιοποιήσουμε προς αμοιβαίο όφελος. Ο διμερής τουρισμός με την Τουρκία έχει ιδιαίτερη σημασία. Όχι μόνον για την οικονομική του διάσταση, η οποία είναι βεβαίως σημαντική και για τις δύο χώρες, αλλά και γιατί ο τουρισμός λειτουργεί και ως γέφυρα φιλίας και εμπιστοσύνης σε επίπεδο κοινωνίας των πολιτών και συμβάλλει έτσι στη δημιουργία θετικού κλίματος και στην καλή γειτονία.
Στην Αθήνα, στις 7 του παρελθόντος Δεκεμβρίου, στο πλαίσιο του Ανώτατου Συμβουλίου Συνεργασίας, συναντήθηκα με τον ομόλογό μου, τον Υπουργό Πολιτισμού και Τουρισμού της Τουρκίας, κ. Ersoy, και υπογράψαμε Κοινή Διακήρυξη στον τουρισμό, στην οποία αποτυπώνονται οι κύριοι άξονες της διμερούς συνεργασίας μας, στο νέο αυτό κεφάλαιο, που ανοίγει τώρα, στις ελληνο-τουρκικές τουριστικές σχέσεις.
Η αναθέρμανση των διμερών τουριστικών σχέσεων ξεκινά με ένα καλό νέο. Οι προσπάθειές μας σε ευρωπαϊκό επίπεδο τελεσφόρησαν και τέθηκε σε ισχύ το νέο πρόγραμμα χορήγησης επιτόπου θεωρήσεων σε δέκα νησιά του Ανατολικού Αιγαίου, που θα αρχίσει να λειτουργεί από τον προσεχή Μάρτιο. Το πρόγραμμα αυτό αφορά εισόδους από τη θάλασσα, μέσω των ακτοπλοϊκών συνδέσεων μεταξύ των τουρκικών παραλίων και των ελληνικών νησιών, και δικαιούχοι θα είναι τούρκοι πολίτες και τα μέλη των οικογενειών τους. Περιλαμβάνονται στο πρόγραμμα δέκα ελληνικά νησιά, αντί για επτά όπως ίσχυε την προηγούμενη περίοδο εφαρμογής του προγράμματος, τα οποία είναι η Λήμνος, η Λέσβος, η Χίος, η Σάμος, η Λέρος, η Κάλυμνος, η Κως, η Ρόδος, η Σύμη και το Καστελόριζο.
Η θεώρηση εισόδου θα έχει διάρκεια επτά ημέρες και θα μπορεί να ανανεώνεται απεριόριστα εντός του έτους, δεδομένου ότι το νέο πρόγραμμα λειτουργεί σε ετήσια βάση, και όχι μόνον κατά τη θερινή περίοδο, όπως το προηγούμενο. Ο Τούρκος τουρίστας θα μπορεί να μεταβαίνει από τα τουρκικά παράλια προς τα προαναφερόμενα ελληνικά νησιά και η θεώρηση θα του παρέχεται επί τόπου, μέσω μιας απλοποιημένης διαδικασίας, κατόπιν, φυσικά, ελέγχου από τις αρμόδιες ελληνικές Αρχές. Θα πρέπει να επισημανθεί ότι το τέλος θεώρησης ορίστηκε στα 60 ευρώ και είναι κατά 30 ευρώ μειωμένο σε σχέση με το κανονικό, το οποίο θα αυξηθεί στα 90 ευρώ εντός του 2024.
Προσδοκούμε και ελπίζουμε ότι το πρόγραμμα αυτό θα συμβάλλει ουσιαστικά στην αύξηση του τουριστικού ρεύματος από την Τουρκία, προς όφελος βεβαίως και των δύο πλευρών.
Ο ρόλος της πρεσβείας μας στην Άγκυρα και των προξενικών μας Αρχών στην Τουρκία, προεξάρχοντος βεβαίως του Γενικού Προξενείου Κωνσταντινούπολης, και φυσικά του Γραφείου του ΕΟΤ, για την περαιτέρω ανάπτυξη του τουρισμού και της διμερούς τουριστικής συνεργασίας μεταξύ της χώρας μας και της Τουρκίας, είναι ασφαλώς πρωταρχικής σημασίας και για τον λόγο αυτόν θα πρέπει οι προσπάθειες και οι δράσεις όλων μας να είναι σύντονες, στοχευμένες και αποτελεσματικές, προκειμένου να καρποφορήσουν.
Από πλευράς μας, το υπουργείο Τουρισμού και ο ΕΟΤ θα παράσχουν κάθε δυνατή συνδρομή και καθοδήγηση, ώστε να πετύχουμε τους κοινούς μας στόχους».