Πρωτοβουλίες για «καθαρούς» λογαριασμούς ρεύματος αναλαμβάνει η καταναλωτική οργάνωση ΕΚΠΟΙΖΩ ώστε να βγουν εκτός των τιμολογίων ηλεκτρικού ρεύματος όλες οι χρεώσεις που δε συνδέονται με την ίδια την κατανάλωση του ρεύματος.
Όποιος έχει ποτέ κληθεί να πληρώσει λογαριασμό ρεύματος, σε οποιονδήποτε πάροχο, θα έχει δει την τεράστια διαφορά ανάμεσα στην ίδια την κατανάλωση που κάνει και στο τελικό ποσό που καλείται να πληρώσει. Είναι χαρακτηριστικό ότι οι λογαριασμοί ηλεκτρικού ρεύματος περιλαμβάνουν δέκα χρεώσεις από τις οποίες οι επτά είναι εντελώς άσχετες με την κατανάλωση ηλεκτρικού ρεύματος. Υπάρχουν μόνο τρεις χρεώσεις στο τιμολόγιο που λαμβάνουμε που αφορούν στην κατανάλωσή μας – η κατανάλωση και το πάγιο και οι χρεώσεις ΑΔΜΗΕ και ΔΕΔΔΗΕ.
Μάλιστα σύμφωνα με την ΕΚΠΟΙΖΩ το κόστος του λογαριασμού ενός μέσου νοικοκυριού αυξάνεται κατά 30-35% με τις εν λόγω χρεώσεις (υπέρ τρίτων, ΕΤΜΕΑΡ και ΥΚΩ) ενώ το κόστος προμήθειας, μεταφοράς και διανομής της ηλεκτρικής ενέργειας, που πληρώνει ο κάθε καταναλωτής καλύπτει περίπου το 65% του συνολικού λογαριασμού του.
Με στόχο να δώσει τέλος στον παραπάνω κανόνα, η ΕΚΠΟΙΖΩ διενεργεί μία μεγάλη έρευνα προς τους καταναλωτές για τις χρεώσεις υπέρ τρίτων (χρεώσεις δήμων: Δημοτικά Τέλη/Δημοτικός φόρος/Τέλος Ακίνητης Περιουσίας, ΕΡΤ, Ειδικός Φόρος Κατανάλωσης, Ειδικό Τέλος 5‰ υπέρ των τελωνειακών υπαλλήλων) τα αποτελέσματα της οποίας θα ανακοινωθούν στις αρχές του επόμενου μήνα ενώ παράλληλα βρίσκεται σε συνομιλίες με κοινωνικούς φορείς της αγοράς, όπως επιμελητήρια, ΓΣΕΒΕΕ και προμηθευτές ενέργειας και το επόμενο βήμα είναι η αποστολή υπομνήματος στα συναρμόδια υπουργεία στα οποία έχει γίνει ήδη σχετικό αίτημα ώστε να υπάρξει τροποποίηση της σχετικής νομοθεσίας.
Μιλώντας στο Business Daily η αντιπρόεδρος της ΕΚΠΟΙΖΩ Παναγιώτα Καλαποθαράκου τονίζει ότι είναι σημαντικό να αφαιρεθούν οι χρεώσεις αυτές από τους λογαριασμούς του ρεύματος που αποτελεί ένα κοινωνικό αγαθό και να «χτυπήσουμε» την ενεργειακή φτώσεια που αποτελεί ένα σημαντικό πρόβλημα.
Από την άλλη πλευρά, όπως τονίζει και για τους παρόχους ρεύματος είναι μία καλή αλλαγή καθώς τώρα καλούνται να εισπράττουν και να καταθέτουν στη συνέχεια φόρους του κράτους. Από την άλλη, μία τέτοια αποδέσμευση θα καθιστούσε και το σύστημα είσπραξης των εν λόγω φόρων πιο ασφαλές από μία ενδεχόμενη πτώχευση κάποιας εταιρείας προμήθειας ηλεκτρικού ρεύματος όπως έχουμε δει να συμβαίνει και στο παρελθόν.
Όπως τονίζει η κ. Καλαποθαράκου οι «καθαροί λογαριασμοί» θα δώσουν την δυνατότητα στους καταναλωτές «να τους κατανοούν, να τους συγκρίνουν και να αλλάζουν εύκολα προμηθευτή ενέργειας, να μπορούν να τους πληρώνουν και να ελέγχουν την κατανάλωση».
Αναφερόμενη ειδικά στις χρεώσεις ΕΤΜΕΑΡ (Ειδικό Τέλος Μείωσης Εκπομπών Αερίων Ρύπων για την ενίσχυση της παραγωγής ρεύματος από Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας) υπογραμμίζει πως πρόκειται για πολύ υψηλότερες σε σχέση με άλλες ευρωπαϊκές χώρες, ενώ οι χρεώσεις ΥΚΩ (Υπηρεσίες Κοινής Ωφέλειας), αποτελούν, όπως σημειώνει, παγκόσμια πρωτοτυπία.
Μάλιστα έρευνα της ΕΚΠΟΙΖΩ σε 16 ευρωπαϊκές χώρες (Κύπρος, Γαλλία, Γερμανία, Δανία, Λετονία, Πολωνία, Βέλγιο, Σλοβενία, Ιρλανδία, Ισπανία, Αυστρία, Λιθουανία, Σλοβακία, Πορτογαλία και Ιταλία και εκτός Ε.Ε. Αγγλία), έδειξε ότι μόνο στην Πορτογαλία υπάρχει αντίστοιχο σύστημα για την είσπραξη των τελών για τον Δήμο και τη δημόσια τηλεόραση μέσω των λογαριασμών ηλεκτρικού ρεύματος. Στην Ιταλία στα τιμολόγια ρεύματος βρίσκεται και το τέλος της δημόσιας τηλεόρασης, ενώ οι υπόλοιπες 14 χώρες τα εισπράττουν, είτε απευθείας είτε μέσω Εφορίας. Αξιοσημείωτο είναι ότι η Κύπρος και η Λιθουανία δεν επιβαρύνουν τους καταναλωτές με φόρο για την δημόσια τηλεόραση.
Όπως υπογραμμίζει η κ. Καλαποθαράκου και η Ευρωπαϊκή Ένωση είναι υπέρ των καθαρών λογαριασμών ενώ πρόσφατη έκθεση της Κομισιόν σημειώνει για την περίπτωση της Ελλάδας ότι ανάμεσα στα προβλήματα για την απελευθέρωση της αγοράς είναι και οι χρεώσεις που οι πάροχοι ρεύματος καλούνται να εισπράξουν εκ μέρους τρίτων. Σύμφωνα με την Επιτροπή οι χρεώσεις αυτές παρεμποδίζουν αδικαιολόγητα τη σύννομη λειτουργία του κλάδου της ενέργειας αυξάνοντας τα κόστη και δημιουργώντας επιπλέον ζήτημα στο κομμάτι της ενεργειακής φτώχειας προτείνοντας τελικά η είσπραξη αυτών των φόρων να γίνεται με άλλους τρόπους.