Το θετικό μομέντουμ για τον κλάδο πολυτελών ειδών συντηρείται μέχρι στιγμής στο πρώτο μισό του 2023, με τους αναλυτές να εκτιμούν ότι συνολικά οι επιδόσεις των μεγάλων ομίλων του κλάδου θα υπερβούν τον μέσο όρο της βιομηχανίας μόδας συνολικά, ενισχύοντας τις πωλήσεις τους κατά 5% έως και 10% φέτος συγκριτικά με πέρσι.
Σύμφωνα με τα στοιχεία της Bain & Co., ο κλάδος πολυτελών αγαθών θα αναπτυχθεί με ρυθμό μεταξύ 5%-8% φέτος με συντηρητικές εκτιμήσεις, ενώ στο πιο αισιόδοξο σενάριο η θετική μεταβολή δύναται να αγγίξει ακόμη και το 12% φέτος, σε σχέση με πέρσι. Ήδη, μετά από ένα έτος οπότε σημειώθηκε ανάπτυξη ρεκόρ, οι πωλήσεις πολυτελών αγαθών αναπτύχθηκαν κατά 10% το πρώτο τρίμηνο του 2023, χάριν κυρίως στην ανάκαμψη της κατανάλωσης στην Κίνα, αλλά και τις θετικές επιδόσεις στην Ευρώπη, στην βάση των ισχυρών ρευμάτων τουριστών. Έτσι, σύμφωνα με την ανάλυση της Bain, ο στόχος για τζίρο μεταξύ 530 και 570 δισ ευρώ μέχρι το τέλος της δεκαετίας παραμένει εφικτός για τα πολυτελή αγαθά, παρά το γεγονός ότι διαπιστώνεται σχετική επιβράδυνση κυρίως στην αμερικανική αγορά, για την οποία οι αναλυτές αναμένουν μέσο ρυθμό ανάπτυξης περί το 3% φέτος.
Στον αντίποδα, Ιαπωνία και Κίνα αναμένεται να συνεισφέρουν το μεγαλύτερο ποσοστό της εκτιμώμενης ενίσχυσης των εσόδων, με την πρώτη να εκτιμάται ότι θα αναπτυχθεί με ρυθμό περίπου 10% και την Κίνα να καθίσταται πρωταθλήτρια στην κατανάλωση πολυτελών αγαθών, με ρυθμό 14% φέτος. Σημαντική εκτιμάται η συνεισφορά και των αραβικών αγορών στην ανάπτυξη του κλάδου, στο 10% για το 2023, με τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα ειδικότερα να απολαμβάνουν πολύ θετικών επιδόσεων χάριν στους ευκατάστατους Ρώσους.
Σύμφωνα με την ανάλυση της Bain, η πιο εντυπωσιακή ανάπτυξη της τάξεως του 11% αναμένεται να καταγραφεί φέτος ειδικά στα δερμάτινα είδη, για τα οποία διαπιστώνεται σημαντική αύξηση της ζήτησης -με ό,τι αυτό συνεπάγεται για την όλη συζήτηση γύρω από την ενίσχυση των πιο βιώσιμων υλικών στην μόδα- ενώ ακολουθούν τα πολυτελή υποδήματα, για τα οποία ο τζίρος αναμένεται να αυξηθεί κατά 9% και οι υπόλοιπες κατηγορίες ένδυσης, κοσμημάτων και καλλυντικών, οι οποίες θα αυξήσουν τις πωλήσεις τους κατά 8%.
Η εκτιμώμενη ενίσχυση του κλάδου πολυτελών αγαθών πιστοποιείται και από τις οικονομικές επιδόσεις των μεγάλων ομίλων τους πρώτους μήνες του έτους. Ειδικότερα, ο ηγέτης της αγοράς, ο γαλλικός όμιλος LVMH ανακοίνωσε έσοδα ρεκόρ για το πρώτο εξάμηνο του 2023, συνολικού ύψους 42,2 δισ ευρώ, κι αυξημένα καθαρά κέρδη κατά 30% συγκριτικά με το αντίστοιχο περσινό διάστημα, στα 8,4 δισ ευρώ. Οι εντυπωσιακές επιδόσεις επετεύχθησαν χάριν στο διψήφιο ποσοστό ανάπτυξης σχεδόν σε όλες τις κατηγορίες ειδών, με την κατηγορία ειδών μόδας και δερμάτινων ειδών, που περιλαμβάνει μεταξύ άλλων τoυς εμβληματικούς οίκους Louis Vuitton και Christian Dior, να ενισχύει τα έσοδα της κατά 17% φέτος.
Ακόμη πιο εντυπωσιακές είναι οι επιδόσεις του οίκου Hermes, με τις πωλήσεις του να αυξάνονται κατά 25% στο εξάμηνο του έτους, αγγίζοντας τα 6,69 δισ ευρώ, ενώ τα καθαρά κέρδη του εμβληματικού οίκου πολυτελών αγαθών ανήλθαν σε 2,22 δισ ευρώ, ενισχυόμενα κατά 36% συγκριτικά με πέρσι. Ο οίκος είχε αύξηση τζίρου περί το 20% σε όλες τις περιοχές δραστηριοποίησης του, με την Ιαπωνία να καταγράφει θετική ποσοστιαία μεταβολή κατά 26%, την Ευρώπη εξαιρουμένης της Γαλλίας να αυξάνει τα έσοδα κατά 22%, και την Αμερική να ακολουθεί με αύξηση 20% συγκριτικά με το περσινό εξάμηνο.
Η Ασία τροφοδότησε επίσης την ενίσχυση των εσόδων και του ελβετικού ομίλου πολυτελών αγαθών Richemont, στον οποίο περιλαμβάνονται οίκοι όπως οι Cartier, Chloe, τα ηλεκτρονικά καταστήματα μόδας net-a-porter και Yoox, αλλά πλέον και ο ιταλικός οίκος πολυτελών υποδημάτων Gianvito Rossi. Στο πρώτο τρίμηνο φέτος ο όμιλος αύξησε τις πωλήσεις του κατά 14%, με την κατηγορία των κοσμημάτων να ηγείται της ανάπτυξης, παρουσιάζοντας ενίσχυση τζίρου κατά 19% συγκριτικά με πέρσι. Οι λιανικές πωλήσεις αυξήθηκαν επίσης κατά 19%, αγγίζοντας τα 3,62 δισ. ευρώ και συνεισφέροντας το 68% των συνολικών εσόδων, ενώ κατά 8% ενισχύθηκαν οι πωλήσεις χονδρικής, στα 1,41 δισ. Κάμψη κατά 1% καταγράφηκε ωστόσο στις online πωλήσεις το φετινό εξάμηνο, με τα εν λόγω έσοδα να ανέρχονται σε 298 εκατ. ευρώ.
Πολύ ανοδικά ήταν επίσης τα μεγέθη του ιταλικού ομίλου Ermenegildo Zegna, στον οποίο πλέον περιλαμβάνεται και ο οίκος Tom Ford. Τα συνολικά του έσοδα αυξήθηκαν κατά 24% στο εξάμηνο, στα 903 εκατ ευρώ, και κατά 37% στο δεύτερο τρίμηνο του 2023, αγγίζοντας τα 475 εκατ ευρώ, με την Κίνα να καταγράφει θετική μεταβολή της τάξεως του 42% το δεύτερο τρίμηνο, και την Ευρώπη και την Μέση Ανατολή να ακολουθούν με αύξηση πωλήσεων κατά 37,9%.
Στον αντίποδα, μικτές επιδόσεις είχε ο όμιλος Kering, στον οποίο συμπεριλαμβάνονται πολύ γνωστoί οίκοι μόδας όπως οι Gucci, Yves Saint Laurent, Bottega Veneta, και πλέον προστίθεται και ο Valentino, μετά την απόκτηση ποσοστού 30% στον φημισμένο ιταλικό οίκο. Οι πωλήσεις του ομίλου αυξήθηκαν μόλις 2% στο δεύτερο τρίμηνο του έτους, στα 10 δισ ευρώ, αφού μόνο η περιοχή της Ασίας-Ειρηνικού κατέγραψε άνοδο, σε αντίθεση με την αμερικανική αγορά που παρέμεινε σταθερή. Τα καθαρά κέρδη του ομίλου ανήλθαν σε 1,8 δισ ευρώ, υποχωρώντας κατά 10% συγκριτικά με το περσινό εξάμηνο, ακολουθώντας την πορεία των πωλήσεων χονδρικής, οι οποίες υποχώρησαν σε αντίστοιχο ποσοστό. Ο όμιλος εστιάζει πλέον στην αναδιαμόρφωση του καναλιού των χονδρικών πωλήσεων, εν μέσω γενικευμένης γεωπολιτικής αστάθειας κι αβεβαιότητας.
Σε κάθε περίπτωση, οι αναλυτές επισημαίνουν ότι ο κλάδος των πολυτελών αγαθών παραμένει διαιρεμένος, καθώς δεν βασίζεται μόνο στους καταναλωτές οι οποίοι χαρακτηρίζονται “ευκατάστατοι”, αλλά και σε μία πολύ σημαντική μερίδα καταναλωτών μεσαίου εισοδήματος οι οποίοι είναι σε θέση να κάνουν πολυτελείς αγορές, με μέτρο.
Η συγκεκριμένη κατηγορία (aspirational shoppers) φαίνεται να βάλλεται αυτήν την στιγμή, κυρίως από τον πληθωρισμό, περιορίζοντας σημαντικά τις δαπάνες της σε πολυτελή αγαθά, προκειμένου να καλύψει πιο βασικές ανάγκες διαβίωσης. Το γεγονός αυτό εξηγεί γιατί οι εταιρείες που απευθύνονται στα ανώτατα εισοδηματικά στρώματα -τα οποία παραμένουν αδιαπέραστα από την ευρύτερη γεωπολιτική και οικονομική αβεβαιότητα- εξακολουθούν να καταγράφουν εντυπωσιακές επιδόσεις, παρά το γεγονός ότι έχουν προχωρήσει σε σημαντικές ανατιμήσεις των ειδών τους την τελευταία τριετία, κατά μέσο όρο σε ποσοστό 15%.