Αποτελώντας τον κλάδο στον οποίο αντανακλάται πιο άμεσα και καταλυτικά κάθε θετική ή αρνητική αλλαγή στο status quo σε μακροοικονομικό και γεωπολιτικό επίπεδο, ο τραπεζικός κλάδος δέχεται «πυρά» ρευστοποιήσεων σε όλη την Ευρώπη ύστερα από την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία, ενώ η αναταραχή παίρνει από σήμερα νέες διαστάσεις μετά την αθέτηση πληρωμών από τη Ρωσία, για πρώτη φορά από τη χρεοκοπία του 1998. Στις τέσσερις συνεδριάσεις από την έναρξη του πολέμου, οι απώλειες για τον ελληνικό τραπεζικό δείκτη πλησιάζουν το 17%.
Η παγκόσμια και κυρίως ευρωπαϊκή κοινότητα έρχεται αίφνης αντιμέτωπη με τα τεράστια ζητήματα που δημιουργούνται από τις ραγδαίες εξελίξεις στη ρωσική οικονομία, που βρίσκεται αντιμέτωπη με πρωτοφανείς διεθνείς κυρώσεις, ενώ έχει κομβικό ρόλο στις διεθνείς αγορές εμπορευμάτων και ειδικά στην ενέργεια.
Οι κραδασμοί μεταφέρθηκαν από την πρώτη στιγμή στο τραπεζικό σύστημα, με την πρώτη χρεοκοπία ρωσικής τράπεζας. Ο λόγος για την Sberbank Europe, την ευρωπαϊκή θυγατρική της μεγάλης ρωσικής τράπεζας Sberbank, που τελεί υπό διαδικασία χρεοκοπίας, όπως και οι δύο άλλες θυγατρικές της, ως αποτέλεσμα των τελευταίων κυρώσεων κατά της Ρωσίας, που προκάλεσαν μαζική φυγή καταθέσεων.
Ο φόβος για ντόμινο χρεοκοπιών και σε άλλα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα που συνδέονται με τη Ρωσία και έχουν ευρωπαϊκή παρουσία είναι μεγάλος, ενώ επικρατεί προβληματισμός για ευρωπαϊκές τράπεζες με έκθεση στη ρωσική οικονομία, που πάντως ευτυχώς είναι λίγες. Πρόκειται για την ιταλική UniCredit, την Raiffeisen Bank International και τη γαλλική Société Générale.
Από χθες, όμως, η χρηματοπιστωτική διαταραχή που προκαλείται από τις κυρώσεις στη Ρωσία παίρνει νέα διάσταση και αναμένεται να επιβαρυνθούν περαιτέρω οι ευρωπαϊκές τραπεζικές μετοχές, καθώς για πρώτη φορά από τη χρεοκοπία του 1998 η Ρωσία θα αθετήσει πληρωμές τόκων για το χρέος της. Όπως ανακοινώθηκε, οι ξένοι κάτοχοι ομολόγων σε τοπικό νόμισμα δεν θα λαμβάνουν πληρωμές κουπονιών, ενώ πιθανότατα θα ανασταλούν και οι πληρωμές τόκων για τα ομόλογα που έχουν εκδώσει μεγάλες εταιρείες, καθώς η Ρωσία έχει χάσει, λόγω των κυρώσεων, την πρόσβαση στα συναλλαγματικά της αποθέματα.
Όπως γίνεται αντιληπτό, το περιβάλλον που διαμορφώνεται για τον τραπεζικό και χρηματοπιστωτικό τομέα δέχεται πλήγμα, κάτι που αντανακλάται στις μεγάλες πιέσεις που καταγράφουν σε όλες τις τελευταίες συνεδριάσεις οι μετοχές αυτές σε όλη την Ευρώπη. Είναι χαρακτηριστικό ότι από τις 10 Φεβρουαρίου ο τραπεζικός δείκτης του ευρωπαϊκού δείκτη Stoxx 600 έχει χάσει σχεδόν 20% και βρίσκεται πλέον κοντά στο χαμηλό εξαμήνου.
Η «βουτιά» των τραπεζών του δείκτη Stoxx 600
Μέσα σ’ αυτό το κλίμα, έρχεται να «κουμπώσει» η ενεργειακή κρίση, η κρίση στην εφοδιαστική αλυσίδα και ο κίνδυνος δημιουργίας νέας γενιάς κόκκινων δανείων, με την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία να πολλαπλασιάζει και να επιδεινώνει την αβεβαιότητα, την ώρα που η ευρωπαϊκή οικονομία βρισκόταν σε πορεία ανάκαμψης μετά την πανδημία.
Ολόκληρος ο χρηματοπιστωτικός τομέας αλλά και ευρύτερα οι παγκόσμιες χρηματιστηριακές αγορές βρίσκονται σε κατάσταση συναγερμού, κάτι που έγινε εντονότερα αισθητό χθες, υπό τον φόβο μεγάλης κλιμάκωσης της επίθεσης της Ρωσίας στην Ουκρανία με αιχμή το Κίεβο, που προκάλεσε καινούριο ντόμινο ρευστοποιήσεων σε όλα τα χρηματιστήρια.
Οι επενδυτές ρευστοποιούν ατάκτως μετοχές και στρέφονται σε ασφαλή επενδυτικά καταφύγια, κυρίως γερμανικά ομόλογα που χθες είχαν μεγάλη μείωση απόδοσης, ενώ παράλληλα εκτοξεύονται οι τιμές του πετρελαίου και φυσικού αερίου. Οι ευρύτερες επιπτώσεις αυτής της εισβολής φυσικά είναι ακόμη πρόωρο να ζυγιστούν, όμως όλα τα συμφραζόμενα δείχνουν ότι θα είναι πολύ μεγάλες, σε βαθμό που κανείς δεν μπορεί να προσδιορίσει αυτή την ώρα.
Επόμενο αυτής της κατάστασης ήταν ο δείκτης του κορυφαίου –σε βαρύτητα– χρηματιστηρίου της Ευρώπης, ο DAX της Φρανκφούρτης να χάσει μετά από πάρα πολύ καιρό τις 14.000 μονάδες, υποχωρώντας 556,17 μονάδες ή ποσοστό 3,85%, κλείνοντας στις 13.904,85 μονάδες, ενώ ο δείκτης CAC 40 στο Παρίσι υποχώρησε κατά 3,94% υποχωρώντας στις 6.396,49 μονάδες. Ο FTSE 100 στο Λονδίνο έχασε 1,72%, ο FTSE MIB στο Μιλάνο υποχώρησε κατά 4,14% χάνοντας πάνω από 1.000 μονάδες, ο IBEX 35 έχασε 3,43%, ενώ ο πανευρωπαϊκός Stoxx 600 είχε πτώση 2,37%.
Πτώση 8,72% σε τέσσερις συνεδριάσεις για το Γενικό Δείκτη
Μέσα σ’ αυτό το περιβάλλον, το ελληνικό χρηματιστήριο έχασε το ανοδικό του πλεονέκτημα έναντι των διεθνών αγορών, καθώς ο πόλεμος μέσα στην Ευρώπη «φρέναρε» το ιδιαίτερα αξιοσημείωτο momentum που προϋπήρχε και είχε οδηγήσει σε ράλι έως 30% τον τραπεζικό δείκτη και έως +8,70% το Γενικό Δείκτη φέτος.
Χθες ο Γ.Δ. υποχώρησε σε χαμηλό τριμήνου, καθώς έκλεισε στις 866,48 μονάδες (-2,82%), επίπεδα που είχε να δει από τις 26 Νοεμβρίου 2021. Μόνο το διήμερο αυτής της εβδομάδας ο βασικός χρηματιστηριακός δείκτης έχει καταγράψει απώλειες 6,55%, ενώ η συνολική κεφαλαιοποίηση της αγοράς έχει μειωθεί κατά 4,286 δισ. ευρώ. Συνολικά, σε τέσσερις συνεδριάσεις από την περασμένη Πέμπτη 24 Φεβρουαρίου όταν και ξεκίνησε η εισβολή, ο Γ.Δ. υποχωρεί σε ποσοστό 8,72%.
Ο FTSE 25 καταγράφει πτώση 9,53% αυτό το 4ήμερο, ο Mid Cap βρίσκεται στο -5,66%, ενώ στην κορυφή της πτώσης είναι ο τραπεζικός δείκτης με απώλειες 16,72%. Η μετοχή της Eurobank υποχωρεί το 4ήμερο σε ποσοστό 18,20%, η Πειραιώς Financial χάνει 17,51%, η Alpha Bank είναι στο -15,93% και η Εθνική στο -15,26%. Ο τραπεζικός δείκτης οπισθοχώρησε χθες στις 602,52 μονάδες, επίπεδα που είχε να δει από τις 7 Ιανουαρίου, που σημαίνει ότι βρίσκεται σχεδόν σε χαμηλό διμήνου.
Από την αρχή του χρόνου πλέον ο Γ.Δ. υποχωρεί σε ποσοστό 3,01%, ο FTSE 25 χάνει 2,38%, ο Mid Cap βρίσκεται στο +0,29%, ενώ ο τραπεζικός δείκτης εξακολουθεί να είναι θετικός κρατώντας κέρδη 4,80%, ενώ είχε φτάσει να κερδίζει έως 29,7%.
Ιδιαίτερα μεγάλες είναι επίσης οι πιέσεις και σε κάποια άλλα blue chips με πρώτο την Coca Cola HBC που υποχωρεί 17,23% στις τέσσερις τελευταίες συνεδριάσεις έχοντας χάσει περίπου 2 δισ. ευρώ κεφαλαιοποίησης, πέφτοντας χθες στα 8,2 δισ. ευρώ με τον ΟΤΕ να έχει πλησιάσει πλέον στα 8,03 δισ. ευρώ, ενώ ενδοσυνεδριακά χθες την ξεπέρασε, κάτι που έγινε για πρώτη φορά μετά από περίπου 12 χρόνια.
Η μετοχή της Coca Cola HBC έπεσε στα 22,10 ευρώ, επίπεδα που είχε να δει από το Νοέμβριο του 2020, ήτοι 15 μήνες πίσω, όταν τότε είχαν παρουσιαστεί σημαντικά προβλήματα σε άλλες αγορές που δραστηριοποιείται. Ο όμιλος αντιμετωπίζει μεγάλα θέματα πλέον λόγω της έκθεσής του στις αγορές της Ρωσίας και της Ουκρανίας, από όπου φέρνει το 15% και το 6% των πωλήσεών του αντίστοιχα.
H μετοχή της Σαράντης υποχωρεί κατά 12,31% το 4ήμερο καθώς έχει έκθεση στην Ουκρανία και όλες τις γύρω αγορές που φέρνουν το 6,7% των διεθνών πωλήσεών του. Η Viohalco υποχωρεί κατά 11,21%, η Aegean Airlines χάνει 9,54% καθώς υπάρχει φόβος για πλήγμα στον τουρισμό και την αεροπορική κίνηση λόγω του πολέμου.