Μετά από δέκα και πλέον χρόνια κρίσης, η νέα κυβέρνηση φαίνεται ότι δίνει βάρος και έμφαση στις επενδύσεις. Παρά τα γνωστά προβλήματα και τις αγκυλώσεις της εγχώριας δημόσιας διοίκησης υπουργοί, υφυπουργοί και στελέχη της κυβέρνησης «τρέχουν» για να επιταχύνουν τις διαδικασίες, να ξεπεραστούν εμπόδια και να ξεκινήσουν μεγάλα επενδυτικά έργα αλλά και μικρότερες επενδύσεις. Επιτέλους!
Μια από τις βασικές αιτίες που η κρίση, που ξέσπασε το 2008 με τον δημοσιονομικό εκτροχιασμό, κράτησε τόσο πολύ ήταν η μνημειώδης αποτυχία του πολιτικού προσωπικού να κάνει τη δουλειά του. Αντί οι κυβερνήσεις να εστιάσουν σε ενέργειες για την ανόρθωση της οικονομίας, την προσέλκυση επενδύσεων και την ανάληψη μεγάλων αναπτυξιακών πρωτοβουλιών, όπως έκανε για παράδειγμα η Κύπρος, οι κυβερνήσεις επιδίωκαν «επαναδιαπραγματεύσεις», «διαγραφή χρέους», «σκίσιμο των μνημονίων» μέχρι και «πολεμικές αποζημιώσεις», τροφοδοτώντας έναν φαύλο κύκλο αβεβαιότητας και αστάθειας.
Ο κοινός παρανομαστής όλων των κυβερνήσεων της κρίσης ήταν ότι συμφωνούσαν με τους δανειστές μια δέσμη μέτρων και ενεργειών και εν συνεχεία έκαναν το παν για να μην εφαρμόσουν τη συμφωνία επιδιώκοντας Χίμαιρες. Αντί να επιδιώξουν με όλες τις δυνάμεις τους την προσέλκυση επενδύσεων, την δημιουργία καλών θέσεων εργασίας και πλούτου στην οικονομία περιορίστηκαν σε ηρωικές φωνές αντίστασης και στην μικροπολιτική διαχείριση της φτώχειας.
Εν πολλοίς οι κυβερνήσεις δεν έκαναν τίποτα για όλα όσα ήταν στον έλεγχό τους, όπως η προσέλκυση επενδύσεων και η υλοποίηση ενός αναπτυξιακού σχεδίου, και φώναζαν αδιάκοπα για ζητήματα που ήταν πέρα από τον έλεγχο τους, όπως η δυνατότητα διαγραφής του χρέους, καθώς μια μονομερής απόφαση θα είχε καταστροφικές επιπτώσεις.
Αντί να επιδιώξουν με όλες τις δυνάμεις τους την προσέλκυση επενδύσεων, την δημιουργία καλών θέσεων εργασίας και πλούτου στην οικονομία περιορίστηκαν σε ηρωικές φωνές αντίστασης και πάλης και σε μικροπολιτική διαχείριση της φτώχειας, την οποία οι ίδιες προκάλεσαν.