Οι προτάσεις του ΣΥΡΙΖΑ για τη μείωση των φόρων θα οδηγούσαν αν εφαρμόζονταν σε κατάρρευση εντός ολίγων ημερών και σε καταστάσεις χειρότερες από τα μνημόνια. Αντί να έχουμε τα πρωτογενή πλεονάσματα που ορίζουν οι ευρωπαϊκοί κανόνες, θα έχουμε θηριώδη ελλείμματα. Πρόκειται για πολιτικές αστειότητες που δεν αντέχουν σε κριτική, αντίστοιχες με τα μέτρα που εφήρμοσε η κα Λιζ Τρας στη Βρετανία και κατέρρευσε σε λίγες εβδομάδες.
Αυτά επεσήμανε ο υπουργός Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών, Κωστής Χατζηδάκης, μιλώντας σήμερα στην Πάτρα, στο 12ο Regional Growth Conference. Επικαλέστηκε δε την κοστολόγηση του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους για τις προτάσεις του ΣΥΡΙΖΑ, σύμφωνα με την οποία το κόστος των μέτρων είναι 15 δισ. ευρώ ετησίως.
Ειδικότερα σε σχέση με την πρόταση για μείωση του ΦΠΑ υπενθύμισε ότι και ο ίδιος ο κ. Τσίπρας είχε δηλώσει στη Βουλή ότι δεν περνά στον καταναλωτή. «Αν το κάναμε, θα γινόμασταν προσωρινά ευχάριστοι αλλά δε θα υπήρχε αποτέλεσμα. Επιπλέον, δεν πρέπει να ενθαρρύνουμε τις εισαγωγές αλλά την παραγωγή και την εξωστρέφεια», τόνισε ο υπουργός. Σημείωσε ακόμη ότι η ελληνική οικονομία έχει ορισμένες σημαντικές ιδιαιτερότητες σε σχέση με τις άλλες χώρες της ΕΕ, που είναι το υψηλό χρέος, οι μεγάλες αμυντικές δαπάνες και οι υψηλότερες με διαφορά δαπάνες για την χρηματοδότηση των συντάξεων επειδή οι εισφορές δεν επαρκούν. Και τόνισε ότι η πολιτική για την αντιμετώπιση της ακρίβειας στηρίζεται στον ανταγωνισμό (όπως έγινε στην ηλεκτρική ενέργεια με τα χρωματιστά τιμολόγια), στους ελέγχους και την επιβολή κυρώσεων και στην αύξηση των μισθών στο μέτρο του δυνατού, τόσο στο δημόσιο όσο και στον ιδιωτικό τομέα, όπου τόσο ο κατώτατος όσο και ο μέσος μισθός έχουν αυξηθεί περισσότερο από τον προϋπολογισμό.
«Το φαινόμενο του πληθωρισμού αρχίζει να ελέγχεται διεθνώς, είναι σε σχετική αποδρομή. Αν δεν προκύψει κάποια μεγάλη διεθνής κρίση, τα πράγματα θα πάνε καλύτερα. Θέλουμε να κρατάμε το τιμόνι σταθερά γιατί είμαστε σε κούρσα αντοχής και όχι ταχύτητας», ανέφερε ο κ. Χατζηδάκης. Υπενθύμισε δε ότι η κυβέρνηση της ΝΔ έχει μειώσει 50 φόρους όπως ο ΕΝΦΙΑ, ο εταιρικός φόρος, ο ΦΠΑ σε ορισμένους κλάδους όπως οι μεταφορές, κρατώντας πάντα υπό έλεγχο τον προϋπολογισμό και επιτυγχάνοντας τους στόχους για τα πρωτογενή πλεονάσματα.
Απαντώντας σε ερώτηση για τους νέους δημοσιονομικούς κανόνες της ΕΕ, ανέφερε ότι οι στόχοι για την επόμενη χρονιά αναμένεται να προσδιοριστούν σύντομα, ωστόσο οι ενδείξεις είναι πως θα προβλέπεται για το 2025 πρωτογενές πλεόνασμα αντίστοιχο με αυτό του 2024. «Εκείνο που πρέπει να κοιτάζουμε είναι να μην ξεφύγουν οι δαπάνες, να είμαστε σοβαροί στην αντιμετώπιση αιτημάτων που προβάλλονται και να υιοθετούμε εκείνα που έχουν προτεραιότητα και αντέχουμε να εξυπηρετήσουμε», τόνισε. Υπογράμμισε ότι η προσπάθεια για την επίτευξη των στόχων στηρίζεται στην ανάπτυξη της οικονομίας (ενδεικτικά το 2023 είχαμε αύξηση εσόδων κατά 9% χωρίς αύξηση των φόρων) και στην αντιμετώπιση της φοροδιαφυγής (μόνο από την επέκταση των ηλεκτρονικών συναλλαγών τα έσοδα αυξήθηκαν πέρυσι κατά 500 εκατ. ευρώ).
Αναφορικά με τα Κοινοτικά κονδύλια σημείωσε πως το προηγούμενο ΕΣΠΑ έκλεισε χωρίς απώλεια πόρων, στο νέο ΕΣΠΑ η Ελλάδα είναι τρίτη στην απορρόφηση και στο Ταμείο Ανάκαμψης έκτη. Προέβλεψε δε ότι θα γίνει «μάχη» στην ΕΕ για την εφαρμογή και νέου Ταμείου Ανάκαμψης, καθώς οι λεγόμενοι «φειδωλοί» της ΕΕ διαφωνούν, ωστόσο δεν υπάρχει άλλος τρόπος για να στηριχθεί η πράσινη μετάβαση.
Σε σχέση με τη χρηματοδότηση προγραμμάτων στη Δυτική Ελλάδα, υπενθύμισε ότι με Κοινοτικά κονδύλια υλοποιούνται μεταξύ άλλων ο εκσυγχρονισμός 4 νοσοκομείων, ο ψηφιακός εκσυγχρονισμός των ΚΕΠ, ο άξονας Πάτρας – Πύργου. Σε σχέση πάντως με το λιμάνι της πόλης, επεσήμανε τον κίνδυνο να υστερήσει σε σχέση με την Καβάλα, το Ηράκλειο, την Ηγουμενίτσα στα οποία έχουν προχωρήσει συμβάσεις παραχώρησης σε σύγχρονους διαχειριστές με διεθνή εμπειρία. «Δεν γίνεται όλοι να προχωρήσουν μπροστά με μια συνταγή και η Πάτρα με την αντίθετη», ανέφερε.
«Συνδυάζουμε», κατέληξε ο κ. Χατζηδάκης, «τη δημοσιονομική σταθερότητα με μια προσέγγιση φιλική προς την επιχειρηματικότητα. Που περιλαμβάνει τη μείωση των ασφαλιστικών εισφορών, τη νέα εργασιακή νομοθεσία που συνέβαλε στη μείωση της ανεργίας, την απλούστευση του αδειοδοτικού περιβάλλοντος. Έχουμε ακόμη πολλά σκαλιά να ανέβουμε αλλά η Ελλάδα έχει μπει σε θετική αναπτυξιακή πορεία».