Στα 59 εκατ. ευρώ, από τα διαρθρωτικά ταμεία, ανέρχεται η συνεισφορά της ΕΕ, κατά την περίοδο 2021-2027, για μέτρα σχετικά με την ποιότητα του αέρα και τη μείωση του θορύβου στην Ελλάδα, σύμφωνα με την απάντηση του επιτρόπου για το Περιβάλλον, τους Ωκεανούς και την Αλιεία, Βιργκίνιους Σινκεβίτσιους, σε ερώτηση της ευρωβουλευτού της ΝΔ και του ΕΛΚ, Μαρίας Σπυράκη.
«Η πολιτική συνοχής στηρίζει τη χρηματοδότηση ειδικών εργαλείων για την παρακολούθηση της ποιότητας του αέρα», αναφέρει ο επίτροπος και τονίζει ότι «για τον σκοπό αυτό, η χρηματοδότηση μελετών και η παροχή εξοπλισμού υψηλού επιπέδου αποτελούν βασικές δράσεις, που υποστηρίζονται από τα διαρθρωτικά ταμεία», διατυπώνοντας «την ανησυχία της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για την ποιότητα του αέρα στην Ελλάδα», όπως αναφέρεται στη σχετική ανακοίνωση της κ. Σπυράκη.
Η ευρωβουλευτής της ΝΔ και του ΕΛΚ είχε καταθέσει ερώτηση για την ποιότητα αέρα στη Ανατολική Θεσσαλονίκη, σημειώνοντας ότι, «σύμφωνα με την έκθεση της ελβετικής εταιρείας τεχνολογίας ποιότητας αέρα IQAir για το 2022, που καταγράφει τη συγκέντρωση σωματιδίων άνθρακα στην ατμόσφαιρα, η χειρότερη πανελλαδικά ποιότητα αέρα εντοπίζεται στα Βασιλικά Θεσσαλονίκης, τα οποία κατατάσσονται στην 59η θέση στην Ευρώπη, ως προς την ποιότητα του αέρα με τον ετήσιο μέσο όρο συγκέντρωσης σωματιδίων PM2.5 στα 23,9 μg/m³». Επιπλέον, «το Πλαγιάρι βρίσκεται στην 68η θέση πανευρωπαϊκά και η Καρδία στην 71η χειρότερη θέση στην Ευρώπη, με μέσο όρο 22,6 μg/m³», ενώ «στην Ελλάδα υψηλή ρύπανση εμφανίζουν η Περαία (21,3 μg/m³) και η Θέρμη (20,4 μg/m³), καθώς και η πόλη της Θεσσαλονίκης (19,7 μg/ m³)».
Συγκεκριμένα, στην απάντησή του, ο επίτροπος Σινκεβίτσιους διευκρινίζει ότι «η ΕΕ στηρίζει την πολιτική για καθαρό αέρα με το μέσο Next Generation EU και με ευρύ φάσμα χρηματοδοτικών προγραμμάτων που εντάσσονται στο πολυετές δημοσιονομικό πλαίσιο» και ότι «το 45,5% του σχεδίου ανάκαμψης και ανθεκτικότητας της Ελλάδας προβλέπει δαπάνες που σχετίζονται με την πράσινη μετάβαση, συμπεριλαμβανομένων πολλών μέτρων για τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, την ενεργειακή απόδοση, τις βιώσιμες και πολυτροπικές μεταφορές και άλλων επενδύσεων, που συμβάλλουν στη μείωση της ατμοσφαιρικής ρύπανσης και αντισταθμίζονται από μέτρο που αποσκοπεί στη άμεση μείωση της ατμοσφαιρικής ρύπανσης».
Ο επίτροπος σημειώνει, επίσης, ότι «η Ευρωπαϊκή Επιτροπή ανησυχεί για την ατμοσφαιρική ρύπανση στην Ελλάδα», επισημαίνοντας ότι «την ευθύνη για την τήρηση των υποχρεώσεων έχουν τα κράτη-μέλη και οι αρμόδιες αρχές».
«Η (Ευρωπαϊκή) Επιτροπή ανησυχεί για την ατμοσφαιρική ρύπανση στην Ελλάδα και έχει παραπέμψει τη χώρα στο Δικαστήριο της ΕΕ (ΔΕΕ) για συνεχείς υπερβάσεις των οριακών τιμών για τα αιωρούμενα σωματίδια (PM10) και για την αποτυχία των αρχών να εξασφαλίσουν ότι οι περίοδοι υπέρβασης είναι όσο το δυνατόν πιο σύντομες για τη ζώνη ποιότητας του αέρα της Θεσσαλονίκης», τονίζει ο επίτροπος στην απάντησή του, υπενθυμίζοντας ότι «με την απόφασή του της 23ης Μαρτίου 2023, το Δικαστήριο της ΕΕ επιβεβαίωσε τα πορίσματα της (Ευρωπαϊκής) Επιτροπής».
Ο αρμόδιος επίτροπος, καταλήγοντας στην απάντησή του, διευκρινίζει ότι «παρ' όλο που η επιβολή από την (Ευρωπαϊκή) Επιτροπή επικεντρώνεται σε συστηματικές παραβιάσεις των υποχρεώσεων της ΕΕ, θα πρέπει να σημειωθεί ότι την πρωταρχική ευθύνη για την εκπλήρωση των υποχρεώσεων που απορρέουν από την οδηγία για την ποιότητα του ατμοσφαιρικού αέρα φέρουν τα κράτη-μέλη, συμπεριλαμβανομένων των αρμόδιων αρχών, οι οποίες είναι υπεύθυνες για τη διασφάλιση της θέσπισης και εφαρμογής κατάλληλων μέτρων για τη βελτίωση της ποιότητας του αέρα και την τήρηση των νομικών υποχρεώσεων».