Σε επίπεδα ρεκόρ διαμορφώθηκαν οι επενδυτικές δαπάνες για παραγωγή καθαρής ενέργειας το 2023, με την Κίνα να βρίσκεται στην κορυφή και το συνολικό τους ύψος να φθάνει στα 1,8 τρισ. δολάρια, εμφανίζοντας αύξηση 17% σύμφωνα με στοιχεία που συνέλεξε το Bloomberg.
Παρά όμως αυτήν την έντονα αναπτυξιακή πορεία, όλα δείχνουν ότι οι δαπάνες θα πρέπει να συνεχίζουν να αυξάνονται και μάλιστα με ταχύτερο ρυθμό, εάν η υφήλιος θέλει να επιτύχει τους φιλόδοξους στόχους για μηδενικές εκπομπές καταστροφικών για την ατμόσφαιρα και το κλίμα αερίων.
Στις δαπάνες που εξέτασε το πρακτορείο συγκαταλέγονται επενδύσεις για την εγκατάσταση ανανεώσιμων πηγών ενέργειας, την αγορά ηλεκτρικών οχημάτων, την κατασκευή συστημάτων παραγωγής υδρογόνου και την ανάπτυξη άλλων τεχνολογιών. Αν προστεθούν και οι επενδύσεις για την ανάπτυξη αλυσίδων εφοδιασμού καθαρής ενέργειας, καθώς και 900 δισ. δολάρια σε χρηματοδότηση, η συνολική χρηματοδότηση το 2023 θα φτάσει περίπου τα 2,8 τρισ. δολάρια.
Οι δαπάνες ρεκόρ αντικατοπτρίζουν τον αυξανόμενο επείγοντα χαρακτήρα των διεθνών προσπαθειών για την καταπολέμηση της κλιματικής αλλαγής με δεδομένο ότι το 2023 ήταν το θερμότερο έτος στην ιστορία της ανθρωπότητας, ρεκόρ το οποίο εκτιμάται ότι θα «σπάσει» το 2024. Ωστόσο, ο κόσμος πρέπει να επενδύσει υπερδιπλάσια ποσά στην καθαρή τεχνολογία προκειμένου να επιτύχει καθαρές μηδενικές εκπομπές μέχρι τα μέσα του αιώνα, σύμφωνα με το BNEF.
«Η ευκαιρία είναι μεγάλη και οι δαπάνες επιταχύνονται, αλλά πρέπει να κάνουμε πολύ περισσότερα», όπως εκτιμά ο Άλμπερτ Τσανγκ, αναπληρωτής διευθύνων σύμβουλος του BNEF. Οι συνολικές δαπάνες για την ενεργειακή μετάβαση πέρυσι ήταν πολύ λιγότερες από τα περισσότερα από 4,8 τρισεκατομμύρια δολάρια που εκτιμά το Βloomgerg ότι θα χρειαστούν ετησίως από το 2024 έως το 2030 για να μπει ο κόσμος σε τροχιά καθαρών μηδενικών εκπομπών.
Οι κυβερνήσεις πρέπει να κάνουν ακόμη περισσότερα τα επόμενα χρόνια. Ο Τσανγκ εκτιμά ότι οι επενδύσεις πρέπει να αυξηθούν κατά 170% για να φτάσει ο κόσμος στο ρυθμό του καθαρού μηδενός.
Η Κίνα παραμένει μακράν η μεγαλύτερη αγορά με 676 δισεκατομμύρια δολάρια που δαπανήθηκαν πέρυσι. Πρόκειται όμως για αύξηση μόνο 6% σε σύγκριση με το 2022. Οι επενδύσεις στις ΗΠΑ, το Ηνωμένο Βασίλειο και την Ευρώπη αυξήθηκαν κατά τουλάχιστον 22%, συγκριτικά, σε ένα συνδυασμένο σύνολο 718 δισεκατομμυρίων δολαρίων. Αυτό οφείλεται εν μέρει στα κίνητρα που δίνονται στην προσπάθεια μείωσης του πληθωρισμού και του νόμου των ΗΠΑ για το κλίμα, ο οποίος αρχίζει να έχει σημαντικό αντίκτυπο. Οι ισχυρές πωλήσεις ηλεκτρικών οχημάτων στο Ηνωμένο Βασίλειο, καθώς και η ανθηρή ζήτηση για ανανεώσιμες πηγές ενέργειας σε όλη την Ευρώπη συνέβαλαν επίσης στην αύξηση του συνολικού ποσού.
Οι δαπάνες για τα ηλεκτρικά οχήματα παγκοσμίως ενισχύθηκαν κατά 36% στα 634 δισεκατομμύρια δολάρια. Πρόκειται για τον κλάδο που είδε τις περισσότερες επενδύσεις, ξεπερνώντας τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, οι οποίες κέρδισαν 8% στα 623 δισ. δολάρια. Οι επενδυτές διέθεσαν 310 δισεκατομμύρια δολάρια στα δίκτυα ηλεκτρικής ενέργειας, τα οποία θα αποτελέσουν ένα κρίσιμο εργαλείο για την παροχή καθαρής ενέργειας που θα παραχθεί από τα νέα αιολικά και ηλιακά πάρκα που θα τεθούν σε λειτουργία, καθιστώντας την τρίτη μεγαλύτερη αγορά.
Ορισμένες νεοεμφανιζόμενες τεχνολογίες σημείωσαν ραγδαία ανάπτυξη. Οι επενδύσεις σε υδρογόνο, για παράδειγμα, τριπλασιάστηκαν στα 10,4 δισεκατομμύρια δολάρια, σε ένδειξη αυξανόμενου ενδιαφέροντος για την τεχνολογία, αν και δεν έχει ακόμη αποδειχθεί σε κλίμακα.