ΓΔ: 1401.58 0.28% Τζίρος: 97.06 εκ. € Τελ. ενημέρωση: 17:25:01 DATA
metaxeirismena autokinita
Φώτο: Shutterstock

Τον παλαιότερο στόλο αυτοκινήτων και φορτηγών στην ΕΕ έχει η Ελλάδα

Σύμφωνα με τα στοιχεία που δημοσιοποίησε η Ένωση Ευρωπαϊκών Κατασκευαστών Αυτοκινήτων (ACEA), στα 17 χρόνια φτάνει ο μέσος όρος ηλικίας των αυτοκινήτων που κυκλοφορούν στη χώρα ενώ στα 22,7 έτη φτάνει η ηλικία των φορτηγών.

Το 2021 κυκλοφορούσαν στην Ευρωπαϊκή Ένωση 250 εκατ. αυτοκίνητα, με το στόλο των επιβατικών αυτοκινήτων να αυξάνεται κατά 1,2% σε σύγκριση με το 2020. Με εξαίρεση τη Σλοβενία (-4,1%), όλες οι χώρες της ΕΕ διεύρυναν τον στόλο αυτοκινήτων τους, με τη μεγαλύτερη ανάπτυξη να σημειώνει η Σλοβακία (+8,2%). Αυτό δείχνουν τα στοιχεία που δημοσιοποίησε η Ένωση Ευρωπαϊκών Κατασκευαστών Αυτοκινήτων (ACEA).

Από την άλλη περίπου 29,5 εκατομμύρια φορτηγά κυκλοφορούν σε όλη την Ευρωπαϊκή Ένωση, τα μισά από τα οποία βρίσκονται σε τρεις χώρες: Τη Γαλλία (6,3 εκατομμύρια), την Ιταλία (4,3 εκατομμύρια) και την Ισπανία (3,9 εκατομμύρια).

Υπάρχουν περισσότερα από 6,4 εκατομμύρια μεσαία και βαρέα επαγγελματικά οχήματα στους δρόμους της ΕΕ, (αύξηση 3,2% σε σύγκριση με το 2020), ενώ περισσότερα από 1,2 εκατομμύρια φορτηγά, έχει η Πολωνία. Επίσης, στην ΕΕ κυκλοφορούν 714.008 λεωφορεία με τα περισσότερα να βρίσκονται στην Πολωνία (126.547), στην Ιταλία (100.199) και στη Γαλλία (94.523).

Σύμφωνα με την ACEA, ο μέσος όρος της ηλικίας των αυτοκινήτων στην ΕΕ είναι 12 ετών. Η Ελλάδα και η Εσθονία έχουν τους παλαιότερους στόλους αυτοκινήτων, με οχήματα ηλικίας 17 ετών, ενώ τον χαμηλότερο μέσο όρο ηλικίας έχει το Λουξεμβούργο (7,6 χρόνια).

Η μέση ηλικία των ελαφρών επαγγελματικών οχημάτων στην ΕΕ είναι τα 12 έτη. Από τις τέσσερις μεγάλες αγορές της ΕΕ, η Ιταλία έχει τον παλαιότερο στόλο φορτηγών (14 χρόνια), ακολουθούμενη από την Ισπανία (13,6 έτη). Τα φορτηγά είναι κατά μέσο όρο ηλικίας 14,2 ετών στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Με μέσο όρο ηλικίας 22,7 ετών, η Ελλάδα έχει τον παλαιότερο στόλο φορτηγών, ενώ τα νεότερα βρίσκονται στην Αυστρία (6,6 έτη) και τη Δανία (7,5 έτη). Τα λεωφορεία που κυκλοφορούν στους δρόμους της ΕΕ έχουν κατά μέσο όρο 12,7 ετών. Τα λεωφορεία της Ρουμανίας έχουν πάνω από 20 έτη ηλικία.

Παρά την έντονη αύξηση των πωλήσεων που παρατηρήθηκε τα τελευταία χρόνια, τα ηλεκτρικά αυτοκίνητα (ηλεκτρικά με μπαταρία και plug-in υβριδικά) εξακολουθούν να αποτελούν μόνο το 1,5% του συνολικού στόλου αυτοκινήτων της ΕΕ. Μόνο τρεις χώρες έχουν μερίδιο ηλεκτρικών αυτοκινήτων με μπαταρία μεγαλύτερο από 2% (Ισλανδία 4,6%, Ολλανδία 2,8%, Σουηδία 2,2%). Εκτός μετρήσεων είναι η Νορβηγία που αποτελεί μόνη της μια κατηγορία, καθώς το 16,2% του στόλου αποτελείται από ηλεκτρικά αυτοκίνητα.

Τα ελαφρά επαγγελματικά οχήματα που κινούνται με ντίζελ εξακολουθούν να κυριαρχούν στην ΕΕ με το 91% του στόλου να χρησιμοποιεί αυτό το καύσιμο. Μόνο το 0,1% των φορτηγών στους δρόμους της ΕΕ έχουν σύστημα κίνησης μηδενικών εκπομπών. Παρόμοια είναι η κατάσταση και στα λεωφορεία, όπου τα πετρελαιοκίνητα αντιπροσωπεύουν το 92,5% του στόλου της ΕΕ, με μόνο το 1,3% να είναι ηλεκτρικά και το 1,8% υβριδικά ηλεκτρικά. Ωστόσο, σημαντικά μερίδια ηλεκτρικών λεωφορείων βρίσκονται στην Ολλανδία (14,5%) και στο Λουξεμβούργο (7,8%).

Τέλος, η Ευρωπαϊκή Ένωση αριθμεί κατά μέσο όρο 567 επιβατικά αυτοκίνητα και 83 επαγγελματικά οχήματα ανά 1.000 κατοίκους. Το Λουξεμβούργο έχει την υψηλότερη πυκνότητα αυτοκινήτων στην ΕΕ (698 ανά 1.000 άτομα), ενώ η Κύπρος έχει την υψηλότερη πυκνότητα επαγγελματικών οχημάτων (135 ανά 1.000 κατοίκους). Αντίθετα, η χαμηλότερη πυκνότητα αυτοκινήτων βρίσκεται στη Ρουμανία (396), ενώ η Λιθουανία έχει τη χαμηλότερη πυκνότητα επαγγελματικών οχημάτων. Στη Λετονία, σχεδόν το 43% όλων των νοικοκυριών δεν διαθέτουν αυτοκίνητο, ενώ σχεδόν το 32% των γαλλικών οικογενειών έχουν δύο επιβατικά αυτοκίνητα.

Google news logo Ακολουθήστε το Business Daily στο Google news

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

autokinita, autos, cars
ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ

Ενισχυμένες οι πωλήσεις καινούργιων αυτοκινήτων τον Ιανουάριο στην ΕΕ

Οι πωλήσεις plug-in υβριδικών οχημάτων (PHEV) στην ΕΕ μειώθηκαν κατά 9,9% στις 53.649 μονάδες, με τη Γερμανία που ήταν μέχρι πέρυσι η μεγαλύτερη αγορά κατ' όγκο να καταγράφει την μεγαλύτερη πτώση.