Έχοντας ολοκληρώσει αύξηση κεφαλαίου κατά 50 εκατ. ευρώ, ώστε να ισχυροποιήσει την κεφαλαιακή βάση της και να βγει από το χρηματιστηριακό καθεστώς επιτήρησης όπου βρισκόταν πάνω από μια δεκαετία, η εταιρεία Lavipharm, η μοναδική εισηγμένη φαρμακευτική στο ελληνικό χρηματιστήριο, βρίσκεται σε μια κομβική φάση της ιστορίας της.
Η εταιρεία καλείται μέσα στα επόμενα χρόνια και έως το 2026 να επιβεβαιώσει το πολύ φιλόδοξο business plan το οποίο παρουσίασε στους επενδυτές. Το φιλόδοξο πλάνο περιλαμβάνει τον υπερδιπλασιασμό των πωλήσεων από τα 45,8 εκατ. ευρώ το 2021 στα 112 εκατ. ευρώ έως το 2026, την ανάκτηση σημαντικών μεριδίων αγοράς στις κατηγορίες διαδερμικών σκευασμάτων που δραστηριοποιείται, την ενίσχυση της παραγωγικής βάσης και της κερδοφορίας, αλλά και τη δημιουργία νέων γραμμών παραγωγής, καθώς και την είσοδο σε νέα φαρμακευτικά προϊόντα, που συγγενεύουν με το know how της εταιρείας.
Η εταιρεία το 2017 προχώρησε σε μια πρώτη αναδιάρθρωση δανεισμού, ο οποίος πλέον ανέρχεται σήμερα στα 34 εκατ. ευρώ. Τα επόμενα χρόνια έγιναν μεγάλες διοικητικές αλλαγές και πρόσφατα καλύφθηκε η αύξηση κεφαλαίου.
Χθες, ο κ. Τηλέμαχος Λαβίδας, πρόεδρος του διοικητικού συμβουλίου, εκ των βασικών μετόχων και μέλος της τέταρτης γενιάς στην εταιρεία, παραδέχτηκε ότι «κάποια στιγμή γύρω στο 2016 η επιχείρηση έφτασε κοντά στο αδιέξοδο. Όμως, με κάποιες κινήσεις (αναδιάρθρωση δανεισμού κ.α.), την περίοδο 2019 έως 2021 η Lavipharm πέτυχε ανάπτυξη 21%, όταν όλη η υπόλοιπη αγορά (σ.σ.: φαρμάκου) αναπτυσσόταν με ρυθμό 2,5%. Οι προοπτικές φάνηκαν ότι ήταν μεγάλες, υπήρχε momentum.
Σε μια συγκυρία λοιπόν που υπάρχει πολύ μεγάλη κινητικότητα σε πακέτα ΕΣΠΑ, ευρωπαϊκά κεφάλαια για έρευνα και ανάπτυξη, Ταμείο Ανάκαμψης κ.λπ., κρίναμε πως η εταιρεία πρέπει να “καθαρίσει”, να βγει από την επιτήρηση, με θετική καθαρή θέση, με όλα όσα απαιτούνται, ώστε να μπορεί να συμμετέχει επί ίσοις όροις σε όλες αυτές τις διαδικασίες που οι ανταγωνιστές συμμετείχαν. Έτσι, λάβαμε την απόφαση να κάνουμε την αύξηση κεφαλαίου, να επενδύσουμε στο μεγάλο εργοστάσιό μας, να αυξήσουμε το capacity και να κινηθούμε επιθετικά, με πίστη και παρρησία προς την εταιρεία μας».
Ο κ. Λαβίδας χαρακτήρισε case study την περίπτωση της Lavipharm αναφορικά με τον τρόπο που κάνει τη μετάβαση σε βιώσιμο καθεστώς, καθώς όπως τόνισε «δεν έχασαν κεφάλαια οι τράπεζες, δεν έγινε κούρεμα και τίποτα απ’ όλα αυτά. Μια εταιρεία σε επιτήρηση, με αρκετά προβλήματα για χρόνια, μπόρεσε και πέτυχε καλή ΑΜΚ μέσα σε δύσκολη συγκυρία, κοιτάζοντας το μέλλον με αισιοδοξία», τόνισε.
Σύμφωνα με τον κ. Λαβίδα την τελευταία τριετία έχουν γίνει 40 προσλήψεις και πλέον η επιχείρηση απασχολεί πάνω από 350 άτομα, ενώ από το 0,5% μερίδιο στην ελληνική αγορά έχει πετύχει την τελευταία τριετία αύξηση 50% φτάνοντας στο 0,75% και είναι η 36η μεγαλύτερη εταιρεία στον κλάδο στην Ελλάδα, μαζί με τις πολυεθνικές.
Ο ίδιος ανέφερε πως άλλαξαν τα 13 από τα 18 μέλη της ομάδας του management, καθώς η εταιρεία ήθελε «νέο αίμα», ενώ κάποια στελέχη ήταν της παλιάς σχολής και δεν μπορούσαν να ακολουθήσουν τις επιταγές των καιρών.
Τόνισε επίσης ότι υπήρξαν προσεγγίσεις και προτάσεις από funds και άλλα χαρτοφυλάκια για να βγει η εταιρεία από το χρηματιστήριο, όμως ήταν και είναι αντίθετος, καθώς το Χ.Α. δίνει αξία στην εταιρεία και στο μέλλον αυτό θα αξιοποιηθεί ακόμη περισσότερο. «Αν κρίνουμε ότι πρέπει να αυξήσουμε το free float θα το κάνουμε», σημείωσε χαρακτηριστικά.
Η φαρμακευτική κάνναβη
Ο διευθύνων σύμβουλος της εταιρείας Παναγιώτης Γιαννουλέας τόνισε πως το εργοστάσιο έχει ένα ιδιαίτερο χαρακτηριστικό: παράγει patches (δερματικά τσιρότα) και είναι από τα περίπου πέντε τέτοια σε όλη την Ευρώπη. Παράλληλα, σημείωσε πως «τώρα που βγήκαμε από την αρνητική θέση, θα διεκδικήσουμε κεφάλαια από επιστροφές και clawback». Επίσης, σημείωσε πως το 30% των πωλήσεων της εταιρείας έρχεται από το εξωτερικό και το 70% από την Ελλάδα, όμως στο εξωτερικό υπάρχει καλύτερο περιθώριο κέρδους. Η Lavipharm παράγει περισσότερα από 50 εκατ. patches ετησίως, ενώ σημαντικό μέρος των πωλήσεων έρχεται από ιδιοπαραγόμενα προϊόντα.
Από την πλευρά του, το μέλος του διοικητικού συμβουλίου και οικονομικός διευθυντής της εταιρείας Βασίλης Μπαλούμης, γνωστοποίησε πως το πλάνο είναι να ξεκινήσει ξανά η διανομή μερίσματος από το 2024, αν και θα μπορούσε να γίνει και το 2023. Ο ίδιος οριοθέτησε τις μεγάλες φιλοδοξίες που έχει η Lavipharm στην ενασχόλησή της με τη φαρμακευτική κάνναβη καθώς έχει κάνει συμφωνία με την εταιρεία Tikun Europe για τη διανομή των σκευασμάτων στην Ελλάδα από το 2023, τονίζοντας ότι στόχος είναι έως το 2026 ο τζίρος από αυτά τα προϊόντα να έχει ανέλθει από 16 έως 18 εκατ. ευρώ. Τόνισε ότι αυτή η αγορά δεν έχει υποχρεωτικές επιστροφές και clawback, ενώ έχει μεγαλύτερο περιθώριο κέρδους.
Έφερε το παράδειγμα του Ισραήλ που είναι μια αντίστοιχου πληθυσμού με την Ελλάδα χώρα και ο τζίρος αυτών των προϊόντων ανέρχεται στα 350 εκατ. ευρώ, σε μια αγορά βεβαίως πολύ πιο ώριμη από την ελληνική.
Ο Τάσος Αστυφίδης, διευθύνων σύμβουλος της Ambrosia Capital Hellas ΑΕΠΕΥ που ήταν η Κύρια Ανάδοχος της αύξησης κεφαλαίου, σημείωσε πως «θα χρειαστούν 12 με 18 μήνες για να φανούν τα αποτελέσματα των προσπαθειών που κάνει η εταιρεία και να ωριμάσουν οι κινήσεις μετά την αύξηση κεφαλαίου».
Τα προϊόντα της Lavipharm
Η εταιρεία έχει «χτίσει» σημαντική εξειδίκευση στα διαδερμικά σκευάσματα καθώς είναι η μοναδική που δραστηριοποιείται παραγωγικά στον συγκεκριμένο χώρο, ενώ τέσσερις είναι οι επιχειρήσεις στην Ευρώπη στον τομέα αυτό, μία εκ των οποίων είναι η Lavipharm. Το διαδερμικό αυτοκόλλητο Fendnline έχει μερίδιο 70% στην Ελλάδα και 5% σε όλη την Ευρώπη, όπως σημειώνουν στελέχη της εταιρείας.
Με την προσθήκη του διαδερμικού συστήματος κλονιδίνης (που θα αποκτηθεί με τα κεφάλαια της ΑΜΚ) η Lavipharm θα είναι από τις λίγες εταιρείες στην Ευρώπη και η μοναδική στην Ελλάδα που θα διαθέτει τρία φάρμακα διαδερμικής χορήγησης (κλονιδίνη, φεντανύλη και νιτρογλυκερίνη).
Η Lavipharm είναι από τις παλαιότερες ελληνικές φαρμακοβιομηχανίες καθώς ιδρύθηκε πριν από 111 χρόνια, εισήλθε στο χρηματιστήριο το 1995, ενώ έφτασε να απασχολεί τα προηγούμενα χρόνια πάνω από 800 υπαλλήλους.
Όμως, την τελευταία δεκαετία πέρασε δια πυρός και σιδήρου καθώς αντιμετώπισε μεγάλα χρηματοοικονομικά προβλήματα με αλλεπάλληλες ζημιογόνες χρήσεις αλλά και λαθεμένες επιλογές του management, με αποτέλεσμα τη μείωση προσωπικού και τη συρρίκνωση εργασιών. Αυτή η εικόνα έχει αλλάξει τα τελευταία χρόνια, καθώς έχει επιστρέψει στην κερδοφορία.