Επιστροφή σε πρωτογενή πλεονάσματα από το 2023 αναμένει για την Ελλάδα το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο (ΔΝΤ) στην έκθεσή του Fiscal Monitor, με σταδιακή υποχώρηση του ελλείμματος έως το 2027 σε περισσότερο φυσιολογικά, σε σύγκριση με τα τρέχοντα, επίπεδα.
Σύμφωνα με το Ταμείο το έλλειμμα θα φθάσει φέτος στο 4,8% του ΑΕΠ, σημαντικά μειωμένο σε σύγκριση με το 10,9% του ΑΕΠ που εκτιμά για το 2021 και θα υποχωρήσει στο 1,8% το 2023, ενώ θα διαμορφωθεί στο -0,9% το 2027. Εκτιμά ότι για το τρέχον έτος θα υπάρξει πρωτογενές έλλειμμα 1,9% του ΑΕΠ, ενώ θα «γυρίσει» το 2023 σε πρωτογενές πλεόνασμα 1,1% και αυτό θα αυξηθεί στο 2% το 2027.
Αναφορικά με το χρέος το Ταμείο αναμένει ότι θα αγγίξει φέτος το 185,4% του ΑΕΠ και θα αρχίσει σταδιακά να αποκλιμακώνεται ώστε να διαμορφωθεί στο 160,7% το 2027.
Οι εκτιμήσεις του ΔΝΤ για τα ελληνικά δημοσιονομικά μεγέθη
2021 | 2022 | 2023 | 2024 | 2025 | 2026 | 2027 | |
Έλλειμμα | -8,70% | -4,80% | -1,80% | -1,30% | -1,10% | -1,10% | -0,90% |
Πρωτογενές έλλεμμα/πλεόνασμα | -5,90% | -1,90% | 1,10% | 1,50% | 1,80% | 1,90% | 2% |
Χρέος | 198,90% | 185,40% | 178,70% | 172,60% | 168,20% | 165,10% | 160,70% |
Πλήγμα για τη δημοσιονομική ισορροπία ο πόλεμος
Όπως τονίζει στο εισαγωγικό σημείωμα της έκθεσης ο επικεφαλής του Fiscal Affairs Department του Ταμείου, Β. Κασπάρ, ο αρνητικός συνδυασμός πανδημίας και του πολέμου στην Ουκρανία, οδήγησε σε διόγκωση ελλειμμάτων και χρέους σε παγκόσμιο επίπεδο.
Στις νέες του εκτιμήσεις το Ταμείο αναμένει ότι η παγκόσμια οικονομία θα βρεθεί αντιμέτωπη με έλλειμμα 4,9% φέτος, το οποίο θα υποχωρήσει στο 4% του ΑΕΠ το 2023 και θα συνεχίσει μία πορεία σταθεροποίησης για να φθάσει στο 3,9% το 2027.
Για την ευρωζώνη αναμένει για το τρέχον έτος έλλειμμα 4,3%, ενώ θα υπάρξει υποχώρησή του στο 1,77% το 2027, ενώ εκ των μεγάλων οικονομιών της ευρωζώνης μόνο η γερμανική θα καταφέρει να γυρίσει πλεόνασμα μετά το 2025 το οποίο θα φθάσει στο 0,3% του ΑΕΠ και θα ενισχυθεί οριακά στο 0,4% του ΑΕΠ το 2027.
Αντίθετα, οι ΗΠΑ αφού πρώτα κατορθώσουν να μειώσουν φέτος το έλλειμμά τους στο 4,8% από 10,2% που ήταν το 2021, αυτή η πορεία θα αρχίσει να αντιστρέφεται από το 2023 και μετά με αποτέλεσμα το έλλειμμα να αγγίξει το 5,2% του ΑΕΠ το 2027.
Αναφορικά με το χρέος σε παγκόσμιο επίπεδο αυτό θα κινηθεί σταθερά ανοδικά το επόμενο διάστημα, φθάνοντας στο 94,4% του ΑΕΠ φέτος και θα διευρυνθεί στο 95,5% του ΑΕΠ το 2027.
Για την ευρωζώνη το συνολικό χρέος εκτιμάται ότι θα διαμορφωθεί στο 95,2% του ΑΕΠ φέτος και θα υποχωρήσει με ήπιο και σταδιακό ρυθμό για να διαμορφωθεί στο 88,9% του ΑΕΠ το 2027. Εκ νέου η Γερμανία θα είναι η μόνη χώρα που θα επιτύχει, έστω και το 2027, να ευθυγραμμιστεί πλήρως με τους τρέχοντες κανόνες του Συμφώνου Σταθερότητας και Ανάπτυξης, καθώς το χρέος της από το 70,9% του ΑΕΠ το 2022 θα υποχωρήσει στο 58,7% του ΑΕΠ το 2027.
Όπως ακριβώς και στην περίπτωση του ελλείμματος έτσι και του χρέους οι ΗΠΑ συγκαταλέγονται μεταξύ των χωρών όπου το χρέος θα ακολουθήσει ανοδική πορεία και θα διαμορφωθεί από το 125,6% του ΑΕΠ το 2022 στο 127,4% του ΑΕΠ το 2027.
Σύμφωνα με τον Κασπάρ τα τελευταία 15 χρόνια, ο κόσμος βιώνει τη μία κρίση μετά την άλλη: Πρώτα, η παγκόσμια χρηματοπιστωτική κρίση, μετά η πανδημία και τώρα ο πόλεμος στην Ευρώπη.
Κατά τη διάρκεια της πανδημίας, η δημοσιονομική και η νομισματική πολιτική συνεργάστηκαν για να αποτρέψουν μια πολύ βαθύτερη και παρατεταμένη ύφεση και -το σημαντικότερο- τον αποπληθωρισμό. Αυτό λειτούργησε. Αλλά η επιτυχία είχε ως κόστος πολύ μεγάλα ελλείμματα, ενώ ο πληθωρισμός έχει φθάσει σε ιστορικά υψηλά επίπεδα σε πολλές χώρες.
Τα παγκόσμια επίπεδα χρέους ήταν ήδη αυξημένα πριν από την πανδημία, όμως, κατά το πρώτο έτος της το συνολικό χρέος (συμπεριλαμβανομένου του ιδιωτικού χρέους) αυξήθηκε κατά 28 ποσοστιαίες μονάδες του παγκόσμιου ΑΕΠ - η μεγαλύτερη αύξηση ενός έτους που έχει καταγραφεί, δηλαδή περισσότερο από το ήμισυ αυτής της αύξησης σημειώθηκε στους δημόσιους ισολογισμούς.
Το 2021, η οικονομική ανάκαμψη, η μείωση των πρωτογενών ελλειμμάτων και οι πληθωριστικές εκπλήξεις συνέβαλαν στη μείωση του λόγου του δημόσιου χρέους προς το ΑΕΠ. Ωστόσο, οι δείκτες χρέους αναμένεται να σταθεροποιηθούν σε επίπεδα υψηλότερα από τα προ της πανδημίας, στις περισσότερες χώρες.
Στις προηγμένες οικονομίες, το δημόσιο χρέος αναμένεται να εξακολουθεί να είναι υψηλότερο κατά 9% του ΑΕΠ το 2024 από ό,τι ήταν το 2019. Στις αναδυόμενες αγορές, το δημόσιο χρέος θα είναι κατά 18% του ΑΕΠ υψηλότερο, αλλά αυτό οφείλεται κυρίως στην Κίνα. Εξαιρουμένης της Κίνας, η αύξηση για τις αναδυόμενες αγορές μειώνεται σε περίπου 6% του ΑΕΠ, γεγονός που υπογραμμίζει το οικονομικό μέγεθος της Κίνας. Οι κίνδυνοι που εγκυμονούνται - για όλες τις ομάδες χωρών - από τα υψηλά επίπεδα χρέους είναι πλέον πολύ εμφανείς.
Ο ετήσιος πληθωρισμός, στις προηγμένες οικονομίες, βρίσκεται σε επιταχυνόμενη πορεία και προβλέπεται να αυξηθεί από 0,7% το 2020 σε 5,7%, το 2022. Στις αναδυόμενες αγορές και τις αναπτυσσόμενες οικονομίες, ο πληθωρισμός είναι ακόμη υψηλότερος, αλλά η αύξηση είναι λιγότερο έντονη (από 5,2% το 2020 σε 8,7% το 2022). Καθώς η νομισματική πολιτική αλλάζει προκειμένου να υπάρξει καταπολέμηση του πληθωρισμού, η δημοσιονομική πολιτική οφείλει να ακολουθήσει καλύτερη πορεία ώστε να αντιμετωπίσει την αύξηση του χρέους.
Ως εκ τούτου το ΔΝΤ τονίζει ότι θα πρέπει η δημοσιονομική πολιτική να καταστεί πιο «περιοριστική», ενώ ορισμένες αναδυόμενες αγορές είναι πιθανό να χρειαστούν ακόμη και αναδιάρθρωση του χρέους τους.